Πέμπτη 25 Απριλίου 2013

Μετέωρος


Από το πρωί είχε μείνει ένα στεφάνι γύρω από εκεί που άφηνε το ποτήρι. Είχε ρίξει ένα αναβραζων μέσα του και  η άσπρη σκόνη έκανε τώρα αντίθεση πάνω στο σκούρο καφέ έπιπλο. Στη συνεχεία πήρε άλλα πιο δυνατά χάπια. Ένιωθε το κρανίο του να πάλλεται. Δεν είχε τη δύναμη να το σκουπίσει, δεν είχε το ενδιαφέρον να το φροντίσει. Έπρεπε να δουλέψει, μα δε μπορούσε. Ο υπολογιστής  του έφερνε ναυτία. Στη δουλειά κανείς δεν γνώριζε, τουλάχιστον δεν είχε πει τίποτε σε κανένα. Οπότε χρειαζόταν να λείψει έπαιρνε αδεία. Όταν τον έβλεπαν να επιστρέφει κόκκινος σαν σεπτεμβριάτικη ντομάτα, δικαιολογούταν ότι έκανε μα ορμονική θεραπεία για μια μικρή αρρυθμία που του είχε προκύψει. Άτυπα του παραχώρησαν το δικαίωμα να φεύγει λίγο νωρίτερα εάν κάποιες μέρες δεν αισθανόταν καλά. Μόνο, που τώρα πια, δεν τον κρατούσαν τα πόδια του όλη την μέρα.
                Η θερμοκρασία του σώματος του άλλαζε από λεπτό σε λεπτό, μια κρύωνε, μια ίδρωνε. Ότι και εάν είχε μπει στο σώμα του άλλαζε τους διακόπτες κατά βούληση και κατά ριπές. Κάποιες μέρες σχεδόν τις περνούσε στην τουαλέτα βγάζοντας τα εσώψυχα του, καθότι το φαγητό δεν ήταν ποτέ πολύ, και άλλοτε έκανε μέρες να την επισκεφτεί.  Όσο αδυνάτιζε τόσο αυξανόταν οι υποψίες ότι το θέμα ήταν σοβαρό, άλλα κανείς δεν ρωτούσε ευθέως. Τελευταία του έκαναν ψεύτικα κομπλιμέντα για τη σωματική του ρώμη και εμφάνιση. Δεν ήθελε να πάει στο γραφείο με το σκούφο, εκείνο το μαύρο που φορούσε παλιά στα βουνά, εκείνο από την εποχή της κωπηλασίας. Τον σκούφο που του είχε αγοράσει η γυναίκα του. Τον έβγαζε τώρα και τον κρατούσε σφιχτά με το ένα του χέρι και με το άλλο χάιδευε το χνούδι. Τον έβαζε κρυφά κάτω από το μαξιλάρι της. Τον έβγαζε το πρωί και τον έχωνε στη τσέπη του. Κάθε φορά που λιγοψυχούσε τον μύριζε και έπαιρνε κουράγιο.
                Πήρε τηλέφωνο στο γιατρό του που του είχε δώσει αναρρωτική αδεία για κάποιες τελευταίες οδηγίες για τις επόμενες μέρες. Από εβδομάδα θα έπρεπε να ακολουθήσει νέα θεραπεία. Τα μαλλιά του θα χανόταν για κάποιο διάστημα. Ξανάβαλε το σκούφο στην τσέπη, αφού τον φίλησε, και κοίταξε τις φωτογραφίες των παιδιών του στην οθόνη του υπολογιστή. Θυμήθηκε τον πατέρα του με μανσέτες να κάθεται σε ένα αντίστοιχο γραφείο με στοίβες τα χαρτιά και τους φακέλους του και μια αριθμομηχανή μπροστά του. Ύστερα είδε ότι όλοι φορούσαν μανσέτες για να μην χαλάσουν τα σακάκια στους αγκώνες. Άλλα δεν είχαν όλοι αριθμομηχανή. Αμέσως ο μπαμπάς του φάνηκε σπουδαίος. Τώρα εάν είσαι σπουδαίος δεν έχεις τίποτε στο γραφείο σου. Μια κομψή δεσποινίς είναι υποχρεωμένη να πηγαινοέρχεται αναφέροντας σου τα σημαντικά… Τουλάχιστον αυτό κάνουν τα άτομα της ηλικίας του. Οι πιο νέοι είχαν τους υπολογιστές για προέκταση. Αυτός με το ζόρι τους άντεχε. Σιχαινόταν το ποντίκι και έτσι αναγκάστηκε να μάθει όλες τις συντόμευσης του πληκτρολογίου. Με αυτό το τρόπο κρατούσε τη ανάμνηση της γραφομηχανής ζωντανή. Δεν άντεχε τις αναβαθμίσεις λογισμικού που άλλαζαν αυτές τις συνήθειες και είχε ζητήσει από το τμήμα μηχανογράφησης να τον αφήσει στην ησυχία του. Πριν από μερικές μέρες είχε δει μια κόκκινη γραφομηχανή με μαύρα πλήκτρα σε βιτρίνα και είχε συγκινηθεί τόσο που δεν μπορούσε να σταματήσει. Η γυναίκα του φοβήθηκε ότι είχε καταρρεύσει ψυχολογικά από την αρρώστια.
Σηκώθηκε, πήγε στο γραφείο του διευθυντή, του έδωσε το χαρτί με την αναρρωτική και τον άφησε αποσβολωμένο στο  γραφείο του. Ένα λυπάμαι κρεμάστηκε στα χείλη του σαν αποτσίγαρο που θες να το φτύσεις, άλλα έχει ξεραθεί το στόμα σου και δεν τα καταφέρνεις. Οι υπόλοιποι καταλάβαιναν και κάποιος του έσφιξε το χέρι, κάποιος του είπε καλή δύναμη, μια κοπέλα αναφώνησε «όχι εσείς». Κοντοστάθηκε, χαμογέλασε γλυκόπικρα και κλείνοντας την πόρτα είπε μέσα του «γιατί όχι εμείς»; Ποιος μαντεύει το επόμενο χαρτί στη τράπουλα; Που να ήξερε ότι θα έπαιρνε φαντή μπαστούνι και θα καιγόταν από δώδεκα; Έφυγε και κανείς δεν ζήτησε να τους ενημερώσει για τυχόν εκκρεμότητες. Έκλεισε η πόρτα και ένιωσε ότι ήταν παρελθόν πριν καν την ανοίξει. Ίσως για αυτό επιλέχτηκε από την ασθένεια… Ήταν το γρανάζι που έχανε την μάχη με την παραγωγικότητα, σαν τη χώρα του. Κοίταξε το καρτελάκια διπλά από τα κουμπιά του ανελκυστήρα με τα ονόματα των εταιρειών και των γραφείων. Ψυχίατροι και γραφεία κηδειών είναι σχεδόν πάντα ισόγεια. Μπροστά του περνούσε η πόρτα του μεσοπατώματος. Αυτή που δεν άνοιγε ποτέ, σε αυτή που δε σταματούσε κανείς πάρα μόνο εάν είχε πάθει βλάβη το ασανσέρ. Πάτησε το στοπ και κοιτούσε τα σημάδια στο τοίχο. Αυτά που συνήθως προσπερνάς γιατί ακόμη δεν έχεις περιέλθει στην αμηχανία του εγκλεισμού στο κυτίο. Κοίταξε γύρω του κάνοντας μια μικρή περιστροφή. Πάτησε το ισόγειο ξανά.
Πήρε ταξί, που ευτυχώς περνούσε από εκεί πάνω στην ώρα. Του ζήτησε να τον πάει σπίτι, αφού πρώτα περάσει από το κέντρο της πόλης, έτσι χωρίς σκοπό. Ο ταξιτζής τον ρώτησε εάν μπορεί να πάρει δεύτερο επιβάτη κάποια στιγμή και αυτός έβγαλε ένα χαρτονόμισμα των πενήντα ευρώ του το έδωσε και είπε όχι. Ευχαρίστησε και μπήκε στο σπίτι. Ένιωθε καλυτέρα, σαν να του είχε φύγει ένα βάρος. Προσπάθησε να ανεβεί με τις σκάλες. Στον πρώτο όροφο εγκατέλειψε την προσπάθεια. Κάλεσε τον ανελκυστήρα. Ευχήθηκε να μην περνούσε κάποιος γείτονας και τον έβλεπε να παίρνει το ασανσέρ για έναν όροφο, να αναρωτιόταν τι έκανε στον πρώτο. Η γυναίκα του έλλειπε. Είχε λαϊκή κοντά. Πιθανόν να είχε πάει και στην αδελφή της. Έβαλε να ψήσει ένα καφέ και τελειώνοντας τον ακούμπησε στο τραπεζάκι στο σαλόνι. Πηρέ ένα βιβλίο, τράβηξε τις κουρτίνες για να έχει περισσότερο φως και αφού έβαλε τα γυαλιά του, πηρέ μια γουλιά, γύρισε και έριξε μια ματιά στο οπισθόφυλλο, το εσωτερικό του και ύστερα τα ίδια με το εξώφυλλο. Μύρισε το χαρτί και είδε την ημερομηνία αγοράς που πάντα σημείωνε η γυναίκα του στα βιβλία. Ήταν εντελώς αντιθέτως με τις σημειώσεις, τις τσακίσεις και άλλες δολιοφθορές όπως τις ονόμαζε σε συλλεκτικά αντικείμενα, όπως θεωρούσε τα βιβλία. Ήταν μια από τις παραχωρήσεις που της είχε κάνει. Η άλλη ήταν να κλείνουν τις κουρτίνες την μέρα να μην τους βλέπει η γειτονιά και τα παντζούρια το βράδυ να μην την ενοχλεί το φως. Εκείνη σταμάτησε να βλέπει τηλεόραση στη κρεβατοκάμαρα για να την πάρει ο ύπνος. Είχαν παντρευτεί με συνοικέσιο. Αυτός ήταν απορροφημένος σε αυτό που αργότερα ονόμασαν καριέρα, άλλα τότε ήταν απλώς η προσπάθεια να απομακρυνθείς όσο γινόταν περισσότερο από τη φτωχιά. Εκείνη ήταν από οικογένεια με πολλά αδέλφια. Έπρεπε να φύγει για να μην καταλήξει στα χωράφια. Ο γάμος έτυχε και έτυχε. Τώρα δεν θα μπορούσε να φανταστεί τη ζωή του με άλλη. Άκουσε το κλειδί στη πόρτα. Τη βοήθησε με τις σακουλές. Πρέπει να είχε κλάψει, άρα από την αδελφή της γυρνούσε. Τι ρώτησε τι κάνει η Κουλά, συζήτησαν λίγο για τα καθημερινά, φαγητό, παιδιά και λογαριασμούς. Άλλα σχεδία δεν είχαν. Όλα έληγαν στο αύριο.
Μέρες αργότερα στο νοσοκομείο ξαπλωμένος στο κρεβάτι, ανίκανος να γυρίσει και με τρομερή φαγούρα στη πλάτη παρακάλεσε τη νοσοκόμα να ανοίξει τη κουρτίνα, να δει το φως. Αυτός δεν περίμενε πρωινό γεύμα. Είχε περισσότερα σωληνάκια και καλώδια από τον Ρομποκοπ. Ξαφνιάστηκε που ξεπρόβαλε ο γιος του από την πόρτα. Τον ρώτησε τι μέρα είναι και όταν του είπε Σάββατο δεν απόρησε που αυτός είχε μείνει στην Πέμπτη. Ο χρόνος στην κατάσταση του περνά αργά, ένα βάσανο ανάμεσα σε χάπια, πόνο, επισκέψεις άβολες, γιατρούς και συγγενείς. Σερνόταν το γυμνό μυαλό του πάνω στο αγκάθια του προσωπικού του Γολγοθά, δεν μπορούσε να ελπίζει σε καλυτέρευση, δεν τολμούσε να ζητήσει το τέλος. Μετέωρος, άχρονος, ακίνητος. Το εκκρεμές του ρολογιού είχε πέσει σε τοίχο, είχε ραγίσει και κανείς δεν το είχε κουρδίσει ξανά. Έβλεπε τις σταγόνες στον όρο να πέφτουν, τον καθετήρα, τις πεταλούδες στα χέρια, την παροχέτευση στην άκρη του θώρακα. Ένα τεχνολογικό γλέντι ήταν η κατάντια της ζωής του. Ο γιος του πηρέ μια καρέκλα και κάθισε διπλά του. Τον ρώτησε εάν η μητέρα του ήξερε ότι είχε έρθει στο νοσοκομείο. Αυτός απάντησε ότι θα ερχόταν αργότερα με την αδελφή του. Ότι του έλεγαν τώρα που περιμένει παιδί να είναι κοντά στη γυναίκα του και να μην ανησυχεί.
Τον μάλωσε στοργικά και του είπε ότι η σύζυγος του είχε δίκιο, ότι δεν έπρεπε να ανησυχεί. Έτσι και αλλιώς έχω ένα νοσοκομείο πάνω από το κεφάλι μου και μισό μέσα στις φλέβες μου. Τον έβαλε να του διαβάσει τους τίτλους από την εφημερίδα. Εκείνος δεν άρχισε ποτέ, τον ρώτησε μόνο εάν τον άλλαξαν, εάν πέρασαν οι γιατροί, εάν θέλει να σηκώσει το μαξιλάρι. Πήρε τον πατέρα του στην αγκαλιά, τον βοήθησε να κάτσει πιο ψηλά. Ήταν ένα κορμί ανάλαφρο από κιλά, άλλα δύσκαμπτο από έλλειψη δυνάμεως. Σαν να σηκώνεις ένα κορμό δέντρου που φαίνεται εύκολο φορτίο, άλλα σε κοψομεσιάζει. Έφτιαξε και το μαξιλάρι πίσω του, έβγαλε από την τσάντα στη ντουλάπα μερικές πετσέτες τις έβρεξε και τον έτριψε στην πλάτη. Κράτησε μια καθαρή για προσκέφαλο. Ξανακάθισε και απλώς κοίταζε τον πατέρα του. Εκείνος του είπε ότι έτσι τον κοιτούσε μικρός όταν είχε απόρροιες στα μαθήματα. Του έδειξε την εφημερίδα και τον ρώτησε ποιος λέει να αντέξει περισσότερο η κρίση ή εκείνος. Εσύ πατέρα είπε και του έπιασε το χέρι.
 Ήθελε να του χαϊδέψει το κεφάλι όπως παλιά και αφού δεν μπορούσε με το χέρι, το έκανε με το βλήμα λέγοντας του ότι η αλήθεια είναι ότι είχαμε μια σειρά γενεών που μόχθησε και βάφτηκε με αίμα για να υπάρχει η χώρα. Έπειτα από τον Β' ΠΠ ήρθε μια γενιά αυτοδημιούργητων και ύστερα ακολούθησε μια γενιά ανθρώπων που θέλησε να αποτινάξει αυτού του είδους τον μόχθο από πάνω της. Που τα ήθελε όλα εύκολα. Όχι για κακό, απλά για να μην τραβήξει όσα οι προηγούμενοι. Και σε αυτό βρήκε την ηθική συμπαράσταση γονέων και παππούδων. Δυστυχώς το πράγμα ξέφυγε και καταλήξαμε στην πνευματική πρωτίστως και στην σωματική δευτερευόντως οκνηρία. Οι πολιτικοί μας είναι παιδιά των αδυναμιών μας και όχι των δυνάμεων μας. Εκεί είναι το πρόβλημα. Στον καθένα. Στην προσωπική ευθύνη. Δεν μας έλειψαν τα σχεδία, δεν μας έλειψαν οι φιλοδοξίες. Αυτό που έλλειψε ήταν οι μέθοδοι, ήταν η επιμονή, ήταν ο μόχθος. Μπήκε μια νοσοκόμα, έφερε το θερμόμετρο, σημείωσε στην καρτέλα του. Είστε καλύτερα του είπε. Είσαι μια κούκλα της απάντησε. Εγώ λέω καλύτερα ψέματα από εσάς του ξανάπε εκείνη.
Μόλις έφυγε ο γιος του είπε ότι οι γιατροί θα περνούσαν σε καμία ώρα και μέχρι τότε θα είχε έρθει και η υπόλοιπη οικογένεια. Τον απέτρεψε να ασχολείται μετά της κρίσης. Του είπε να ασχολείται με την υγεία του και να κοιτάξει να αναρρώσει να γυρίσει σπίτι. Παιδί μου στόχος των γιατρών είναι να σταθεροποιηθώ, απάντησε. Έτσι είπαν στη μητέρα σου. Στην κατάσταση μου είπε τι αξία έχει η σταθεροποίηση; Κανείς δεν σου λέει ότι θα γίνω καλύτερα  οπότε το μόνο λογικό συμπέρασμα είναι ότι θα γίνω χειρότερα. Πράγμα που με οδηγεί στο να αδιαφορώ για μένα. Όχι, όμως και αυτή η χώρα. Θα γίνει χειρότερα πριν ξαναγίνει καλύτερα  Αυτή τη στιγμή είμαστε σαν κάποιο που μετά το σεισμό σηκώνεται μέσα στα μπάζα. Για να βγει, να σωθεί, πάνω στα μπάζα στηρίζεται και το πιθανότερο είναι, αφού τα έχασε όλα, από μπάζα να φτιάξει το πρώτο του κατάλυμα. Κάποιοι θέλουν να πιάσουν μυστρί να κτίσουν το καινούργιο, κάποιοι κοιτούν και τινάζουν τα ρούχα τους και περιμένουν κάποιος να τους δώσει μια έτοιμη λύση. Ακόμη έχουμε τα παλιά υλικά στα χέρια μας. Τα σημερινά κόμματα είναι όλοι παλιά υλικά και μπάζα, ακόμη και τα νεοεκλεγέντα. Είναι το λυκόφως της παλιάς εποχής. Ποτέ θα βρεθεί το καινούργιο; Όταν αναλάβουμε τις ατομικές μας ευθύνες. Σε αυτό δεν είμαι αισιόδοξος.
Ακούστηκε ένα χτύπημα στη πόρτα και μετά μπήκε η μικρή του κόρη που τον αγκάλιασε και τον φίλησε. Η γυναίκα του φιλούσε τον γιο τους γεμάτη έκπληξη που βρέθηκε εκεί τόσο νωρίς χωρίς να το ξέρει κανείς. Ύστερα αντάλλαξαν αγκαλιές. Ρώτησαν για το επερχόμενο μωρό, άλλα ούτε για τσάντα για νοσοκομείο ρώτησαν, ούτε για υπερήχους. Μόνο εκείνος πηρέ το λόγο και τους είπε ότι δεν είχε σκοπό να φύγει πριν βγει το πρώτο του εγγόνι. Ότι ήθελε να κοιμηθεί και να τα πουν αυτοί στον διάδρομο. Η κόρη του έκλεισε την κουρτίνα, όλοι μαζί τον κατέβασαν λίγο πιο χαμηλά. Θα περνούσε και ο γιατρός σε λίγο και βγήκαν στον διάδρομο να περιμένουν. Έκλεισε τα μάτια, θυμήθηκε τις γέννες των παιδιών του και είδε εικόνες από βαφτίσεις. Θυμήθηκε τους γονείς του, τους παππούδες του. Ένα δυο βήματα είχε ακόμη μπροστά του να παραδώσει την σκυτάλη. Μια τελευταία στροφή Θεέ μου, σκέφτηκε, δώσε μου τη δύναμη για μερικά μετρά ακόμη.

Δευτέρα 1 Απριλίου 2013

Brainstorming



Όταν με ειδοποίησαν ότι θα έπρεπε να παραστώ σε ακόμη ένα συμβούλιο σχετικά με το μέλλον της εταιρείας, ασυναίσθητα το χέρι μου πήγε στο καβάλο του παντελονιού και ταχτοποίησε τα υπάρχοντα του για τις επόμενες ώρες.  Ύστερα πηρά το φλιτζάνι του καφέ και το έριξα στο νεροχύτη της κουζίνας του προσωπικού. Θυμήθηκα ότι η Χάρη είχε παραιτηθεί γιατί η εταιρεία της όφειλε μερικούς μισθούς και μετά τη τελευταία περικοπή δεν τη συνέφερε το πήγαινε έλα με το αυτοκίνητο από την άλλη άκρη της πόλης. Έπλυνα το φλιτζάνι, σκούπισα τα χέρια μου και αποφάσισα να πάω  τουαλέτα, ώστε να είμαι απερίσπαστος να συνεισφέρω στο μέλλον της επιχείρησης.
Στην αρχή της κρίσης, κάθε φορά που καλούσα κάποιον υπάλληλο στο γραφείο μου έβλεπα στα μάτια του το πρώτο που σκεπτόταν ήταν ότι θα επακολουθούσε η ανακοίνωση της απόλυσης του. Έπειτα με κοίταζαν με την απόρροια του πόσο θα τους κόψουμε το μισθό. Τώρα φτάσαμε στο σημείο να με κοιτούν σαν μπουχτισμένες πόρνες έξω από εξαθλιωμένο οίκο ανοχής, να με κοιτούν με ζωγραφισμένη την απόρροια του τι άλλο θα τους ζητήσω. Έπειτα από κάθε περίσταση τέτοιου είδους ανατρέχω νοερά στα σεμινάρια για το coaching των υπάλληλων που κάναμε πριν από πέντε έξι χρόνια. Στο ξόδεμα σε συμβούλους και διαβουλους…  Τώρα είμαστε σαν συνένοχοι σε ενδοοικογενειακό βιασμό. Ομερτα. Δεν μιλάμε, δε ρωτάμε, δεν απορούμε, δε θυμώνουμε. Ούτε εμείς αυτούς, ούτε αυτοί εμάς. Περιμένουμε.
Βγήκα στον διάδρομο και θαύμαζα τα άδεια γραφεία. Στα νοητικά κενά της εργασίας μου προσπαθούσα να εμπνευστώ ένα αλγόριθμο που θα σύνδεε τα γραφεία αυτά με τα κλειστά καταστήματα. Ματαιοπονούσα. Κάποιο σεμινάριο για οικονομολόγους θα κάλυπτε και αυτό το αντικείμενο. Έβαλα στοίχημα με τον εαυτό μου ότι πάλι κοστολόγηση και ρευστότητα θα ήταν τα θέματα στη συζήτηση. Ποσά πράγματα είχαμε κάνει από την προηγούμενη συνάντηση, τι άλλαξε μέσα μας, έξω μας, λίγο πιο έξω, έως το άπειρο και ακόμη παραπέρα… Δεν ένιωθα καμία διάθεση να συμμετάσχω. Έπρεπε να βρω ένα τρόπο να κάτσω σε μια γωνιά και να προσποιηθώ ότι άκουγα, χωρίς κανείς να με ρωτήσει το οτιδήποτε. Όταν κρατάς σημειώσεις φαίνεται καλυτέρα. Όχι πολλές, όμως, μην νομίζουν ότι «φακελώνεις» κάποιον. Τόσες όσες χρειάζεται για να δημιουργείται η εντύπωση ότι συμμετέχεις. Οι υφιστάμενοι σου ζητούν να ακροβατείς στο κενό της ανεργίας, οι προϊστάμενοι στο άπειρο της έμπνευσης. Η κατάσταση είναι τόσο δύσκολη που εάν είχες τη λύση θα την μοσχοπουλούσες σε πλειστηριασμό, όχι για ένα κομμάτι ψωμί που κατάντησαν οι μισθοί.
Όπως και να το κοιτάξεις το πράγμα, η μονή λύση που έχει απομείνει είναι η παρθενογένεση. Να δημιουργήσεις θέσεις εργασίας από το πουθενά, λεφτά από το απολυτό μηδέν, πελάτες από το τίποτε. Το χειρότερο είναι ότι δεν έχεις έξι μέρες όπως ο Θεός, ούτε έξι ώρες δεν σου δίνουν. Από χθες έπρεπε να ήταν όλα έτοιμα, όπως έλεγε και ένα από τα προηγούμενα αφεντικά μου. Είναι ωραία αυτά τα ρητά. Τα θυμόμαστε και γελάμε, είτε θετικά, είτε ειρωνικά. Κανείς δεν ξέρει ποιο είναι το αποτέλεσμα που επιφέρουν. Εάν το πεις μια φορά στον κατάλληλο χρόνο θα είναι μάλλον θετικό. Δυστυχώς όμως οι άνθρωποι έχουν την τάση να επαναλαμβάνουν τη μέθοδο της στιγμιαίας επιτυχίας τους, προεξοφλώντας το αποτέλεσμα, και αυτό που κάποτε ήταν ένα λεκτικό κίνητρο καταντά η σημαία της ανικανότητας τους.
Χαιρέτησα την ιδιαιτέρα του διευθυντή και τι ρώτησα εάν το σακάκι της ήταν καινούργιο. Ήξερα ότι αυτό το κρεμ είχε φορεθεί κατά κόρο φέτος και όταν απάντησε αρνητικά της ανέφερα ότι όλα πάνω της είναι λαμπερά σαν καινούργια. Της έκλεισα το μάτι συνωμοτικά και ρώτησα ποιος είναι μέσα. Ήμουν σίγουρος ότι φορούσε τη ροζ φούστα της και τα κατάλληλα παπούτσια και τσάντα. Πάντα σαν ξανθό κουφετάκι, κάτι ανάμεσα σε Barbie και το παιδί που κάθε μάνα θα ήθελε. Από κάτω, όμως ήταν ένας διάβολος με καταγραφικό, διαφορετικά δε θα ήταν σε αυτή τη θέση. Εάν δεν την πειράξεις δεν θα τύχεις του ενδιαφέροντος της, εάν την πειράξεις πολύ ο μεγάλος από μέσα θα πειράξει εσένα αργά ή γρήγορα. Κάποτε τα ρούχα της τα αγόραζε η επιχείρηση, τώρα τα παίρνει η ίδια. Πέρασα στην αίθουσα. Είμαι ο πιο καινούργιος στην εταιρεία. Οι υπόλοιποι μου φαίνονται σαν τα απομεινάρια μιας αποτυχημένης ροκ μπάντας που είχε χρόνια να κάνει επιτυχία. Τα κενά εδώ και εκεί θύμιζαν αυτούς που αποχώρησαν. Κατά το παρελθόν σε αυτές τις περιστάσεις τα στελέχη περίμεναν τον γενικό διευθυντή. Τώρα ο γενικός ήταν ο πρώτος που βρισκόταν στην αίθουσα. Τα πάρε δώσε με τις τράπεζες ήταν σχεδόν αρχαία ιστορία. Τα είχαν αντικαταστήσει οι δικηγόροι. Με δαύτους οι συζητήσεις γίνονται ή πολύ πρωί ή νωρίς το απόγευμα. Έτσι στο ενδιάμεσο συνεδρίαση. Κατά τ’ αλλά τα καθημερινά τηλεφωνά είναι μόνο για διάδοση της κλάψας και της μιζέριας.
Ο διευθυντής εμπορικού ανέλυσε το πόσο καλά πηγαίνουμε σε σχέση με την αγορά, ότι χάνουμε σε τζίρο αλλά με μικρότερα ποσοστά από τους ανταγωνιστές μας και έτσι είχαμε οριακή αύξηση του ποσοστού μας στην αγορά, ότι σε συνεργασία με το λογιστήριο έπεσε το κόστος των πωλητών και μετά καταλήξαμε στις γνωστές ερωταπαντήσεις του ποιος ξέρει ποιον και ποιος κοιμάται με ποιον στην αγορά. Δεν ένιωθα κανένα ενδιαφέρον για αυτά. Το μόνο που σκεπτόμουν φτιάχνοντας ορνιθοσκαλίσματα στα χαρτιά μπροστά μου ήταν τον πατέρα μου. Είχε ένα μήνα που έφυγε. Σκεπτόμουν το διδακτορικό μου που δεν τέλειωσε, αντίθετα από εκείνον, θυμήθηκα την πρώτη μου δουλειά, που φυσικά πήγα χάρη στις γνωριμίες του και αφού είχε δουλέψει εκεί νωρίτερα. Έφυγα μετά από τέσσερα χρόνια, ενώ εκείνος έχει μείνει για πεντέμισι. Θυμήθηκα τον παππού και τη γιαγιά μου, που είχαν έρθει πρόσφυγες και τον πατέρα μου που τα κατάφερε όλα μονός του, όπως κάθε παιδί της κατοχής. Τις δυο έως τέσσερις δουλειές που έκανε ανά περίσταση για να μας σπουδάσει. Το μόνο που μπορούσα να αισθανθώ ήταν η ήττα της γενιάς μου. Από τη δίκη μας αφετηρία για να σταθούμε στη σύγκριση με τις δυο προηγούμενες έπρεπε να είχαμε καταφέρει πολλά περισσότερα και έτσι όπως καταντήσαμε τη χώρα είμαι σίγουρος ότι από τη κακή αφετηρία που θα παραδώσουμε στα παιδιά μας και αυτά αναλογικά θα καταφέρουν περισσότερα από εμάς.
Ακολούθησαν και άλλες αναφορές ανά τμήμα και έπειτα ο γενικός με κοίταξε σαν να μου ζητούσε να σπάσω την σιωπή μου. Παρατήρησα το πρόσωπο του μήπως και διακρίνω κάποια κρυφή πρόθεση και έπειτα το βλέμμα μου ταξιδέψε στο φως έξω από το παράθυρο, την άνοιξη που κονταροχτυπιόταν με το χειμώνα στη διαδοχή του θρόνου του ουρανού και το μόνο που ήθελα ήταν να πάω στο πάρκο με τα παιδιά μου. Δεν έχω να προσθέσω κάτι σε όσα ακουστήκαν, είπα νωχελικά και βαριεστημένα, και το δικό μας τμήμα, ενώ από μέσα μου περνούσε σε φωτεινή επιγραφή – λωρίδα ο τίτλος  «εποπτικός έλεγχος και εταιρική διακυβέρνηση και ISO και αδειοδότησεις και καταστατικά εταιρειών και λοιπές εργασίες», διαπιστώνει όσα ανέφεραν οι  συνάδελφοι. Παρακολούθησα την επικριτική του γκριμάτσα και πριν προλάβει κανείς να πάρει το λόγο πρόσθεσα ότι είμαστε μια επιχείρηση τριάντα χρονών και δυο γενεών. Όπως μαρτυρά και η μακροβιότητα μας δεν είναι πολλά αυτά που κάνουμε λάθος, δεν είναι πολλά αυτά που χρήζουν αλλαγής, όσο και εάν αλλάζουν οι καιροί. Όπου ήταν να προσαρμοστούμε προσαρμοστήκαμε, όπου ήταν να ανοιχτούμε ανοιχτήκαμε.  Οποιαδήποτε άλλη αλλαγή δεν είναι  θέμα λειτουργίας, αλλά εμπορικής έμπνευσης, προϊοντικής εκτέλεσης και προώθησης. Εχθρός μας είναι η συγκυρία και η απραξία, είτε δίκη μας, είτε κρατική, αλλά καθότι από τη δεύτερη δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε τίποτε, έχουμε μόνο την δίκη μας δράση. Η προσπάθεια μας θα κρίνει την επιβίωση. Ας ορίσουμε μια συνεδρίαση όπου ο καθένας θα φέρει ένα προϊόν προς συζήτηση και ένα πλάνο σχετικά με αυτό και βλέπουμε. Η εσωστρέφεια μόνο γκρίνια μπορεί να μας φέρει.
Μετά από μερικές ακόμη αμπελοφιλοσοφίες σαν τις δίκες μου, τέλειωσε η συνεδρίαση και ενώ πηγαίναμε προς τα γραφεία μας, στο διάδρομο με πλησίασε ο Νικακης των πωλήσεων και μου είπε να πηγαίνω με το μαλακό μην και του φάω τη θέση και ότι το λογύδριο αυτό έπρεπε να το είχε κάνει εκείνος. Τον καθησύχασα ότι δεν έχω ταλέντο πωλητή, ούτε Ferrari δεν μπορώ να πουλήσω και γύρισα στο γραφείο μου. Βρήκα τρεις φάκελους. Ο ένας είχε στατιστικά για την εθνική υπηρεσία, ο άλλος για την τράπεζα και ο ένας τρίτος ήταν ένα σχέδιο νόμου που θα ρύθμιζε κάτι που προφανώς είχε απορρυθμιστεί, αλλά σε μια πρώτη ανάγνωση δημιουργούσε περισσότερα ερωτήματα από αυτά που απαντούσε. Σκανάρισα το έγγραφο και παρέθεσα στην άκρη του pdf τις παρατηρήσεις μου. Το έστειλα στο νομικό τμήμα και απόρησα, όχι τόσο για τη προχειρότητα του σχεδίου, αλλά για το άγχος που έβγαζε η γραφή του. Ήταν φανερό ότι κάποιος είχε μπερδευτεί από το πολύ copy paste. Υπήρχαν φράσεις που δεν είχαν συντακτικό νόημα, όσο αυτό είναι εφικτό όταν γράφεις «η λέξη Μήτσος, στην παραγρ.5 του άρθρου 6, του Ν.2109/10 αντικαθίσταται από τη λέξη Γιάγκος. Καταράστηκα την ώρα και τη στιγμή που τα χρήματα για τη κρατική μηχανογράφηση πήγαν πιθανότατα για αφισοκόλληση και άλλες όμοιου τύπου επενδύσεις, συμπεριλαμβανόμενου της αποκατάστασης του εσωτερικού διαφόρων τσεπών, που δεν μπορεί να υπάρξει ένα ηλεκτρονικό μητρώο εταιρειών όπου αυτές να αναρτούν τα οικονομικά τους στοιχεία και έπειτα να έχουν εκεί πρόσβαση κρατικοί οργανισμοί και πιστωτικά ιδρύματα κατόπιν άδειας της κάθε εταιρείας. Τώρα έπρεπε για άλλη μια φορά να αποδώσω την ερμηνεία του ισολογισμού που ζητά η κάθε υπηρεσία. Μια για την Εθνική Στατιστική και μια για την τράπεζα. Τι τους κάνουν τους υπάλληλους εκεί παραμένει απόρροια μου, όπως και γιατί δεν μπορούν να βρουν  τον ισολογισμό μας και να συμπληρώσουν μονοί τους τα στατιστικά τους και πρέπει εμείς να κάνουμε τη χαμαλοδουλειά για πάρτη τους.
Πάνω που έλεγα να αρχίσω το θεάρεστο έργο της στατιστικής μπούκαρε στο γραφείο μου ο Πλευριδης, προϊστάμενος του λογιστηρίου. Το έσωσες σήμερα μου είπε. Πάνω που νόμιζα ότι θα το ‘τρωγες το κεφάλι σου από τη βαρεμάρα που ανέβλυζες, έβαλες το γκολ της σαγήνης. Έχω ένα κορμί σαν χέλι, απάντησα, και χορεύω τσιφτετέλι. Με τον Γιάννη είχαμε γίνει φίλοι, έτσι και αλλιώς το ξενυχτούσαμε εδώ μέσα αρκετές φορές, είχαμε πολλά πάρε δώσε και οι πίτσο-μπύρες έδιναν και έπαιρναν τα απογεύματα του Απριλίου και του Μάιου που η δουλειά μας κρατούσε μέχρι αργά. Πως τα βλέπεις ξαναρώτησε, τι προϊόν θα φέρεις στη συζήτηση, γιατί πίστευε ότι κάτι θα είχα στο μυαλό μου. Παραξενεύτηκε όταν του είπα ότι δεν είχα ιδέα, δεν πίστευε ότι όσα είπα ήταν απλώς μια υπεκφυγή. Δεν είναι του χαρακτήρα μου, αλλά πραγματικά δεν έχω καμία άμεσα πραγματοποιήσιμη ιδέα, παρ’ ότι ξέρω ότι μόνο εκεί  είναι η λύση. Αυτή τη στιγμή, συνέχισα, το πιο φθηνό πράγμα σε αυτή τη χώρα είναι οι άνθρωποι. Εάν προκύψει μια δουλειά που χρειάζεσαι άτομα για να την κανείς σου βγαίνει πάμφθηνα. Το θέμα είναι ότι δεν υπάρχουν δουλειές για άτομα, υπάρχουν μόνο επενδύσεις σε εξοπλισμούς που μειώνουν την ανθρωπινή παρέμβαση. ΟΙ ιδέες που έχω χρειάζονται ευρύτερα σχήματα που να εμπερικλείουν καμία φορά και κρατικούς οργανισμούς η ΔΕΚΟ. Δηλαδή μια εταιρεία taxi - courier εντός πόλης αυθημερόν με οχήματα μεικτής χρήσης ατόμων και μικροδεμάτων που θα είναι ηλεκτροκίνητα, όπου θα συμμετέχουν εταιρεία εναλλακτικών πηγών ενεργείας, εταιρεία ραδιοταξί, εταιρεία logistics, εταιρεία λογισμικού και εταιρεία κατασκευής οχημάτων.
Επίσης έχω και άλλη επενδυτική ιδέα. Οι πόλεις μας χρειάζονται πράσινο, τα κτίρια χρειάζονται ενεργειακές παρεμβάσεις και έχουμε πολλούς ανέργους. Θα μπορούσαμε να φτιάξουμε ένα επενδυτικό πρόγραμμα όπου θα δημιουργηθούν συνεταιρισμοί ανά συνοικία που θα εκμεταλλεύονται γεωργικά ταρατσοκήπους, που θα τους καλλιεργούν άνεργοι από κάθε συνοικία και θα έχουν θέση πώλησης των εμπορευμάτων τους μόνο στη λαϊκή αγορά της περιοχής τους. Προϊόντα όπως φράουλες, μυρωδικά, ότι θέλει ο καθένας ή ότι αποφασίζει κάποιο αρμόδιο γραφείο της Νομαρχίας της κάθε περιοχής. Έτσι θα είχαμε μετατροπή ανέργων σε επιχειρηματίες, εξοικονόμηση ενεργείας από τα κτίρια και μείωση καυσαερίων, καθώς τα προϊόντα θα διανύουν μικρότερες αποστάσεις με ταυτόχρονη αύξηση του πράσινου. Αυτά είναι όνειρα θερινής νυκτός σε αυτή τη χώρα, ανταπάντησε. Στο χωριό μου έχει ανεπτυγμένη κτηνοτροφία. Τους πρότεινα σε ένα συμβούλιο, που έτυχε να βρίσκομαι εκεί, να ενωθούν οι κτηνοτρόφοι σε ένα συνεταιρισμό όπου θα κάνουν τα εκτροφεία τους επισκέψιμα, όπως έχουν γίνει οι αμπελώνες, που θα συνεργαστούν και θα διευρύνουν και το αγροτουριστικό κομμάτι, αργότερα, με τους γεωργούς, που θα συνδυάσουν τις καλλιέργειες με τις ανάγκες και σε ζωοτροφές και έπειτα να δέσουν το όλο πράγμα με το λαογραφικό μουσείο που έχουμε, με τις τοπικές γιορτές και σίγα σίγα με άλλες εκδηλώσεις που θα πρόσθεταν και να φέρνουν κόσμο στο χωριό και να έχουν δουλειές όλο τον χρόνο. Ξέρεις τι μου απάντησαν, εκτός από ότι αυτά δεν γίνονται, μια φορά τρεις από τους κτηνοτρόφους είπαν να κάνουν κοινές αγορές ζωοτρόφων και ο ένας πήγε και χτύπησε την τιμή μετά πίσω από την πλάτη των άλλων δυο…
Εάν πεις σε όλους αυτούς για τη Βερόνα και την εκμετάλλευση των Ρωμαίο και Ιουλιετας φτιάχνοντας ένα μπαλκόνι που αναπαριστά τον μύθο θα σε κοιτούν σα χαζό. Εάν τους πεις ότι το να έρχεται το άγιο φως το Πάσχα με τιμές αρχηγού του κράτους δεν είναι παράδοση, αλλά εφεύρεση των τελευταίων ετών από τουριστικό γραφείο που συνεργαζόταν με τη Μητρόπολη θα σε αποκαλέσουν άσχετο. Δεν μπορούν να φτιάξουν ένα νοηματικό πακέτο για τον τόπο τους το οποίο μετά να μπορούν να το εμπορευτούν. Το θέμα είναι να βρεις τι χρειάζεται ο άλλος, είτε σε είδος, είτε σε πεποίθηση, να το πακετάρεις, να το αγοράσει. Δες τους πολιτικούς μας, δες ποσο ατσαλα χρησιμοποιουν το πολιτικό μάρκετινγκ, δες πόσο έξω είναι από την αγορά τους, πόσο απομακρυσμένοι είναι, ενώ συγχρόνως έχουν πνιγεί μέσα στην ιδία τους την αυλή και τις απαιτήσεις της. Αυτοί είναι οι πιο σπουδαγμένοι μας, οι καλύτεροι μας … Συμφωνώ μου είπε, μόνο που αυτοί δεν ρισκάρουν με τα χρήματα τους, δεν ρισκάρουν με τις ζωές τους, δεν ρίσκαραν μέχρι πρόσφατα ούτε καν με την υστεροφημία τους. Είχαν συμπεριφορά ιερατείου. Εκπορευόταν από την αιωνιότητα, διαμέσου της αιωνιότητας... Για αυτό η κρίση μας ήταν απαραίτητη, απάντησα, για να πετάξουμε τη μούχλα από πάνω μας και να αναζωογονηθούμε πνευματικά. Αλλά μέχρι στιγμής το μόνο που βλέπουμε είναι αντίσταση στις επιβεβλημένες αλλαγές. Είναι και η τριβή της διαπάλης των συμφερόντων που θέλουν να εξασφαλίσουν θέση στο σκηνικό, συμφώνησε διαφωνώντας. Μας διέκοψε το τηλέφωνο, είχε έρθει ένα δέμα για μένα, αλλά ο κλητήρας της εταιρείας έλλειπε με αναρρωτική άδεια. Επομένως ή θα πήγαινα να το παραλάβω από το ταχυδρομείο ή θα περίμενα από εβδομάδα να γυρίσει ο υπάλληλος.
Άντε σε αφήνω μου είπε και βγήκε τόσο γρήγορα όσο είχε μπει στο γραφείο. Είχε αναπτυχτεί ένας φόβος γύρω από τα τηλέφωνα. Δεν περίμενες να ακούσεις και καμία καλή είδηση. Στην αρχή, όταν κουδούνιζε κάποιο στα γραφεία των υπάλληλων, μόνο που δεν φώναζαν πυροτεχνουργό να το σηκώσει. Κάθε τηλέφωνο διέκοπτε οποιαδήποτε άλλη ενεργεία και περιμέναμε να δούμε το πρόσωπο του αλλού, σαν συγγενείς έξω από την εντατική που περιμένουν τον συγγενή που μπήκε μέσα, να τον δουν και να καταλάβουν.  Αποφάσισα να πάω με τα πόδια έως το ταχυδρομείο. Δεν ήταν κοντά, δεν ήταν μακριά. Είχε και ένα παρκάκι ενδιάμεσα. Εντάξει της απάντησα, μετά τη μεγάλη αυτή παύση, θα πάω να το πάρω  σήμερα, ευχαριστώ.  Στη διαδρομή για το ασανσέρ με βρήκε ο Προκοπίου, υπεύθυνος διαφήμισης και ΜΜΕ και καλημεριστήκαμε. Ήμασταν προφανώς στον αντίποδα σαν χαρακτήρες. Δεν μου είχε κάνει, ούτε του είχα κάνει τίποτε. Αλλά είναι ο άνθρωπος που στα λόγια μπορεί να φτιάξει τον κόσμο. Σου περιγράφει πως κόβει τα νυχιά του και νομίζεις ότι μπροστά σου εξελίσσεται υπερπαραγωγή του Χόλλυγουντ. Τελικά στους διάδρομους συναντάς μόνο τους μεγαλοκαρχαρίες σε αυτή την εταιρεία. Οι υπάλληλοι λουφάζουν στα γραφεία μέχρι να σχολάσουν και πηγαίνουν ή στη τουαλέτα ή στις εκτυπώσεις και τα φωτοτυπικά. Άκουσες, με ρώτησε, για τη μεταφορά της Πρωτομαγιάς, την πήγαν την τρίτη ήμερα του Πάσχα. Αυτοί είναι ακόμη στην εποχή των δημοσίων υπάλληλων. Μα οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν έχουν πλέον λεφτά. Ότι αγορά έχουμε την κινούν πλέον οι ιδιωτικοί που έχουν απομείνει. Αυτοί θα πάρουν δώρο Πάσχα. Άσχετα από το γεγονός ότι είναι χαζό πράγμα η μεταφορά επετείων, τουλάχιστον βάλτε τη δεκαπέντε μέρες μετά το Πάσχα, να κινηθεί η αγορά δυο σαββατοκύριακα. Μάλλον το έκαναν για να μην σπαταλάμε βενζίνη του είπα πειράζοντας τον. Τώρα, όμως, πρέπει να τρέξω να αναπρογραμματίσω τα διαφημιστικά μας πακέτα μου απάντησε και χώθηκε στο γραφείο του να κλείσει τα ραντεβού που χρειαζόταν για αυτό.
Εάν η κρίση κατάφερε τέτοια πραγματιστική μεταμόρφωση στον Προκοπίου πρέπει να είμαστε σε καλό δρόμο, σκέφτηκα. Κατέβηκα στο ισόγειο και χαιρέτησα το θυρωρό. Μου φαινόταν αναχρονισμός, αλλά τώρα μου φτιάχνει τη διάθεση μόνο και μόνο που τον βλέπω να διατηρεί τη θέση του. Πήγα στο πλησιέστερο φούρνο, πηρά μερικά κουλούρια και από μια καφετερία που ξέρω ότι δίνει και σε πλαστικό ποτήρι, πηρά ένα καφέ. Έστριψα προς το ταχυδρομείο και δυο τετράγωνα μετά σταμάτησα στο πάρκο. Ήταν μικρό, αλλά καταπράσινο. Ίσως επειδή ήταν αφρόντιστο. Ίσως επειδή είχε μόνο δυο παγκάκια. Κάθισα δίπλα σε έναν άστεγο. Είδα ότι τα παπούτσια του κάποτε ήταν ακριβά. Απολάμβανε τον Ήλιο, είχε ανοίξει τα χέρια για να τον χτύπα κατάστηθα. Μάλλον αποτίναζε τη βραδινή υγρασία. Άνοιξα και ‘γώ με τη σειρά μου τα χέρια μου, έκλεισα τα μάτια μου και το τηλέφωνο, για να διώξω τα σκοτάδια των σκέψεων μου και το έριξα στη φωτοσύνθεση. Ανάμεσα στους ήχους της πόλης μπορούσες να ακούσεις και τα  πούλια. Το πάρκο αυτό είχε ένα παράξενο χαρακτηριστικό. Περίοικοι είχαν παπαγάλους που τους απελευθέρωναν το πρωί και ερχόταν εδώ. Για κάποιο λόγο αυτό ήταν το στέκι τους. Ένας μικρός παράδεισος. Όταν το μυαλό μου καθάρισε, ξανάνοιξα τα μάτια μου και είδα τη δυσπιστία του διπλανού μου. Έβγαλα ένα κουλούρι για μένα και προσπάθησα να του δώσω τα υπόλοιπα. Δεν κινήθηκε, μόνο με κοιτούσε παράξενα. Τον ρώτησα εάν είχε κάποιο ποτήρι. Μου πρότεινε ένα πλαστικό και του έχυσα τον μισό καφέ μέσα. Πήρε τη σακούλα και με ευχαρίστησε. Μιχάλης του είπα. Γρήγορης απάντησε. Τι σε φέρνει στα μέρη μας, ρώτησε. Τυχαία. Η μοίρα του είπα, η μοίρα μας φέρνει και μας παίρνει. Σήμερα φαινόμαστε παράταιροι και αύριο φαινόμαστε ίδιοι. Α φίλε μου, ένας χαρτογιακάς με συνείδηση. Είναι τιμή μας να σε έχουμε ανάμεσα μας. Με εξέπληξε ο χαρακτηρισμός. Δεν μπορούσα να καταλάβω την ηλικία του. Τι δουλειά έκανες τον ρώτησα. Φιλόλογος μου είπε. Ιδιαιτέρα, μεταφράσεις, τέτοια πράγματα.
Δε ρώτησα περισσότερα, υποπτευόμουν διαζύγια, τζόγο, κάποιο προσωπικό βίτσιο θα τον έριξε στον δρόμο… Μην το ψάχνεις, πρόσθεσε. Δεν πρόκειται να το κάνω, απάντησα. Αναλογίστηκα ότι σε αυτή τη κοινωνία σου γνωρίζουν τα πάντα για την επιτυχία και τίποτα για την αποτυχία. Για αυτή ότι μαθαίνεις το πληρώνεις μονός σου. Εκεί ξεχωρίζουν οι άνθρωποι, στο πως ανεβαίνουν και στο πως πέφτουν. Στην αξιοπρέπεια. Τελευταία, όμως η κατάσταση είναι μπερδεμένη, γιατί οι αποτυχημένοι αναμειγνύονται με τους δυστυχισμένους, με αυτούς που το χέρι της μοίρας τους έριξε από την πορεία τους. Από μια άποψη χαίρεσαι όταν συναντάς αποτυχημένο, σαν ένα χαιρέκακο αίσθημα εκδίκησης για τους δυστυχισμένους να παίρνει το πάνω χέρι. Ψυχανάλυση του πάρκου. Σαν το κουτσομπολιό του καφενείου.  Του ανέφερα μια ευγενική περίληψη όσων σκεπτόμουν. Πρέπει να ακούς τα αισθήματα μέσα σου, έλεγε ο πατέρας μου, πρέπει να ακούς και τη λογική σου και ύστερα να αποφασίζεις με βάση την εμπειρία σου. Από τη μια είναι το ζωικό ένστικτο και από την άλλη ο επιστήμονας. Από τη μια τα αισθήματα, από την άλλη τα επιχειρήματα. Από την μια οι ορέξεις, από την άλλη οι επιφυλάξεις. Δεν υπάρχει λάθος, δεν υπάρχει σωστό εκείνη τη στιγμή. Αυτοί οι χαρακτηρισμοί είναι για μετά το αποτέλεσμα, όταν είμαστε πολλοί μαζί και συγκρινόμαστε. Κάθε απόφαση είναι και ένα μικρό ή μεγάλο ρίσκο και παίρνεται στην απόλυτη μοναξιά.
Από μια μεριά έχεις δίκιο είπε. Από την άλλη… Υπάρχει η παράδοση, υπάρχουν τα βιβλία, υπάρχουν γονείς και οικογένειες, υπάρχουν σχολεία. Όταν αυτά λειτουργούν ελαφρώνουν το βάρος των αποφάσεων. Παλιά υπήρχαν και οι ιδεολογίες. Τις κατηγόρησαν, ίσως και δικαία, και έπειτα τις λοιδόρησαν. Αλλά όταν χάνεται η ιδεολογία μένει το ανθρώπινο κτήνος, μένει ο αρχέγονος κυνηγός. Τώρα μας άφησαν μονούς με τον καπιταλισμό. Αυτός είναι ένας παράξενος ιός. Παίρνει το λίγο του φτωχού και το κάνει πολύ. Μια ασπρόμαυρη τηλεόραση γίνεται έγχρωμη. Συγχρόνως ο πλούσιος γίνεται πλουσιότερος και μάλιστα ταχύτερα από τον φτωχό. Μέχρι σήμερα όλοι ήταν ευτυχισμένοι.  Όσο το ρεγουλάριζαν το πράγμα έβαινε ανεκτά. Τώρα που χάθηκε ο έλεγχος…  Αυτό είναι το παραλήρημα του ιού. Τώρα το παιχνιδάκι χάλασε και οι κυνηγοί βγήκαν να πάρουν το μερτικό τους, ήρθε ο πυρετός, ήρθε η εφίδρωση.. Έφεραν το παιχνίδι στα μέτρα τους. Κατακερμάτισαν τον πολιτικό λόγο σε τηλεοράσεις, ιντερνέτ, μη κυβερνητικές οργανώσεις, τοπικές επιτροπές και αλλά τινά, ώστε να νομίζει κανείς ότι παράγεται έργο χωρίς να λερώνει τα χέρια του με τα κόμματα. Ότι η βρώμα είναι εκεί και αυτός είναι καθαρός. Εάν θέλεις αλλαγή πρέπει να αλλάξεις την πολιτική. Όταν οι αυταπάτες του παρελθόντος κατέπεσαν οι άνθρωποι έμειναν με το εμπόριο και έγιναν κυνικοί, είπε. Πίστεψαν ότι έπρεπε να υπάρχει αποτέλεσμα και έφτιαξαν την ρεαλιστική πολιτική. Όλα κρίνονται πια εκ του αποτελέσματος. Τα νούμερα.
Το θέμα είναι ότι σε αυτό το ρεαλιστικό πλαίσιο, κανείς δεν έχει να αντιτάξει μία εφαρμόσιμη αντιπρόταση, είπα. Κανείς δεν κομίζει κάτι καινούργιο. Ούτε και πρόκειται, με διέκοψε. Το κυνήγι του αποτελέσματος μας κάνει συντηρητικούς, πηγαίνουμε στα σίγουρα. Το νέο θέλει κόπο και θυσίες, ρίσκα και μόχθο. Εσύ θέλεις να μείνεις σπίτι να δεις τηλεόραση. Να πληρώσεις το δάνειο, να μπορείς να πας σε εστιατόριο την οικογένεια σου… Τέλειωσε ο καφές. Χαιρέτησα και έφυγα, έχω ένα πακέτο να πάρω του είπα, τα ξανάλεμε.