Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

Εξαπατημένη Ζωή…

Δουλεύω στο τμήμα ανδρικών εσώρουχων ενός πολυκαταστήματος. Λόγω θέσεως έρχομαι σε επαφή με αρκετούς άνδρες καθώς και με τις συζυγούς τους. Οι περισσότεροι συνάδελφοι στο όροφο αυτό είμαστε γυναίκες και προτιμούμε τις μοναχικές επισκέψεις των πρώτων, ενώ οι σύζυγοι τους είναι από βαρετές έως καταπιεστικές. Ανταλλάσσουμε απόψεις μεταξύ μας στα κενά της δουλειάς σχετικά με τον πιο όμορφο, τον πιο γοητευτικό, τον πιο πνευματώδη. Η Δέσποινα έχει την δική της ιδιότυπη ταξινόμηση σε αδιάφορους, συνοδούς και εραστές. Ποτέ κανείς δεν συνέπεσε σε δυο κατηγόριες. Καθότι παντρεμένη έχει πάντα ξεκάθαρο ποιος θα έπρεπε να είναι ο ρόλος των πελατών μας σε πιθανότητα συναισθηματικής προσέγγισης. Η Κατερίνα, απεναντίας, παντρεμένη και αυτή, ψάχνει σε αυτές τις διανοητικές μας ασκήσεις να βρει τον άνδρα που θα της προσφέρει αυτό που στερείται από τον δικό της, συντροφικότητα. Η ισχυρή μεσοαστική της νοοτροπία την φρενάρει, ενώ θα είχε το ισχυρότερο κίνητρο από όλες μας να ενδώσει. Δέχεται πολλές προτάσεις, καθώς το παρουσιαστικό της, αλλά κυρίως οι τρόποι της είναι αρκούντως θελκτικοί. Οι ελευθερές καλλιεργούν περαιτέρω αυτό το κλίμα υποθαλπτοντος ερωτισμού. Τις ζηλεύουμε οι παντρεμένες εν μέρει, αλλά αναλογιζόμαστε ότι είχαμε τις δικές ευκαιρίες στην ηλικία τους. Μερικές από εμάς δεν τις αφήσαμε ανεκμετάλλευτες. Με την Κατερίνα έχουμε τα ίδια γούστα, απλώς λόγω πρότερου βίου είμαι πιο διαλλακτική στις απόψεις μου.
Οι άντρες συνάδελφοι κατανοούν αυτή την ψυχολογική ανάγκη λεκτικής εκτόνωσης από την συνεχή επαφή με τον πειρασμό και υποδαυλίζουν τις συζητήσεις μας. Όταν όλος ο κόσμος που περνά από μπροστά σου σε ψάχνει για να εξυπηρετηθεί είναι εύκολο να μπεις στο παιχνίδι ότι σε αναζητούν και για παράπλευρες επιθυμίες. Συμβαίνει στις σερβιτόρες στα μπαρ, στις ρεσεπτιονιστ, στις αεροσυνοδούς. Αρκετές φορές είναι αλήθεια, άλλες είναι απλώς ένα παιχνίδι αυτοεπιβεβαίωσης, κάποιες είναι μια απλή αυταπάτη. Σε αυτά τα θέματα αναφερόμαστε κατά κόρον στις συναντήσεις μας. Αγαπημένο μας, όμως, αντικείμενο είναι ο σχολιασμός των πελατών και περισσότερο το θέμα των δικών τους σχέσεων με τις γυναίκες που τους συνοδεύουν. Για το ερωτευμένο ζευγαράκι, όπου συναποφάσιζαν τα εσώρουχα του, και το επακόλουθο τηλεφώνημα στο τμήμα των γυναικείων για να διασταυρώσουμε αν εμφανίστηκαν και εκεί. Ο παππούς που του αγόραζε εσώρουχα η κόρη του και μάλωνε μαζί της. Το ηλικιωμένο ζευγάρι που αυτός δεν έβγαζε αχνά και για όλα είχε άποψη μόνο αυτή. Για τον έφηβο που σαν νεαρό κοκόρι κοιτούσε το μπούστο της Μαρίας και αυτή του χαμογελούσε, ενώ η μητέρα του διάλεγε τα φανελάκια.
Μια μέρα εμφανίστηκε ένας άνδρας γύρω στα σαράντα. Ήταν ψηλός, καστανός, με μαύρα μάτια που κοίταζαν έντονα τριγύρω. Φαινόταν αθλητικός τύπος, αλλά όχι μυώδης. Κάποια άσπρη τρίχα είχε εμφανιστεί στα μαλλιά του, περισσότερες στο αξύριστο πρόσωπο του. Είχε ήπιους τρόπους και κινούταν με σιγουριά. Κρατούσε ομπρελά και το πανωφόρι του στο ένα χέρι. Με το άλλο μετέφερε ένα φορητό υπολογιστή. Τα ρούχα του ήταν άψογα σιδερωμένα, υφασμάτινο παντελόνι, πλεχτή μάλλινη μπλούζα που η άξια της σίγουρα ξεπερνούσε την άξια της στολής μου μαζί με τα παπούτσια και τα εσώρουχα που φορούσα εκείνη την στιγμή. Μου φαινόταν σαν μελαχρινή έκδοση του Ρομπερτ Ρεντφορντ. Δυστυχώς δεν ήμουν η μόνη. Η Κατερίνα πλησίασε και ψιθύρισε στο αυτί μου ότι θα τον σερβίριζε αυτή. Μην τολμήσεις την αποπήρα, αυτός είναι δικός μου, έτσι και αλλιώς είναι η σειρά μου. Μόλις που πρόλαβα την Μαρία. Τι θα θέλατε, τον ρώτησα. Εσώρουχα και κάλτσες μου είπε. Ελατέ μαζί μου αποκρίθηκα, σκεφτόμενη τι θα σήμαιναν αυτά τα λόγια σε κάποια άλλη στιγμή. Όσο του έδειχνα τα προϊόντα μας παρακολουθούσα τα χέρια του. Είχε τα πιο σέξι δάκτυλα που έχω αντικρίσει. Δεν φορούσε βέρα. Για την ακρίβεια δεν φορούσε τίποτε εκτός από το ρόλοι του. Δερμάτινο μαύρο λουράκι, χρονογράφος, με άξια όση η πρώτη φορολογική μου δήλωση. Έχοντας δουλέψει αρκετά χρόνια ως πωλήτρια μου ήταν εύκολο να κρίνω τις ενδυματολογικές συνήθειες των πελατών μου και τους ίδιους από αυτές.
Προσπάθησα να είμαι όσο πιο επαγγελματική γινόταν και κυρίως να κρύψω μια αμηχανία που είχα χρόνια να νιώσω. Πρόσεξα ότι με περιεργαζόταν, διακριτικά βέβαια, αλλά με αρσενικό ενδιαφέρον. Ήταν σίγουρος για την γοητεία του στις γυναίκες, αλλά με κάποιον απροσδιόριστο τρόπο δεν το έκανε βάρος ούτε στον εαυτό του ούτε στην εκάστοτε συνδιαλεγόμενη του. Φερόταν ευγενικά και τυπικά. Αποχαιρετώντας μου χάρισε μια διακριτική φιλοφρόνηση σχετικά με την εξυπηρέτηση του. Τέσσερις μέρες αργότερα ξαναεμφανίστηκε. Κοίταξε τριγύρω, με είδε και ήρθε κατευθείαν σε εμένα. Ανταλλάξαμε χαιρετισμούς που έκρυβαν απόηχους της πρωτύτερης συνάντησης μας. Μου ζήτησε ένα ζευγάρι πιζάμες. Πήρε ότι ακριβότερο είχαμε. Μου ευχήθηκε καλό Σαββατοκύριακο. Απάντησα ότι για εμάς το Σάββατο είναι εργάσιμο. Μην ανησυχείτε, είπε, για εμένα όλες οι μέρες είναι εργάσιμες. Ξεκίνησε έτσι ένα διάλογος σχετικά με τις επαγγελματικές του ασχολίες. Ήταν υπεύθυνος σε μια κατασκευαστική εταιρεία. Είχε έρθει για να ελέγξει την πορεία κάποιον έργων, έμενε σε ξενοδοχείο και θα χρειαζόταν να μείνει περισσότερο από όσο υπολόγιζε, γι’ αυτό είχε προβεί σε αυτές τις αγορές.
Μετά από εκείνη την μέρα πήγαινα στην δουλειά προσεκτικότερα μακιγιαρισμένη, σχεδόν πάντα χτενισμένη. Στα σχόλια του άνδρα μου απαντούσα ότι με είχα παραμελήσει και δεν θα με ήθελε. Δεν φαινόταν πουθενά, οι μέρες περνούσαν αργά. Σε κάποιο μεσημεριανό κενό πήγα σε μια καφετερία της περιοχής να πιω έναν καφέ και να φάω ένα τοστ, καθότι είχα ραντεβού με τον γιατρό μου πριν επιστρέψω στην βάρδια μου. Τον συνάντησα εκεί. Με κάλεσε στο τραπέζι του. Επιτέλους ανταλλάξαμε τα ονόματα μας. Ένιωθα σαν δεκαπενταχρονη έτοιμη να τον ρωτήσει το ζώδιο του. Αλέξανδρε, του είπα, θα μείνεις καιρό; Όσο χρειαστεί για να προχωρήσει το έργο, μου αποφάνθηκε. Μιλήσαμε για την δουλειά του ο καθένας, για τις περιοχές που μένουμε, τις φορές που έχουμε πάει ο ένας στην πόλη του αλλού, για τα ξενοδοχείο, την ζωή σε αυτά. Έχασα το ραντεβού στον γιατρό, αλλά δεν με πείραζε, έπρεπε, όμως να γυρίσω στην δουλειά. Ελπίζω να τα ξαναπούμε είπε. Αυθόρμητα απάντησα όποτε θέλεις. Σχεδόν μετάνιωσα με το που το ξεστόμισα. Ομολογώ ότι το σκεφτόμουν, αλλά δεν ήμουν και σίγουρη ότι αυτό ήθελα. Είχε δει την βέρα μου και την αμηχανία μου. Δεν θέλησε να συνεχίσει άλλο, περισσότερο για να μην φέρει εμένα σε δύσκολη θέση. Με αποχαιρέτησε και έφυγε. Τον ευγνωμονούσα για αυτό.
Δυο τρεις μέρες αργότερα πέρασε από την δουλειά για να αγοράσει νέα εσώρουχα. Δεν πλένουν στο ξενοδοχείο τον ρώτησα περιπαιχτικά. Όχι όσο γρήγορα χρειάζεται, αποκρίθηκε. Αναλωθήκαμε σε όλα τα κοινότυπα θέματα που μπορούσαν δυο άνθρωποι να αναπτύξουν, που θέλουν να είναι μαζί αλλά δεν τους επιτρέπεται. Έκανε να φύγει, αλλά επέστρεψε στα βήματα του, κοντοστάθηκε και με ρώτησε αν την επόμενη στο μεσημεριανό διάλειμμα θα συντρώγαμε. Δέχτηκα. Ετοιμαζόμουν για το πιο μεγάλο σφάλμα της ζωής μου, σκεφτόμουν, και αντί να τραβηχτώ έπεφτα μέσα με τα μούτρα. Φόρεσα ότι πιο διακριτικά προκλητικό είχα και παρουσιάστηκα στο ραντεβού σαν παρθένα που προσπαθεί να κρύψει την ντροπή της στην πρώτη της φορά. Ήταν πολύ κομψός. Πήγαμε σε ένα από τα ακριβότερα εστιατόριο του κέντρου. Το γεύμα ήταν φανταστικό, η συντροφιά σαγηνευτική, το κρασί μεθυστικό, η μουσική χαλαρωτική. Σκέφθηκα ότι αυτό το ειδύλλιο θα με οδηγούσε στο εδώλιο, ότι δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί κατά αυτό τον τρόπο αέναα. Προσπάθησα να αντισταθώ, αλλά όσα ονειρευόμουν ήταν εκεί μπροστά μου. Παραλείψαμε το γλυκό. Μετά τον καφέ και ενώ ένιωθε ότι και αυτή η προσπάθεια του έφτανε στο τέλος, έκανε το αποφασιστικό του βήμα. Έβαλε το χέρι στην τσέπη του και μου έδωσε ένα χαρτί με το λογότυπο της εταιρείας του. Έγραψα και ένα ποίημα για εσένα. Δεν είναι αριστούργημα, κάθε άλλο, αλλά είναι ενδεικτικό των συναισθημάτων μου, είπε.

Δυο πράσινα μάτια
Και χαμόγελο πλατύ
Χάραξαν τον ουρανό
Και έστειλαν βροχή στην γη

Περιμένοντας ν’ ανθίσει
Η κατάξερη η γη
Μια μέρα να θερίσει
Από τους καρπούς της να τραφεί

Στείλε μήνυμα προστάζει
Ανταπόκριση να βρει
Ωιμέ αναστενάζει
Μάντης ποιος θα μου το πει

Μια ωραία οπτασία
Μια ανάλαφρη στιγμή
Της καρδιάς του τα παιχνίδια
Τον οδήγησαν σε αυτή.

Είχα μείνει άφωνη. Θα ήθελα περισσότερο χρόνο να σκεφτώ. Καλύτερα να πηγαίνουμε, αποκρίθηκα. Το βράδυ δεν κοιμήθηκα. Χίλιες σκέψεις με αναστάτωναν. Έβλεπα τον άνδρα δίπλα μου, τα παιδιά στο άλλο δωμάτιο, τις φωτογραφίες στο σαλόνι. Το ροχαλητό του συζύγου μου ήταν το μόνο πράγμα που με παρακινούσε να αποδεχτώ. Δεν υπήρχε τίποτε, όμως, που να εξασφάλιζε ότι και ο Αλέξανδρος δεν θα είχε το ίδιο πρόβλημα. Παρόμοιοι συλλογισμοί με κράτησαν άγρυπνη. Ατελείωτες συγκρίσεις ανάμεσα στην πραγματικότητα και στο όνειρο.
Κάποια στιγμή την επόμενη στην δουλειά εμφανίστηκε ένας φίλος του άνδρα μου, πολιτικός μηχανικός, και τα λέγαμε για το πώς χαθήκαμε και για να ξαναβρεθούμε. Ξαφνικά παρουσιάστηκε ο Αλέξανδρος. Με κοίταξε, ήρθε κοντά και περίμενε να τελειώσω με τον Μιχάλη, νομίζοντας ότι ήταν ακόμη ένας πελάτης. Αυτός με την σειρά του νόμισε ότι ήρθε ένας πελάτης και έκανε στην άκρη για να του παραχωρήσει τον χώρο. Γυρνώντας προς την μεριά του Αλέξανδρου ο τελευταίος έδειξε να τα χάνει. Είπε, μετά από μια στιγμή σαστίσματος, μην ανησυχείτε θα πάω σε κάποια άλλη κοπέλα, έτσι και αλλιώς δεν έχει πολύ κόσμο. Όταν απομακρύνθηκε ο Μιχάλης έσκυψε συνωμοτικά προς τα μέρος μου και είπε ότι αυτός που μόλις είδα ήταν κάποτε παντρεμένος με μια πολύ πλούσια, που έχει μια από τις μεγαλύτερες τεχνικές εταιρείες της χώρας, αλλά χώρισαν όταν αυτή έμαθε για τις υπεξαιρέσεις του στην εταιρεία και τις απιστίες του στην συζυγική ζωή. Ο μόνος λόγος που δεν είναι στην φυλακή είναι τα παιδιά τους. Τώρα ζει σαγηνεύοντας παντρεμένες, καθότι δεν τον δέχεται καμία εταιρεία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου