Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009

Χακί και ζωή…

Ο Μάριος άφησε, μετά από αρκετό καιρό, την οικία του εις την αλλοδαπή για να επιστέψει εις τα πάτρια εδάφη δια την εκπλήρωση μιας υποχρέωσης του προς την πατρίδα, της στρατιωτικής του θητείας. Άφησε έναν τόπο μείζονος ελληνικής παρουσίας και βαρβαρικής επιρροής και γύρισε εις την μήτρα του πολιτισμού, εις την προάσπιση του οποίου θα συνέβαλλε στο εξής. Μια μικρή οδύσσεια ξεκινά με αυτήν του την απόφαση. Μετά μόλις δυο μέρες από την επιστροφή του εμφανίζεται μπροστά στην πύλη του στρατοπέδου για την είσοδο του εις την υπηρεσία της πατρίδος. Κατά την ημέρα ταύτη οι καιρικές συνθήκες ήταν άσχημες. Το συνεχές πέρα δώθε για να δώσει τα προσωπικά στοιχεία του, για να παραλάβει τον εξοπλισμό του, το γδύσου ντύσου, και από ενέσεις τρυπήσου τον κούραζε σιγά σιγά. Όταν κατάφερε να φτάσει στον θάλαμο ήταν λίγο πριν από τα μεσάνυκτα και δεν είχε το κουράγιο να κοιτάξει ούτε με ποιους θα κοιμόταν μαζί. Ήξερε ότι θα είχε όλο το χρόνο για να τους γνωρίσει.
Αισθανόταν σαν εξωγήινος, καθότι δεν είχε κοινά σημεία με κανέναν. Δεν ήξερε ούτε έναν από όσους τραγούδησαν στο ραδιόφωνο ή εμφανιζόταν στα περιοδικά. Έχοντας επτά μήνες εκτός χωρικών υδάτων, και ουσιαστικά ξένος στην πατρίδα του σχεδόν επτά χρόνια, ρουφούσε την πραγματικότητα σαν σφουγγάρι. Κάθε τι γύρω του ήταν άξιο μελέτης και αξιολόγησης. Οι ρυθμοί ήταν άλλοτε ράθυμοι και άλλοτε πιεστικοί. Οι κοινές για τους έφεδρους δυσκολίες ήταν το άστατο ωράριο ύπνου, η έλλειψη ζεστού νερού και για κάποιο διάστημα οποιουδήποτε νερού. Ήταν τότε που για να πλυθούν έπαιρναν μια έξοδο την εβδομάδα νοικιάζοντας ξενοδοχείο.
Από την άλλη ήταν οι αξιωματικοί με το στυλ τοπ γκαν, το ύφος καου μποι, οι υπαξιωματικοί με την νοοτροπία κλεφτοκοτά, οι συνθήκες τεχνίτης πίεσης που προσπαθούσαν να δημιουργήσουν είτε για να τους ομαδοποιήσουν είτε για να γίνεται η δουλειά τους, αλλά κυρίως γιατί έτσι είχαν εκπαιδευτεί και ίδιοι. Οι μετακινήσεις σε επίπεδο ζωομεταφορικης, με ανυπόφορη ζέστη το καλοκαίρι, με θερμοκρασίες κατάψυξης το χειμώνα. Η σκόνη, τα κουνούπια, το γράσο, ο ιδρώτας, το βάρος του εξοπλισμού, τα ομαδικά καψόνια.
Ανακάλυψε σιγά σιγά ότι ο Στρατός ήταν φτιαγμένος στα μέτρα των ηλίθιων, ακριβώς επειδή εμπεριείχε και τέτοιους σε όλες του τις βαθμίδες. Οι παλαιότεροι φαντάροι έδιναν συνεχείς παραστάσεις για να εξασφαλίσουν τα αδιαμφισβήτητα δικαιώματα τους που πηγάζουν από το ότι βρέθηκαν πριν από εκείνον εκεί και μόνο από αυτό. Περίμενε μοιρολατρικά να περάσει ο καιρός. Άδειες δεν έπαιρνε για ένα διάστημα. Έκανε και σχετικά πολλές υπηρεσίες. Είχε γίνει λοχίας και τον πίεζαν περισσότερο. Διέξοδος ήταν οι βόλτες με τους φίλους που είχε αποκτήσει, τα γεύματα τους στις ταβέρνες και η οινοποσία. Το βύσμα το μισούν όσοι δεν το έχουν και αυτός ήταν έτοιμος να το κάνει. Υποσχέσεις έπαιρνε πολλές, αλλά είχε καταλάβει ότι αν δεν ολοκληρωνόταν η άδεια δεν θα μπορούσε να ξεσκάσει καθόλου. Εκτός από βυσματικα άσφαιρος ήταν και άτυχος. Είτε οι εκλογές είτε ευθύνες που του φόρτωναν και τον οδηγούσαν σε άλλες νέες τον απομάκρυναν από την πολυπόθητη άδεια. Τον πίεζαν να αποκτήσει το προσωπείο του βλοσυρού λοχία. Είχε όμως καταλάβει ότι μόνο με το φιλότιμο οι φαντάροι έκαναν κάτι. Οι τιμωρίες ήταν, όπως και πολλά αλλά, για τα μάτια του κόσμου. Ο μόνος που είχε να χάσει ήταν ο ίδιος. Ή θα τιμωρούσαν εκείνον ή θα ανέφερε τους άλλους χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Θα κέρδιζε μόνο τον χλευασμό των συνάδελφων του.
Με τον καιρό παλιώνοντας τον άφησαν ήσυχο. Είχε καταξιωθεί στις ασκήσεις και τις επιθεωρήσεις. Κράτησε ίσες αποστάσεις από όλους. Οι υπηρεσίες γινόταν όλο και πιο βαρετές. Έπρεπε με κάτι να απασχολείται στις ατελείωτες ώρες μοναξιάς που αυτές προσέφεραν. Είχε σκάψει σαν τυμβωρύχος όλο του το μυαλό ψάχνοντας τις αναμνήσεις του. Γινόταν συνεχώς και πιο δυσβάσταχτη η παρουσία των μόνιμων. Άνθρωποι που πληρώνονται για να κάνει την δουλειά τους κάποιος που δεν πληρώνεται. Διεκπεραιωτές θελημάτων προς επιφανείς πολίτες, που επηρεάζουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το ευ ζην τους, οι μόνιμοι, γινόταν αποδεκτές, με την σειρά τους, παρόμοιας συμπεριφοράς από τους έφεδρους. Χώριζαν έπειτα τους φαντάρους σε ημέτερους και υμετέρους με τα γνωστά αποτελέσματα. Ο Στρατός είναι μια δημόσια υπηρεσία με ιδιαιτερότητες. Μια από αυτές είναι ότι έχει το χειρότερο είδος δημόσιων υπάλληλων.
Το τέλος έφτασε τελικά πιο γρήγορα από ότι φαινόταν στην αρχή. Τώρα ο Μάριος θα άφηνε το χρόνο να σβήσει την γεύση του Στρατού και την πολιτική ζωή να σβήσει τις συνήθειες του. Ποτέ δεν βρήκε κάτι το ιδιαίτερο εκεί, μόνο μια απλή διεκπεραίωση. Το μόνο που επιθυμούσε ήταν να μην του ξανασυμβεί , όχι γιατί ήταν μια τραυματική εμπειρία ή γιατί δεν θα ξανασυναντήσει ανάλογες καταστάσεις, αλλά γιατί σε κάποιες από αυτές θα έχει την ευχέρεια να αντιδράσει. Το μόνο κέρδος ήταν η εκγύμναση της καρτερικότητας του, της ανεκτικότητας, της αυτοσυγκράτησης του. Τίποτε που να σε κάνει άντρα. Αν και στην ηλικία του Μάριου εφόσον αυτό δεν είχε προ πολλού συμβεί, θα ήταν ήδη αργά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου