Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Φασισμός

Φασισμός, τι να είναι και πως φυτρώνει; Ας αναρωτηθούμε που θα μπορούσε να λάβει χώρα εγκληματικό επεισόδιο όπως το χθεσινό (18/9/2013), πίσω από τον σταθμό των ΚΤΕΛ και τον σιδηροδρομικό ή στην νέα παράλια της Θεσσαλονίκης; Μήπως σπόρος του ναζισμού είναι η μορφή των πόλεων μας; Μήπως σπόρος του ναζισμού είναι η κομματική γραμμή; Μήπως είναι τα μονόχορδα μέσα ενημέρωσης; Μήπως πολύς κόσμος δεν έχει αντιπροσώπευση; Μήπως κάποιοι από αυτόν τον κόσμο αισθάνονται αδύναμοι να αντιδράσουν; Μήπως κάποιοι άλλοι βλέπουν την αδυναμία αυτή ως το μέλλον τους και αντιδρούν από φόβο; Μήπως αυτοί οι άνθρωποι βρίσκουν καταφύγιο σε ναζιστικά κόμματα για να γίνει η δουλειά τους ή για να μην γίνει πραγματικότητα ο φόβος τους; Μήπως αυτά τα άτομα δεν έχουν την παιδεία να καταλάβουν ότι προσαρτούμενοι στο φασισμό γίνονται απλώς το αριθμητικό του άλλοθι, το σκαλοπάτι που πάνω του πατεί και αργότερα θα τους πατήσει. Γιατί τι είναι ο φασισμός παρά μια δημοκρατία της μονομέρειας, δηλαδή των πολλών. Τα νούμερα θα κάνουν τον φασισμό καθεστώς και πάνω τους θα πατήσει για να σβήσει όλα τα άλλα. Μια δημοκρατία που δεν σέβεται μειονότητες, μια δημοκρατία μουγκή.
Κάθε φορά που πνίγηκε ένας διάλογος ήταν το σπέρμα του φασισμού. Και κάθε μέρα πνίγονται διάλογοι για να μπορεί να γίνεται γρήγορα η δουλειά, για να μπορούν να παίρνονται αστραπιαία αποφάσεις, για να υπερισχύσει η μια άποψη ή προϊόν. Για να προλάβουμε να ζήσουμε καλύτερα βιαστήκαμε να πεθάνουμε πνευματικά; Γιατί κατά βάσει ο φασισμός επικρατεί επειδή είναι βολικός…

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Σχολείο

-Μπαμπά, γιατί πηγαίνω σχολείο;
-Παιδί μου είναι απλό. Μόνο που πρώτα πρέπει να σου πω μια ιστορία.
-Ναι μπαμπά, μου αρέσουν τα παραμύθια.
-Λοιπόν έχουμε μια χώρα, την Ευρώπη. Στην οποία έχουμε μια πληγή, μια οικονομική πληγή. Κάποιοι έπαιξαν στοίχημα και έχασαν. Στην πληγή που άνοιξαν μας παρέσυραν πολιτικά να συμβάλλουμε όλοι. Τώρα αυτό που αποφάσισαν οι σοφοί πολιτικοί της Ευρώπης ήταν κρατήσουν ένα κλειστό κύκλωμα, το ευρώ, μέσα σε ένα ανοικτό σύστημα, το παγκόσμιο εμπόριο και τη διακίνηση χρήματος, ελπίζοντας ότι τις απώλειες της πληγής θα τις καλύψουν οι εγκλωβισμένοι γηγενείς και τα απόνερα - εξαγωγές που παίρνει το σύστημα από τον έξω κόσμο, χωρίς να συμβάλλουν τίποτε όσοι το έφεραν σε αυτό το σημείο.
-Μπαμπά δεν καταλαβαίνω τίποτε.
-Κοίτα παιδί μου. Τα πράγματα το σχολείο στα κάνει πιο απλά. Από την αρχή διατήρησης της ενεργείας ξέρεις ότι ένα κλειστό κύκλωμα όταν έχει απώλειες που δεν αναπληρώνονται με τον ίδιο ρυθμό που αυτό χάνει, τότε το κύκλωμα χάνει ενεργεία μέχρι που κάποια στιγμή παύει να μας δίνει οτιδήποτε παρήγαγε. Επίσης, γνωρίζεις ότι όταν θέτεις ένα κλειστό σύστημα μέσα σε ένα ανοικτό, τότε το πιθανότερο είναι το κλειστό σύστημα να καταλυθεί από το ανοικτό λόγω της εντροπίας και της θεωρίας του χάους. Όσα εμπόδια παραθέτεις απλώς αυξάνουν την αδράνεια του συστήματος, αλλά δεν το καθιστούν σταθερό, διότι στην οικονομία το ρολό της εντροπίας παίζει η πλεονεξία… Και κάνεις δεν ασχολείται με τα οικονομικά εάν δεν είναι άπληστος. Είναι σαν να ζητάς από έναν αθλητή να χάνει. Οπότε η λύση του προβλήματος είναι η άμβλυνση της πλεονεξίας και όχι η τιμωρία της ανοχής των θυμάτων.
-Εκτός της φυσικής και των μαθηματικών  τα υπόλοιπα που μου χρησιμεύουν;
-Όταν κάποιος καλείτε να διαχειριστεί μια τέτοια κατάσταση επικοινωνιακά πιστεύεις ότι θα βασιστεί στην αλήθεια, λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιβίωση του στηρίζεται στις χορηγίες των άπληστων;
-Μάλλον όχι, αφού η φυσική και τα μαθηματικά τον διαψεύδουν;
-Πως θα καταλάβεις εσύ το ψέμα του;
-Έλα μου ντε;
-Η ιστορία μας διδάσκει τα λάθη που έκαναν οι προηγούμενοι. Κάνεις δεν μπορεί να σου πει το σωστό. Μπορεί, όμως, να σου πει το λάθος. Το σωστό το φτιάχνει αυτός που μένει να γράψει την ιστορία. Το λάθος είναι πασιφανές. Όσοι Ευρωπαίοι καταφέρονται εναντίον άλλων λαών της Ευρώπης τι αντιπροσωπεύουν; Μήπως έχουν περισσότερα να χάσουν εάν χωρίσουν, παρά εάν μείνουν μαζί; Δεν υπάρχει καμία ανάμνηση από τον μεσοπόλεμο; Ήταν τόσο καλυτέρα χώρια και αυτή τη στιγμή σε αυτόν τον κόσμο κάτι τέτοιο θα τους ωφελούσε; Επίσης μελετώντας την ιστορία και την θρησκεία του κάθε λαού γνωρίζεις τα στερεότυπα του, τα όρια του. Γιατί άλλο είναι το άτομο και άλλο το σύνολο. Δες τους Έλληνες. Μεμονωμένα μπορείς να βρεις περίλαμπρους ανθρώπους, όσο και κατάπτυστους, αλλά σαν σύνολο η εικόνα τους είναι άλλη και δεν είναι δεδομένο ότι είναι κάπου στη μέση. Έτσι όταν η Γερμανία έπρεπε να μας εξαπατήσει για να της «επιτρέψουμε» να μας καθοδηγήσει, έπαιξε το προσφιλές προς την ιδία την ψυχοσύνθεση της παιχνίδι των ενόχων. Ποιος άλλος λαός στην Ευρώπη έχει μετανιώσει τόσες φόρες για το παρελθόν του;
-Ιστορία και θρησκευτικά λοιπόν…
-Για το υπόβαθρο ναι. Μας φόρτωσαν ένοχες για λάθη που μας προσάπτουν σαν μοναδικά δικά μας χαρακτηριστικά. Όλες οι απόλυτες ρήσεις περί κοινωνικών θεμάτων κρύβουν ψέμα. Φασισμός, κομμουνισμός, και πολλά αλλά μεγαλόσχημα, όλα κατάντησαν αυνανισμός όταν απολυτοποιήθηκαν. Αλλά το ψέμα το βρίσκεις με τα φιλολογικά. Τις λέξεις και τα διφορούμενα νοήματα τους. Τα ψευδή στις μισές αλήθειες. Τη συγκάλυψη των επιθυμιών μέσα στον πομφό των κάλων προθέσεων. Βρίσκεις τις αλήθειες των λέξεων και τα ψέματα τους.
-Και όλα αυτά το σχολείο;
-Βιολογία; Πως θα ήξερες ότι το βασικό ένστικτο είναι η επιβίωση; Πως θα ήξερες ότι κανείς δεν μπορεί να παραιτηθεί από τη ζωή; Πως όλα διαφοροποιούνται για να μείνουν ζωντανά και ότι στην κρίση αυτή κάποιοι αργοπεθαίνουν γιατί έχασαν την προσαρμοστικότητα τους; Πως θα ήξερες χωρίς τον αθλητισμό ότι οι ομάδες κερδίζουν τα άτομα, γι’ αυτό είναι καλύτερα να είμαστε μαζί, παρά μονός του ο καθένας; Πως θα ήξερες χωρίς την μουσική τον ρυθμό των πραγμάτων, ότι τα πράγματα δεν βιάζονται όλες τις στιγμές, ότι υπάρχουν στιγμές που όλα γίνονται πιο εύκολα και άλλες που μοιάζουν ακατόρθωτα; Πως θα είχες αίσθηση του ωραίου χωρίς τα εικαστικά; Πως θα ήξερες ότι μπορείς να δεις τα πράγματα αλλιώς αρκεί να αφήσεις το μυαλό σου να σκεφτεί και να δημιουργήσει;
-Όλα αυτά το σχολείο;
-Το σχολείο και χωρίς να εξυμνήσουμε κάποιο ειδικό ταλέντο. Απλώς με την συμμέτοχη. Αρκεί να πας και να είσαι δεκτικός.
-Τι θα βγει λοιπόν από όλα αυτά; Τι θα μου μάθει το σχολείο πέρα από το παραμύθι σου.

-Να μην τρως τα σκατά που σου σερβίρουν.

Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

Διαφημίσεις

Βλέπω τηλεόραση – βλέπω την κοινωνία. Ένα παράθυρο στη ψυχή του κάθε Έλληνα. Στην επιχειρηματικότητα στην χώρα, στην οικονομική της κατάσταση, στην αισθητική της, στις σχέσεις των ανθρώπων. Πουθενά δεν φαίνεται αυτό καλυτέρα από τις διαφημίσεις. Θυμάστε τότε που κατακλυζόμασταν από διαφημίσεις για σερβιέτες; Θα πίστευε κανείς ότι είχε βρει τη χώρα των Αμαζόνων. Αργότερα βροχή και καταιγίδα αυτές των αυτοκίνητων. Θα δημιουργούταν στον ξενόφερτο επισκέπτη η εντύπωση ότι η χώρα αυτή είχε τη μισή παράγωγη αυτοκίνητων παγκοσμίως. Να το SIHTIR 1.4 turbo με 200 έξαλλα άλογα για τον οικογενειάρχη που πάει αέρα, χάρη και στην ανοικτή ηλιοροφη. Δώρο με 0% προκαταβολή και έως 90 δόσεις με επιτόκιο δώσε και μένα μπάρμπα.
Τώρα, κοιτώντας τηλεόραση, θα ξεκινήσει κάποιος έρευνα για το εάν οι Έλληνες ανέπτυξαν πλατυαυτία, δηλαδή γενετική τροποποίηση του σχήματος του αυτιού από τη συνεχή πίεση κάποιου τηλέφωνου στην εξωτερική επιφάνεια του. Η προώθηση τηλεπικοινωνιακών παροχών είναι συνεχής. Οι Έλληνες πρέπει να χρησιμοποιούν την ανάσα σαν δικαιολογία για την ομιλία. Και να σου τα SMS σε πακέτο που κάνουν κάθε ντελιβερα και courier πράσινο από τη ζήλια, να τα GB για internet. Από εδώ εξηγείτε, περάν πάσης αμφιβολίας η εξάπλωση των καταστημάτων περιποίησης νυχιών. Έχουν φθαρεί οθόνες, έχουν σβήσει και βυθιστεί ανεπανόρθωτα πλήκτρα.
Η άλλη όψη είναι η γεροντική άνοια. Ο τύπος δεν θυμάμαι. Ή δείχνουν ξεχαρβαλωμένα γερόντια, τρία τέσσερα εγκεφαλικά και είκοσι χάπια στην καθισιά (τα ονειρευόταν αυτά τα πάρτι με χάπια όταν το έπαιζαν χίπηδες στην εποχή τους) ή δείχνουν αμνήμονες νέους, δεν ξέρουμε που είμαστε, τι κάνουμε, τόσο cool και high, τόσο άνετοι, τόσο μα τόσο… Εάν το έβαζαν στην διαφήμιση, δεν θα μπορούσαν να το παίξουν. Άλλοτε μεθυσμένοι, άλλοτε βαριεστημένοι. Πάντα, μα πάντα, παρακμιακοί. Σαν να το έσκασαν από κόμικς για την πόρνη την καινωνία. Πείτε ότι είναι αλήθεια, ότι υπάρχει κάποιος με αυτό το διανοητικό επίπεδο, που δεν θυμάται που έστρωσε και όταν ξύπνα βρίσκει που κοιμάται. Ε, δε το αφήνουν αδέσποτο να κόβει βόλτες το ζαβό. Του βάζουν χαλινάρι…
Θυμάστε τα καμάκια. Είχε και αφιέρωμα πρόσφατα. Τότε που έτριβαν το καβάλο του παντελονιού τους και το φούσκωναν μπροστά το παντελόνι σαν ξάρτι πλοίου έτοιμο να βγει από το λιμάνι. Αξέχαστα χρόνια. Τώρα έχουμε παραλλαγή της μοδος με τα smartphone. Βλέπει το έτερο φύλλο την τσέπη να φουσκώνει και δεν νοιάζεται για λεφτά, δεν ενδιαφέρεται για τα καλυπτόμενα προσόντα. Μονό το μωρό να είναι on-line συνεχώς. Όσο πιο μεγάλη η «παντόφλα», τόσο πιο social είναι το μικρό… Τι φετίχ η κοινωνικοποίηση. Μας το θέτουν social και εννοούν μαζικά. Και σαν μικροί χάνοι, όλα τα στοματάκια ανοιχτά να ανακράζουν smartphone.
Κάπου ανάμεσα έχει ειδήσεις και σήριαλ. Λατρεύω τις έτοιμες φράσεις των ειδήσεων. Το απόγειο είναι το δελτίο καιρού, όπου το καλούπωμα έχει πέσει και στις κινήσεις. Σαν γκέισες, μια χάρη μπροστά στον χάρτη, τον ίδιο και απαράλλακτο. Έτσι σου έρχεται να κανείς πόλεμο να αλλάξουν τα σύνορα και ας χάσεις. Καλά που είναι στον καιρό και τα σχέδια για βροχές και αέρηδες που εμφανίζονται πάνω του σαν την ακμή στην εφηβεία. Πάντως και το υπόλοιπο δελτίο είναι σαν του καιρού. Ξέρεις την πλοκή από την αρχή, τον χάρτη των απόψεων που θα ακουστούν, την γαρνιτούρα από τα εταιρικά και κοινωνικά νέα του καναλάρχη. Τους διαφωνούντες, την σάλτσα, το παιχνίδι των συναισθημάτων. Αργά, γρήγορα, αίμα, φόβος, κάθαρση, κακές ειδήσεις, μια καλή για ξεπέτα, σαν τελενοβελα. Ο Γιώργος δεν θέλει τον Βαγγέλη, ο Βαγγέλης δεν θέλει τον Αντώνη, ο Αντώνης ψάχνει την Φάνη, η Φάνη γλυκοκοιτάζει δεξιά, άλλα πάει στο μαγαζί αριστερά της, εκεί ο Γιάννης είναι επιφυλακτικός μαζί της και αυτή καταλήγει σε μια σύντομη περιπέτεια, ας πούμε ευρωεκλογές, με τη Θεοδώρα, που της είχε αδυναμία ο Αντώνης, άλλα τον είχε πικράνει που δεν την παντρεύτηκε, ακούγοντας τον μπαμπά της, που ήθελε για γαμπρό τον Γιώργο… Εάν κάποιος ακούσει για πολίτικη στις ειδήσεις παρακαλείτε να καλέσει τον μπόγια της περιοχής του που την ψάχνει.
Άντε πας τουαλέτα μια φορά, άντε δεύτερη, Λένε και οι οπαδοί τα αθλητικά, δηλαδή μονό ποδόσφαιρο με καρυκεύματα από τα άλλα σπορ και αφού καταστρατηγηθεί κάθε κανόνας του ΕΣΡ, το οποίο ασχολείται μονό με σεξουαλικά παράγωγα λέξεων, τόσο ώστε πρόεδρος του θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε θεούσα φιλόλογος, αρχίζει η ταινία ή το σήριαλ. Και να ο χείμαρρος των αναμνήσεων. Όταν οι Αμερικανοί παίζουν παιχνίδια όπου μαντεύεις από την περιγραφή της σκηνής ενός έργου το όνομα του, εμείς παίζουμε το να βλέπουμε το έργο και να θυμόμαστε τι κάναμε την πρώτη, τι τη δεύτερη και τι τη τρίτη φορά που είχε προβληθεί. Παππούδες, γιαγιάδες, κολλητοί που ξεκόλλησαν με τα χρόνια, όλοι κλωθογυρίζουν ανάμεσα μας. Στο σπίτι της γιαγιάς είχα δει τον Χριστό ξαναστρώνεται λέει ο ένας, στο Ρόδα τσόντα και κοπάνα είχαμε κάνει δέκα μαζί κοπάνα και το είδαμε στο τάδε σινεμά ο άλλος.
Από τα σήριαλ το μονό που μπορείς να καταλάβεις είναι ότι μας αρέσουν ως λαός οι μπελάδες. Ένας δεν αγάπησε κάποιον που να μην ήταν μπλεγμένος με άλλον τρίτο. Δηλαδή τα μπακουρια δεν έχουν τύχη σε αυτή τη χώρα; Και αυτοί που είναι ζευγαρωμένοι, πως; Μήπως έτσι εξηγούνται οι μετανάστες; Κάποιοι πρέπει να έχουν κισμέτ μυστήριο και κάποιοι να βγαίνουν με συναισθηματικές χειροπέδες, να είναι ζευγαρωμένοι από τη κοιλιά της μάνας τους. Κοινωνιολόγοι σχίζουν πτυχία σαν τραγουδίστριες που σχίζουν τα ρούχα τους. Απάντηση δεν μπορεί να δοθεί. Η αγάπη είναι τυφλή, ο Έρωτας ατμός, οι γονείς εκδικητικοί, αυτοί δεν ερωτεύτηκαν ποτέ, μονό κερατώνοντας με νεότερο…

Διαφημίσεις και πάλι διαφημίσεις. Να σου το ζάπινγκ. Να σου το μανικιούρ.

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

FM 9.58

Μια ωραία βραδιά έφερε τη σιωπή. Όμορφη για όσους αρέσκονται στις εκπλήξεις.  Εκπλήξεις που προκαλούν σαστιμάρα και ίσως τρόμο στα θύματα τους. Στο βασίλειο της ΕΡΤ δεν ήταν όλα ρόδινα, κάθε άλλο, παρ’ αυτά ο άγαρμπος τρόπος με τον οποίο έγινε η φίμωση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και στην συνεχεία η διαχείριση της αναδόμησης της δίνουν πολλές απτές απαντήσεις γύρω από την πολική μας κατάσταση.
                Παρακάμπτουμε εδώ τα λόγια και την έλλειψη σχεδίου. Το πρόβλημα, με τις συζητήσεις και τους λόγους των πολιτικών, ακόμη και των πιο αξιόλογων εξ’ αυτών είναι ότι απευθύνονται σε όλους. Στην προσπάθεια τους αυτή μοιάζουν με το ανάλατο φαγητό κάποιων δεξιώσεων, που, επίσης, θέλουν να αρέσουν σε όλους. Άνοστα, άγευστα και κυρίως ρηχά. Ακούς και δεν μπορείς να συγκρατήσεις τίποτε, σαν να αφορούν όντα από ένα παράλληλο συμπάν. Στην περίπτωση της ΕΡΤ για να μας κερδίσουν θέλησαν να τα πουν πικάντικα. Οποία αστοχία.
Για να αποφύγω όλους αυτούς τους σκοπέλους δεν θα προσπαθήσω εδώ να χωρέσω όλη την ΕΡΤ. Δεν ήμουν καταναλωτής του όλου. Θα ήθελα, όμως, να πω για το κομμάτι που με αφόρα. Τον ραδιοφωνικό σταθμό 9,58 της Θεσσαλονίκης. Το ραδιόφωνο αυτό απαρτιζόταν από πολύ αξιόλογους εκφωνητές και ραδιοφωνικούς παραγωγούς. Τεχνικά είχε θέματα τα όποια σε ένα δημόσιο ραδιόφωνο εν Ελλάδι καταλαβαίνει κανείς ποσό εφικτό ήταν να λυθούν και σε ποσό χρόνο. Παρ’ αυτά το ανθρώπινο κομμάτι ήταν ανυπέρβλητα καλύτερο από κάθε άλλο ραδιόφωνο. Τόσο πολύ, που δάνεια που επιχειρηθήκαν από άλλα ραδιόφωνα της ΕΡΤ μετά από διαβουλεύσεις, συγχώνευσης και συναφή ήταν εξόφθαλμα έκτος κλίματος. Αυτό που μου προκαλεί απόρροια είναι γιατί κάποιος κλείνει αυτό το ραδιόφωνο. Δεν ήταν κερδοφόρο; Ας υποθέσουμε ότι δεν ήταν. Είχε η ΕΡΤ εμπορικό τμήμα; Ο 9.58 μέσω των εκφωνητών του είτε οργάνωνε πλήθος εκδηλώσεων, είτε είχε και διέθετε πρόσβαση σε πολλαπλάσιες. Άρα η κερδοφορία ήταν εκεί, απλώς κανείς δεν έκανε τον κόπο να την αρπάξει.
Την είναι η κερδοφορία και ποσό απτή είναι αποτελεί δεύτερο ερώτημα. Είναι μόνο χρήμα; Μήπως σε ένα ραδιοφωνικό σταθμό είναι και το κοινωνικό γεγονός; Μήπως το κοινό του 9.58 είχε ως επί των πλείστον απαρτιζόταν από άτομα μεταξύ 35-55, με ανώτερη εκπαίδευση και άρα οικονομική και κοινωνική δύναμη; Μήπως οι εκφωνητές του αποτελούσαν αυτό που οι κάθε συγχρόνως manager διαφήμισης ονομάζει opinion leaders; Δηλαδή εσείς από ποιον περιμένετε να ακούσετε σε αυτή τη πόλη, και πιθανώς περάν αυτής, για ένα καινούργιο βιβλίο, τραγούδι, συναυλία, θέατρο, μουσείο; Ποιος άλλος σταθμός στέκεται σε τέτοια γεγονότα; Πόσοι επωφελούνται από αυτή τη γνώση; Ποιος δεν μπορεί να πουλήσει μακροχρόνια αυτή την ικανότητα; Ποιος την άφησε να χαθεί και γιατί;

Το ανθρώπινο δυναμικό του 9.58 μπορεί να αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή βιοποριστικό πρόβλημα, μπορεί να θέλει να μπει στη νέα δημόσια ραδιοφωνία, μπορεί να παρακολουθεί τις εξελίξεις… Το θέμα, όμως είναι, όπως και σε πολλούς άλλους κλάδους, ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν ελευθέρα στην αγορά άτομα ικανότατα, που λίγο να βελτιωθούν τα πράγματα δεν υπάρχει περίπτωση να μην ανταποδώσουν την οποιαδήποτε επένδυση γίνει πάνω τους και το μόνο που είναι κρίμα είναι ότι αυτό δεν εκτιμήθηκε και αφέθηκε να χαθεί. Οι άξιοι άνθρωποι δεν έχουν ανάγκη τα σχήματα – επιχειρήσεις. Οι επιχειρήσεις έχουν ανάγκη τους άξιους ανθρώπους.

Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

Βροχή

Ωραίες αυτές οι βροχές. Ειδικά εάν είσαι στάχυ. Το πρωί όμως είναι μόχθος να σηκωθείς από το κρεβάτι. Ούτε ο Λάζαρος, πάρα τη φωνή Κυρίου δε θα σηκωνόταν αυτοβούλως. Ενώ έχω παραγγέλλει ενδοφλέβια καφεΐνης, η οποία καθυστέρει σαν να χρειάζεται έγκριση από τον ΕΟΠΠΥ, σέρνομαι οδικώς μαζί με άλλα σαλιγκάρια να πάμε στις δουλειές μας... Όταν κοντεύω προς τα εκεί απορώ τι χρειάζεται ο αυτόματος πιλότος... Κάποια μετάλλαξη από ταχυδρομικό περιστέρι θα χω μέσα μου. Στου διαόλου τη μανά να με αφήσεις στη δουλειά θα καταλήξω; Σκέπτομαι να το κάνω και με δεμένα μάτια... Αυτή η δόλια η μανά έχει διεύθυνση; Έχω κάτι συστατικές επιστολές για κάποιους να της στείλω... Εάν δε χρειάζεσαι μέσο στο διάολο έχει πέσει και το τελευταίο οχυρό της κοινωνίας μας. Γιατί, για κάθε χριστιανική πράξη στον Ελληνικό επίγειο παράδεισο,  χρειάζεσαι όχι μόνο μέσο, άλλα παράμεσο, ενδιάμεσο και όλα τα συνθετικά που αυτή η γλώσσα μπορεί να μας χαρίσει. Καθότι των φρόνιμων τα παιδιά πριν πεινάσουν εξασφαλίζουν εκπτωτικά κουπόνια, καλού κακού μαθαίνουμε και τις τιμές που κυκλοφορούν στη πιάτσα για την αντιπολίτευση - αντίπραξη... Διότι η  δράση φέρνει αντίδραση. Οπότε κάλο είναι να τα χεις καλά και με τις δυο τους… Να θυμηθώ να ανάψω κανένα κερί στην εκκλησία.
Κρατώ κάποιο επίπεδο εγρήγορσης προς το τέλος της διαδρομής, προκειμένου να μην νιώσω τις δυο αυτές κακές πεθερές στο πετσί μου. Τη δράση και αντίδραση καλοί μου άνθρωποι. Έχω φτάσει σε οδικό φανάρι και παρατηρώ την μαντική ικανότητα των συνάνθρωπων μου, καθώς κάποια φώτα του έχουν εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο. Είμαστε γνήσιοι απόγονοι της Πυθίας. Ο κλάδος των λαμαριναδων και των ορθοπεδικών επικροτεί αυτή την έλλειψη φροντίδας των άρχων. Όλα για τα παιδιά μας αναφωνούν. Τα δικά μας παιδιά… Ωσαννά εν τοις δημόσιες μη δαπάνες. Απεταξαμην τον συντηρητή. Οι νεκροθάφτες αδιαφορούν. Αυτοί είναι το μέλλον. Το αναπόφευκτο. Ξεβάψω την φωνή της λογικής, χαμηλώνω την ένταση στο παραλήρημα και στρίβω αριστερά για να δω τον άνθρωπο που θέλει να τα παίξει όλα για όλα να έρχεται εκ των δεξιών μου με βαθύ σκούρο πορτοκαλί, σαν ξεβαμμένη ταμπέλα του Ερυθρού Σταυρού, και να στριβεί μπροστά μου και να χώνεται ανάμεσα μένα και στον μπροστινό μου σαν ανεπιθύμητος τρίτος, φρενάροντας  λίγα εκατοστά πριν χτυπήσει στο προπορευόμενο φορτηγό και αναγκάζοντας με να κάνω το ίδιο. Αδημονώντας, χειρονομεί, προσπαθεί να πάει αριστερά, πάρα το διαχωριστικό διάζωμα. Ύστερα βλέπω ότι στο ένα χέρι έχει κινητό, στο άλλο τσιγάρο. Κάποια ινδική θεότητα θα είναι, δε μπορεί…
Είκοσι μετρά στριμωγμένος σαν γύρος σε σφιχτοδεμένη πίτα, αυτός συνεχίζει να στριφογυρίζει αριστερά και δεξιά. Κανείς δεν του είπε ότι τον έκοψαν και εάν συνεχίσει έτσι θα κοπεί και το κεφάλι του. Όσο σκεπτόμουν ποσό κουφιοκέφαλος μπορεί να είναι, σαν παραποτισμένη πορτοκαλί κολοκύθα, άρχισαν και οι τύψεις. Αυτή η συνείδηση. Μη δει ευχαρίστηση. Λέω δεν μπορεί, μάλλον είναι διάνοια και προσπαθεί να αποδείξει ότι το φαινόμενο του τούνελ, όπου υποατομικά σωματίδια παίρνουν μέσα από την υλη ισχύει και στον μακρόκοσμο, όπου καγκουραμαξο με απλώστρα σποιλερ και οινοπνευματι ανοιχτομάτικα φανάρια και καψουροτραγουδο σε ένταση που χαροποιεί κάθε ωριλα μπορεί να περάσει μέσα από το φορτηγό ψυγείο που έχω μπροστά μου. Ύστερα λένε ότι οι καλύτεροι επιστήμονες έχουν εγκαταλείψει τη χώρα. Και γω τι βλέπω μπροστά μου; Αυτό με τις τύψεις συνείδησης πρέπει να το ελέγξω. Μήπως είναι κάποια στρεβλή θρησκοληψία… Καθρέφτη καθρεφτάκι μου γιατί να έχω συνείδηση; Γιατί σκέπτομαι; Και είμαι και σε ύπνωση… Εάν ξυπνήσω τι θα γένει;
Ο Αϊνστάιν βρίσκει επιτέλους τη χαραμάδα που έψαχνε και ξεχύνεται με τον Κιτ προς το μέλλον. Έλα που αυτό το μέλλον εξελίσσεται πολύ αργά. Το καραφτιαγμενο μοτέρ δεν μπορεί να στροφαρει από χαμηλά και μένει στο αντίθετο ρεύμα να ατενίζει τους πρωινούς πενταδάκτυλους χαιρετισμούς των αντίθετα διερχόμενων. Τον βλέπω που κουνιέται περά δώθε σαν μαϊμού με φαγούρα στα αχαμνά της και προσπαθεί να σανιδώσει εκείνη την παντόφλα που οι υπόλοιποι αποκαλούμε γκάζι. Η φάτσα του είναι σαν καμικάζι πριν την πρόσκρουση στον εχθρό, σκυμμένος μπροστά σαν τον καουμπόη πάνω στην άμαξα να βροντάει τα ηνία. Μήπως η χώρα έχει πολλούς βοηδοβοσκους και λίγα βόδια;
Το άγριο πουλάρι του αποφασίζει να χλιμιντρίσει και αρχίζει να τινάζει τα καπούλια του και όπως φτάνει στο τέλος της ευθείας αναρωτιέμαι τι θα αντικρίσω όταν στρίψω και ‘γω με τη σειρά μου. Το μονό που είδα ήταν το πανό της ταινίας LIVE ANOTHER DAY. Ακόμη και τώρα κάποιοι προτιμούν να ζουν με τα δανεικά της μοίρας τους, πάρα να στρώσουν την απόληξη της σπονδυλικής τους στήλης να δουλέψει πάνω σε κάτι χειροπιαστό. Είμαι ο τελευταίος που θα στραφεί ενάντια σε αυτούς που θέλουν να ζήσουν τα όνειρα τους. Ειδικά μια μέρα σαν αυτή που ο λήθαργος είναι συνεχώς πλάι μου και το κρεβάτι, που τόσο μου λείπει, μακριά. Άλλα όταν καθιστάς το όνειρο κοινόχρηστο βάζοντας μας έστω και ως κομπάρσους μέσα, μήπως μας θέτεις σε κίνδυνο να ζήσουμε και τους εφιάλτες σου; Μήπως έχουμε πολλά βόδια και λίγους βοηδοβοσκους;
Δεν βρίσκω απαντήσεις. Μόνο ερωτήσεις. Χρειάζομαι τον μαγικό καθρέφτη να μου πει. Τόσοι και τόσοι πιστέψαμε ότι ήταν η τηλεόραση. Μια εικόνα χίλιες λέξεις. Από τη στιγμή που έβγαλαν σε αυτή τα παράθυρα γεμίσαμε εκατομμύρια λέξεις μέσα σε εικόνες. Τέτοια διαστροφή ήταν επόμενο να φέρει την καταστροφή. Όταν δεν κατανοείς το εργαλείο σου πως θες να δεις προκοπή; Και πέσαμε στο ιντερνέτ και τα social media να ανταλλάσουμε ερωτήσεις και να δίνουμε τις οποίες απαντήσεις. Κάτι καλές, σαν εγώ το θέλω εμπριμέ. Τι λες καλή μου πάρε το ριγέ. Εάν η ζωή είναι του καθενός, εάν η αλήθεια είναι a la carte, υποκειμενική, εάν δεν υπάρχουν βεβαιότητες, εάν, εάν, εάν… σαν τραπουλόχαρτα με αιχμαλωτίζουν οι ερωτήσεις. Μια μικρή Άλικη που συρρικνώνεται στον κόσμο των άλλων. Μονή στην τρυπά που έχω βυθιστεί κάποια στιγμή το παίρνω απόφαση, δεν ψάχνω τον λαγό, δεν ψάχνω το ελιξίριο που θα μου δώσει ανάστημα. Ο κόσμος έχει γεμίσει ταλαντούχες πριμαντόνες που κατηγορούν τον σκηνοθέτη. Τόσοι παικταράδες σε μια ομάδα και μπάλα μηδέν.

Με σταμάτησε η τροχαία να δει εάν πλήρωσα τέλη, ασφάλειες, ΚΤΕΟ… Δώσαμε, δώσαμε σκεπτόμουν από μέσα μου. Με άφησαν παρκαρισμένο στη μια λωρίδα και έπρεπε να διασχίσω τον δρόμο διπλής κατεύθυνσης να πάω απέναντι στο περιπολικό με τα χαρτιά μου. Όλα στο πλαίσιο της οδικής ασφάλειας. Τίποτε δεν σταματούσε το όραμα μου. Χείμαρρος. Χαρτιά αυτοί, σαν μερακλής χασισοπότης στη νταγκλα μου εγώ. Όταν ο κόσμος μου πέφτει στενός γίνομαι ο μέγας αρχιτέκτων, γίνομαι ένας μικρός Θεός, κτίζω τα δικά μου μετρά και σταθμά. Και σε όποιον αρέσει. Έχει όνειρα και παρακεί και ίσως σε καλύτερη τιμή. Άντε μάγκες και άργησα. Με πιάνεται μια άλλη φορά. Σήμερα είμαι φευγάτος.

Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

Παιδεία



Ως άσχετος προσεγγίζω το θέμα της εκπαίδευσης. Θα πρέπει να σημειώσω ότι για μεγάλο διάστημα φερόμουν ενώπιων της ως παθών, πάρα ως απολαβών και ευγνώμων το σύστημα της. Είναι αυτό το αίσθημα χαμένου χρόνου και εξαναγκασμού που είχε μείνει μέσα μου από τις δυο τελευταίες τάξεις του λυκείου και της εκπαραθύρωσης μου από το παιχνίδι της γνώσης που ενυπήρχε μέχρι την πρώτη λυκείου και το οποίο έως ένα σημείο απολάμβανα. Αρκετά αργότερα αναθεώρησα και επανεκτίμησα τα πρώτα αυτά χρόνια έως το Λύκειο, περισσότερο από τύχη. Και από τα ύστερα δικά μου χρόνια στη εκπαίδευση δεν βλέπω να έχουν αλλάξει οι αντιδράσεις των μαθητών, οπότε μέσα στην άγνοια μου μπορεί να έχει ενθυλακωθεί και κάποιος σπόρος γνώσης...
Είναι πολλά αυτά που δεν κατανοώ. Δεν καταλαβαίνω  τους  εκπαιδευτικούς, όπως και τους αγρότες και λοιπούς κλάδους, γιατί εμμένουν σε ένα τρόπο διαμαρτυρίας και διεκδίκησης, όπως είναι η απεργία, με τον τρόπο και το χρόνο που την πραγματοποιούν, που δεν έχει επιφέρει κάποιο μακροχρόνιο όφελος στον κλάδο τους. Διαφορετικά ποιος ο λόγος της ετήσιας επανάληψης της; Οι αιτίες είναι διαφορετικές ανά έτος; Εάν ναι γιατί δεν μπορούν να προβλέψουν; Γιατί παρουσιάζουν μια χρονίζουσα αναποτελεσματικότητα; Το μόνο εύλογο συμπέρασμα στο οποίο μπορώ να φτάσω σχετικά με τα άνωθεν είναι ότι έχουμε μια ήττα του θεσμού του συνδικαλισμού στη χώρα, όπου προκρίνεται η πολιτική ανέλιξη κάποιων λίγων, συνηθεστέρα ενός και της αυλής του, έναντι των αναγκών του κλάδου.
Στα περισσότερα θέματα στην Ελλάδα έχει επέλθει δαιμονοποίηση, όπου παρουσιάζονται σαν άλυτοι δεσμοί, όπου όλα τα μέρη συμμετέχουν με ποσοστά ευθύνης που κυμαίνονται ανάλογα με την πολιτική τοποθέτηση του κρίνοντος. Έτσι όλα μένουν σε ένα μετέωρο χώρο, όπου πρέπει να τα επιλύσει κάποιος άγνωστος τρίτος, που εικάζεται και ποτέ δεν κατονομάζεται. Πχ. λέμε  η κυβέρνηση και όχι ο υπουργός παιδείας ταδοπουλος, ο πρόεδρος της συνδικαλιστής ένωσης δεινοπουλος και ο υπουργός οικονομικών παζαροπουλος έως την 31/12 του έτους της εθνοσωτήριας.  Κατά αυτό τον τρόπο οι ανεπιτυχείς μπορούν να συνεχίσουν επιτυχώς την καριέρα τους. Επίσης περιχαρακωμένοι πίσω από τσιτάτα όπως η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, το οποίο εμείς ταυτίζουμε πάντα με το βραχυπρόθεσμο, ασχολούμαστε με το μπάλωμα και ποτέ με το πάπλωμα.  Δευτερευόντως έχουμε μια στρέβλωση που χρήζει ιστορικής ψυχανάλυσης. Ενώ όταν αντιμετωπίζουμε το όλον πρόβλημα είμαστε επιφυλακτικοί και ψάχνουμε να κάνουμε μικρά βήματα, όταν καλούμαστε να βρούμε λύσεις στα μικρά μας πιάνει ένα αίσθημα αισιοδοξίας και μεγαλειότητας και υπέρμετρης φιλοδοξίας. Με αυτό τον τρόπο τα μικρά γίνονται γίγαντες που πραγματοποιούνται δύσκολα και τα μεγάλα καθίστανται άλυτα.
Όταν κανείς επέρχεται σε διανοητό τέλμα, όπως το δικό μας, όταν οι ευθύνες δεν βρίσκουν υπευθύνους, όταν ζητείται σχέδιο, πρέπει να βρεθεί η κατάλληλη ερώτηση που να βάζει τις βάσεις των απαντήσεων. Εμείς από πνευματική οκνηρία, στο πλαίσιο της υποταγής μας στις συλλογές αδυναμίες μας, προσπαθούμε να δώσουμε απαντήσεις χωρίς να έχουμε θέσει καλά καλά τις ερωτήσεις. Το πρώτιστο ερώτημα θα έπρεπε να είναι τι παιδεία θέλουμε; Έπειτα μπορεί κανείς να απαντήσει με ποιους και πόσους… και ύστερα δεν θα είναι και τόσο δύσκολο να απαντηθεί και το με πόσα. Κατά τη γνώμη μου η ερώτηση που έχει τεθεί και γεννά τις μοδατες αυτές απεργίες  στον χώρο της παιδείας είναι η περίπου ανάποδη, δηλαδή πόσα, πόσους… Όπου βολεύτηκαν όλα τα μέρη απαντώντας, πάρα τις φαινομενικές συγκρούσεις τους, με όσο γίνεται περισσότερα και όλοι, αψηφώντας να απαντήσουν στο ποιοι και σε ποια παιδεία. Αυτός ο διάλογος υποδορίως συμφωνούντων και έξωθεν αντιφρονούντων είναι ένα καλό παιχνίδι πολίτικο φιδάκι, όπου ανεβοκατεβαίνουν στις σκάλες της πολιτικής διάφοροι οπορτουνιστές κομματοπατέρες, αλλά σε εμάς δεν αφήνει τίποτε.
Τι παιδεία θέλουμε λοιπόν; Δεν μπορώ να δώσω καθολική απάντηση. Είμαι και άσχετος του πράγματος. Μπορώ, όμως να κάνω μια προσέγγιση στο πλαίσιο της ιδιότητας μου ως πολίτη. Πιστεύω ότι η μόνη υπεραξία που έχει αυτή η χώρα είναι το μόρφωμα της Ελληνικής Γλώσσας. Πχ. περά από τη τετριμμένη προγονολατρεία και τους τεχνικούς όρους επιστήμων, εταιρείες παγκοσμίως χρησιμοποιούν άλλες εταιρείες ή έχουν τμήματα για να τους βρίσκουν ονόματα προϊόντων. Δείτε γύρω σας πόσα από αυτά έχουν ελληνικές ρίζες. Ας πάρουμε για παράδειγμα τους επεξεργαστές κινητών τηλεφώνων της Samsung. Το όνομα τους είναι Exynos, το οποίο αποτελεί συνένωση των Έξυπνος και Πράσινος. Επομένως εάν επιθυμούμε η παιδεία μας να παραμείνει ελληνική θα πρέπει να συμφωνήσουμε τι θα περιχαράξει την Ελληνική Γλώσσα. Οι γλώσσες είναι «ζώντες» οργανισμοί. Ευημερούν άσχετα από το γεωγραφικό και πολιτικό περίγυρο τους, αρκεί να έχουν θέση στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Άρα δεν χρειαζόμαστε οχυρωματικά έργα, χρειαζόμαστε να γαντζωθεί η γλώσσα στη ζωή των ανθρώπων.
Στη συνεχεία θα πρέπει κάποιος να αναρωτηθεί τι ανθρώπους θέλει. Όχι με την αγοραία λογική της διασύνδεσης με τις ανάγκες της αγοράς, που ορίζεται από μόδες. Αλλά θα είναι πολίτες, θα είναι αυτάρκεις, θα είναι ευτυχείς, θα εντάσσονται στην κοινωνία; Δηλαδή περά από τις πρωτεύοντες βασικές γνώσεις το κύριο μέλημα της παιδείας θα έπρεπε να είναι η ευθυκρισία και η καλαισθησία των εκπαιδευμένων. Η ευθυκρισία θα τους χαρίσει την ικανότητα να απαντούν σε κάθε νέο πρόβλημα, να το διαχειρίζονται και η καλαισθησία θα τους βοήθα να βρίσκουν ανάμεσα σε όλες τις λύσεις την πιο κομψή και εντελει την πιο αποδοτική για όλους μακροχρόνια. Αναλογιστείτε τι θυμάστε από το σχολειό το οποίο πλέον δεν βρίσκεται στο γνωστικό επίπεδο που απαιτεί η καθημερινή σας εργασία; Οπότε το κυνήγι της μνήμης είναι εκ του προοιμίου χαμένο. Αυτό που μένει είναι συμπεράσματα, βιώματα και συγκινήσεις.
Είναι καθαρός τζόγος να κατευθύνεις παιδιά προς συγκεκριμένες επιστήμες, άσχετα από τις κλίσεις του καθενός, χωρίς προηγουμένως να τους δώσεις τα κίνητρα να αποκτήσουν γνώσεις σε όλους τους τομείς. Δηλαδή εάν αναφέρεις ότι οι τεχνικές της ζωγραφικής χρησιμοποιούνται και στον προγραμματισμό των καρτών οδήγησης οθονών κάθε συσκευής που τις περικλείει, Η/Υ, τηλεοράσεις, κινητά, θα κερδίσεις το ενδιαφέρον και του εικαστικά και του μαθηματικά διακείμενου μαθητή. Υπάρχουν κοινοί τόποι που συναντιούνται επιστήμες που μοιάζουν ετερόκλητες. Είναι καθήκον του δάσκαλου να τα βρίσκει, είναι δικός του ο αγώνας εναντίον του ανταγωνισμού που δέχεται από ιντερνέτ και τηλεόραση και είναι καθήκον των προϊσταμένων του να τον βοηθήσουν. Οι τελευταίοι είναι όλες οι βαθμίδες και πρωτεύοντος του Υπουργού Παιδείας. Είναι πιο εύκολο να φέρεις ανθρώπους να μιλήσουν στα παιδιά από το να τα βάζεις να διαβάζουν για αυτούς. Πχ. πολιτικούς, τον δήμαρχο, κάποιο δικαστή, ένα εργάτη. Θα μπορούσαν να επισκέπτονται τα σχολεία και να μιλούν για την εργασία τους και να απαντούν σε ερωτήσεις. Και είναι ευθύνη του διευθυντή του σχολειού να επιλέξει μόνο τους ενδιαφέροντες εξ’ αυτών. Είναι σημαντικό να υπάρξει αξιολόγηση, επανεκτίμηση, ανταγωνισμός και διάλογος ανάμεσα στα μελή της διδακτικής κοινότητας.  Αυτά, λίγα, σκόρπια και επιγραμματικά, ψήγματα μιας μη πρότασης για την παιδεία από έναν άσχετο…

Πέμπτη 25 Απριλίου 2013

Μετέωρος


Από το πρωί είχε μείνει ένα στεφάνι γύρω από εκεί που άφηνε το ποτήρι. Είχε ρίξει ένα αναβραζων μέσα του και  η άσπρη σκόνη έκανε τώρα αντίθεση πάνω στο σκούρο καφέ έπιπλο. Στη συνεχεία πήρε άλλα πιο δυνατά χάπια. Ένιωθε το κρανίο του να πάλλεται. Δεν είχε τη δύναμη να το σκουπίσει, δεν είχε το ενδιαφέρον να το φροντίσει. Έπρεπε να δουλέψει, μα δε μπορούσε. Ο υπολογιστής  του έφερνε ναυτία. Στη δουλειά κανείς δεν γνώριζε, τουλάχιστον δεν είχε πει τίποτε σε κανένα. Οπότε χρειαζόταν να λείψει έπαιρνε αδεία. Όταν τον έβλεπαν να επιστρέφει κόκκινος σαν σεπτεμβριάτικη ντομάτα, δικαιολογούταν ότι έκανε μα ορμονική θεραπεία για μια μικρή αρρυθμία που του είχε προκύψει. Άτυπα του παραχώρησαν το δικαίωμα να φεύγει λίγο νωρίτερα εάν κάποιες μέρες δεν αισθανόταν καλά. Μόνο, που τώρα πια, δεν τον κρατούσαν τα πόδια του όλη την μέρα.
                Η θερμοκρασία του σώματος του άλλαζε από λεπτό σε λεπτό, μια κρύωνε, μια ίδρωνε. Ότι και εάν είχε μπει στο σώμα του άλλαζε τους διακόπτες κατά βούληση και κατά ριπές. Κάποιες μέρες σχεδόν τις περνούσε στην τουαλέτα βγάζοντας τα εσώψυχα του, καθότι το φαγητό δεν ήταν ποτέ πολύ, και άλλοτε έκανε μέρες να την επισκεφτεί.  Όσο αδυνάτιζε τόσο αυξανόταν οι υποψίες ότι το θέμα ήταν σοβαρό, άλλα κανείς δεν ρωτούσε ευθέως. Τελευταία του έκαναν ψεύτικα κομπλιμέντα για τη σωματική του ρώμη και εμφάνιση. Δεν ήθελε να πάει στο γραφείο με το σκούφο, εκείνο το μαύρο που φορούσε παλιά στα βουνά, εκείνο από την εποχή της κωπηλασίας. Τον σκούφο που του είχε αγοράσει η γυναίκα του. Τον έβγαζε τώρα και τον κρατούσε σφιχτά με το ένα του χέρι και με το άλλο χάιδευε το χνούδι. Τον έβαζε κρυφά κάτω από το μαξιλάρι της. Τον έβγαζε το πρωί και τον έχωνε στη τσέπη του. Κάθε φορά που λιγοψυχούσε τον μύριζε και έπαιρνε κουράγιο.
                Πήρε τηλέφωνο στο γιατρό του που του είχε δώσει αναρρωτική αδεία για κάποιες τελευταίες οδηγίες για τις επόμενες μέρες. Από εβδομάδα θα έπρεπε να ακολουθήσει νέα θεραπεία. Τα μαλλιά του θα χανόταν για κάποιο διάστημα. Ξανάβαλε το σκούφο στην τσέπη, αφού τον φίλησε, και κοίταξε τις φωτογραφίες των παιδιών του στην οθόνη του υπολογιστή. Θυμήθηκε τον πατέρα του με μανσέτες να κάθεται σε ένα αντίστοιχο γραφείο με στοίβες τα χαρτιά και τους φακέλους του και μια αριθμομηχανή μπροστά του. Ύστερα είδε ότι όλοι φορούσαν μανσέτες για να μην χαλάσουν τα σακάκια στους αγκώνες. Άλλα δεν είχαν όλοι αριθμομηχανή. Αμέσως ο μπαμπάς του φάνηκε σπουδαίος. Τώρα εάν είσαι σπουδαίος δεν έχεις τίποτε στο γραφείο σου. Μια κομψή δεσποινίς είναι υποχρεωμένη να πηγαινοέρχεται αναφέροντας σου τα σημαντικά… Τουλάχιστον αυτό κάνουν τα άτομα της ηλικίας του. Οι πιο νέοι είχαν τους υπολογιστές για προέκταση. Αυτός με το ζόρι τους άντεχε. Σιχαινόταν το ποντίκι και έτσι αναγκάστηκε να μάθει όλες τις συντόμευσης του πληκτρολογίου. Με αυτό το τρόπο κρατούσε τη ανάμνηση της γραφομηχανής ζωντανή. Δεν άντεχε τις αναβαθμίσεις λογισμικού που άλλαζαν αυτές τις συνήθειες και είχε ζητήσει από το τμήμα μηχανογράφησης να τον αφήσει στην ησυχία του. Πριν από μερικές μέρες είχε δει μια κόκκινη γραφομηχανή με μαύρα πλήκτρα σε βιτρίνα και είχε συγκινηθεί τόσο που δεν μπορούσε να σταματήσει. Η γυναίκα του φοβήθηκε ότι είχε καταρρεύσει ψυχολογικά από την αρρώστια.
Σηκώθηκε, πήγε στο γραφείο του διευθυντή, του έδωσε το χαρτί με την αναρρωτική και τον άφησε αποσβολωμένο στο  γραφείο του. Ένα λυπάμαι κρεμάστηκε στα χείλη του σαν αποτσίγαρο που θες να το φτύσεις, άλλα έχει ξεραθεί το στόμα σου και δεν τα καταφέρνεις. Οι υπόλοιποι καταλάβαιναν και κάποιος του έσφιξε το χέρι, κάποιος του είπε καλή δύναμη, μια κοπέλα αναφώνησε «όχι εσείς». Κοντοστάθηκε, χαμογέλασε γλυκόπικρα και κλείνοντας την πόρτα είπε μέσα του «γιατί όχι εμείς»; Ποιος μαντεύει το επόμενο χαρτί στη τράπουλα; Που να ήξερε ότι θα έπαιρνε φαντή μπαστούνι και θα καιγόταν από δώδεκα; Έφυγε και κανείς δεν ζήτησε να τους ενημερώσει για τυχόν εκκρεμότητες. Έκλεισε η πόρτα και ένιωσε ότι ήταν παρελθόν πριν καν την ανοίξει. Ίσως για αυτό επιλέχτηκε από την ασθένεια… Ήταν το γρανάζι που έχανε την μάχη με την παραγωγικότητα, σαν τη χώρα του. Κοίταξε το καρτελάκια διπλά από τα κουμπιά του ανελκυστήρα με τα ονόματα των εταιρειών και των γραφείων. Ψυχίατροι και γραφεία κηδειών είναι σχεδόν πάντα ισόγεια. Μπροστά του περνούσε η πόρτα του μεσοπατώματος. Αυτή που δεν άνοιγε ποτέ, σε αυτή που δε σταματούσε κανείς πάρα μόνο εάν είχε πάθει βλάβη το ασανσέρ. Πάτησε το στοπ και κοιτούσε τα σημάδια στο τοίχο. Αυτά που συνήθως προσπερνάς γιατί ακόμη δεν έχεις περιέλθει στην αμηχανία του εγκλεισμού στο κυτίο. Κοίταξε γύρω του κάνοντας μια μικρή περιστροφή. Πάτησε το ισόγειο ξανά.
Πήρε ταξί, που ευτυχώς περνούσε από εκεί πάνω στην ώρα. Του ζήτησε να τον πάει σπίτι, αφού πρώτα περάσει από το κέντρο της πόλης, έτσι χωρίς σκοπό. Ο ταξιτζής τον ρώτησε εάν μπορεί να πάρει δεύτερο επιβάτη κάποια στιγμή και αυτός έβγαλε ένα χαρτονόμισμα των πενήντα ευρώ του το έδωσε και είπε όχι. Ευχαρίστησε και μπήκε στο σπίτι. Ένιωθε καλυτέρα, σαν να του είχε φύγει ένα βάρος. Προσπάθησε να ανεβεί με τις σκάλες. Στον πρώτο όροφο εγκατέλειψε την προσπάθεια. Κάλεσε τον ανελκυστήρα. Ευχήθηκε να μην περνούσε κάποιος γείτονας και τον έβλεπε να παίρνει το ασανσέρ για έναν όροφο, να αναρωτιόταν τι έκανε στον πρώτο. Η γυναίκα του έλλειπε. Είχε λαϊκή κοντά. Πιθανόν να είχε πάει και στην αδελφή της. Έβαλε να ψήσει ένα καφέ και τελειώνοντας τον ακούμπησε στο τραπεζάκι στο σαλόνι. Πηρέ ένα βιβλίο, τράβηξε τις κουρτίνες για να έχει περισσότερο φως και αφού έβαλε τα γυαλιά του, πηρέ μια γουλιά, γύρισε και έριξε μια ματιά στο οπισθόφυλλο, το εσωτερικό του και ύστερα τα ίδια με το εξώφυλλο. Μύρισε το χαρτί και είδε την ημερομηνία αγοράς που πάντα σημείωνε η γυναίκα του στα βιβλία. Ήταν εντελώς αντιθέτως με τις σημειώσεις, τις τσακίσεις και άλλες δολιοφθορές όπως τις ονόμαζε σε συλλεκτικά αντικείμενα, όπως θεωρούσε τα βιβλία. Ήταν μια από τις παραχωρήσεις που της είχε κάνει. Η άλλη ήταν να κλείνουν τις κουρτίνες την μέρα να μην τους βλέπει η γειτονιά και τα παντζούρια το βράδυ να μην την ενοχλεί το φως. Εκείνη σταμάτησε να βλέπει τηλεόραση στη κρεβατοκάμαρα για να την πάρει ο ύπνος. Είχαν παντρευτεί με συνοικέσιο. Αυτός ήταν απορροφημένος σε αυτό που αργότερα ονόμασαν καριέρα, άλλα τότε ήταν απλώς η προσπάθεια να απομακρυνθείς όσο γινόταν περισσότερο από τη φτωχιά. Εκείνη ήταν από οικογένεια με πολλά αδέλφια. Έπρεπε να φύγει για να μην καταλήξει στα χωράφια. Ο γάμος έτυχε και έτυχε. Τώρα δεν θα μπορούσε να φανταστεί τη ζωή του με άλλη. Άκουσε το κλειδί στη πόρτα. Τη βοήθησε με τις σακουλές. Πρέπει να είχε κλάψει, άρα από την αδελφή της γυρνούσε. Τι ρώτησε τι κάνει η Κουλά, συζήτησαν λίγο για τα καθημερινά, φαγητό, παιδιά και λογαριασμούς. Άλλα σχεδία δεν είχαν. Όλα έληγαν στο αύριο.
Μέρες αργότερα στο νοσοκομείο ξαπλωμένος στο κρεβάτι, ανίκανος να γυρίσει και με τρομερή φαγούρα στη πλάτη παρακάλεσε τη νοσοκόμα να ανοίξει τη κουρτίνα, να δει το φως. Αυτός δεν περίμενε πρωινό γεύμα. Είχε περισσότερα σωληνάκια και καλώδια από τον Ρομποκοπ. Ξαφνιάστηκε που ξεπρόβαλε ο γιος του από την πόρτα. Τον ρώτησε τι μέρα είναι και όταν του είπε Σάββατο δεν απόρησε που αυτός είχε μείνει στην Πέμπτη. Ο χρόνος στην κατάσταση του περνά αργά, ένα βάσανο ανάμεσα σε χάπια, πόνο, επισκέψεις άβολες, γιατρούς και συγγενείς. Σερνόταν το γυμνό μυαλό του πάνω στο αγκάθια του προσωπικού του Γολγοθά, δεν μπορούσε να ελπίζει σε καλυτέρευση, δεν τολμούσε να ζητήσει το τέλος. Μετέωρος, άχρονος, ακίνητος. Το εκκρεμές του ρολογιού είχε πέσει σε τοίχο, είχε ραγίσει και κανείς δεν το είχε κουρδίσει ξανά. Έβλεπε τις σταγόνες στον όρο να πέφτουν, τον καθετήρα, τις πεταλούδες στα χέρια, την παροχέτευση στην άκρη του θώρακα. Ένα τεχνολογικό γλέντι ήταν η κατάντια της ζωής του. Ο γιος του πηρέ μια καρέκλα και κάθισε διπλά του. Τον ρώτησε εάν η μητέρα του ήξερε ότι είχε έρθει στο νοσοκομείο. Αυτός απάντησε ότι θα ερχόταν αργότερα με την αδελφή του. Ότι του έλεγαν τώρα που περιμένει παιδί να είναι κοντά στη γυναίκα του και να μην ανησυχεί.
Τον μάλωσε στοργικά και του είπε ότι η σύζυγος του είχε δίκιο, ότι δεν έπρεπε να ανησυχεί. Έτσι και αλλιώς έχω ένα νοσοκομείο πάνω από το κεφάλι μου και μισό μέσα στις φλέβες μου. Τον έβαλε να του διαβάσει τους τίτλους από την εφημερίδα. Εκείνος δεν άρχισε ποτέ, τον ρώτησε μόνο εάν τον άλλαξαν, εάν πέρασαν οι γιατροί, εάν θέλει να σηκώσει το μαξιλάρι. Πήρε τον πατέρα του στην αγκαλιά, τον βοήθησε να κάτσει πιο ψηλά. Ήταν ένα κορμί ανάλαφρο από κιλά, άλλα δύσκαμπτο από έλλειψη δυνάμεως. Σαν να σηκώνεις ένα κορμό δέντρου που φαίνεται εύκολο φορτίο, άλλα σε κοψομεσιάζει. Έφτιαξε και το μαξιλάρι πίσω του, έβγαλε από την τσάντα στη ντουλάπα μερικές πετσέτες τις έβρεξε και τον έτριψε στην πλάτη. Κράτησε μια καθαρή για προσκέφαλο. Ξανακάθισε και απλώς κοίταζε τον πατέρα του. Εκείνος του είπε ότι έτσι τον κοιτούσε μικρός όταν είχε απόρροιες στα μαθήματα. Του έδειξε την εφημερίδα και τον ρώτησε ποιος λέει να αντέξει περισσότερο η κρίση ή εκείνος. Εσύ πατέρα είπε και του έπιασε το χέρι.
 Ήθελε να του χαϊδέψει το κεφάλι όπως παλιά και αφού δεν μπορούσε με το χέρι, το έκανε με το βλήμα λέγοντας του ότι η αλήθεια είναι ότι είχαμε μια σειρά γενεών που μόχθησε και βάφτηκε με αίμα για να υπάρχει η χώρα. Έπειτα από τον Β' ΠΠ ήρθε μια γενιά αυτοδημιούργητων και ύστερα ακολούθησε μια γενιά ανθρώπων που θέλησε να αποτινάξει αυτού του είδους τον μόχθο από πάνω της. Που τα ήθελε όλα εύκολα. Όχι για κακό, απλά για να μην τραβήξει όσα οι προηγούμενοι. Και σε αυτό βρήκε την ηθική συμπαράσταση γονέων και παππούδων. Δυστυχώς το πράγμα ξέφυγε και καταλήξαμε στην πνευματική πρωτίστως και στην σωματική δευτερευόντως οκνηρία. Οι πολιτικοί μας είναι παιδιά των αδυναμιών μας και όχι των δυνάμεων μας. Εκεί είναι το πρόβλημα. Στον καθένα. Στην προσωπική ευθύνη. Δεν μας έλειψαν τα σχεδία, δεν μας έλειψαν οι φιλοδοξίες. Αυτό που έλλειψε ήταν οι μέθοδοι, ήταν η επιμονή, ήταν ο μόχθος. Μπήκε μια νοσοκόμα, έφερε το θερμόμετρο, σημείωσε στην καρτέλα του. Είστε καλύτερα του είπε. Είσαι μια κούκλα της απάντησε. Εγώ λέω καλύτερα ψέματα από εσάς του ξανάπε εκείνη.
Μόλις έφυγε ο γιος του είπε ότι οι γιατροί θα περνούσαν σε καμία ώρα και μέχρι τότε θα είχε έρθει και η υπόλοιπη οικογένεια. Τον απέτρεψε να ασχολείται μετά της κρίσης. Του είπε να ασχολείται με την υγεία του και να κοιτάξει να αναρρώσει να γυρίσει σπίτι. Παιδί μου στόχος των γιατρών είναι να σταθεροποιηθώ, απάντησε. Έτσι είπαν στη μητέρα σου. Στην κατάσταση μου είπε τι αξία έχει η σταθεροποίηση; Κανείς δεν σου λέει ότι θα γίνω καλύτερα  οπότε το μόνο λογικό συμπέρασμα είναι ότι θα γίνω χειρότερα. Πράγμα που με οδηγεί στο να αδιαφορώ για μένα. Όχι, όμως και αυτή η χώρα. Θα γίνει χειρότερα πριν ξαναγίνει καλύτερα  Αυτή τη στιγμή είμαστε σαν κάποιο που μετά το σεισμό σηκώνεται μέσα στα μπάζα. Για να βγει, να σωθεί, πάνω στα μπάζα στηρίζεται και το πιθανότερο είναι, αφού τα έχασε όλα, από μπάζα να φτιάξει το πρώτο του κατάλυμα. Κάποιοι θέλουν να πιάσουν μυστρί να κτίσουν το καινούργιο, κάποιοι κοιτούν και τινάζουν τα ρούχα τους και περιμένουν κάποιος να τους δώσει μια έτοιμη λύση. Ακόμη έχουμε τα παλιά υλικά στα χέρια μας. Τα σημερινά κόμματα είναι όλοι παλιά υλικά και μπάζα, ακόμη και τα νεοεκλεγέντα. Είναι το λυκόφως της παλιάς εποχής. Ποτέ θα βρεθεί το καινούργιο; Όταν αναλάβουμε τις ατομικές μας ευθύνες. Σε αυτό δεν είμαι αισιόδοξος.
Ακούστηκε ένα χτύπημα στη πόρτα και μετά μπήκε η μικρή του κόρη που τον αγκάλιασε και τον φίλησε. Η γυναίκα του φιλούσε τον γιο τους γεμάτη έκπληξη που βρέθηκε εκεί τόσο νωρίς χωρίς να το ξέρει κανείς. Ύστερα αντάλλαξαν αγκαλιές. Ρώτησαν για το επερχόμενο μωρό, άλλα ούτε για τσάντα για νοσοκομείο ρώτησαν, ούτε για υπερήχους. Μόνο εκείνος πηρέ το λόγο και τους είπε ότι δεν είχε σκοπό να φύγει πριν βγει το πρώτο του εγγόνι. Ότι ήθελε να κοιμηθεί και να τα πουν αυτοί στον διάδρομο. Η κόρη του έκλεισε την κουρτίνα, όλοι μαζί τον κατέβασαν λίγο πιο χαμηλά. Θα περνούσε και ο γιατρός σε λίγο και βγήκαν στον διάδρομο να περιμένουν. Έκλεισε τα μάτια, θυμήθηκε τις γέννες των παιδιών του και είδε εικόνες από βαφτίσεις. Θυμήθηκε τους γονείς του, τους παππούδες του. Ένα δυο βήματα είχε ακόμη μπροστά του να παραδώσει την σκυτάλη. Μια τελευταία στροφή Θεέ μου, σκέφτηκε, δώσε μου τη δύναμη για μερικά μετρά ακόμη.

Δευτέρα 1 Απριλίου 2013

Brainstorming



Όταν με ειδοποίησαν ότι θα έπρεπε να παραστώ σε ακόμη ένα συμβούλιο σχετικά με το μέλλον της εταιρείας, ασυναίσθητα το χέρι μου πήγε στο καβάλο του παντελονιού και ταχτοποίησε τα υπάρχοντα του για τις επόμενες ώρες.  Ύστερα πηρά το φλιτζάνι του καφέ και το έριξα στο νεροχύτη της κουζίνας του προσωπικού. Θυμήθηκα ότι η Χάρη είχε παραιτηθεί γιατί η εταιρεία της όφειλε μερικούς μισθούς και μετά τη τελευταία περικοπή δεν τη συνέφερε το πήγαινε έλα με το αυτοκίνητο από την άλλη άκρη της πόλης. Έπλυνα το φλιτζάνι, σκούπισα τα χέρια μου και αποφάσισα να πάω  τουαλέτα, ώστε να είμαι απερίσπαστος να συνεισφέρω στο μέλλον της επιχείρησης.
Στην αρχή της κρίσης, κάθε φορά που καλούσα κάποιον υπάλληλο στο γραφείο μου έβλεπα στα μάτια του το πρώτο που σκεπτόταν ήταν ότι θα επακολουθούσε η ανακοίνωση της απόλυσης του. Έπειτα με κοίταζαν με την απόρροια του πόσο θα τους κόψουμε το μισθό. Τώρα φτάσαμε στο σημείο να με κοιτούν σαν μπουχτισμένες πόρνες έξω από εξαθλιωμένο οίκο ανοχής, να με κοιτούν με ζωγραφισμένη την απόρροια του τι άλλο θα τους ζητήσω. Έπειτα από κάθε περίσταση τέτοιου είδους ανατρέχω νοερά στα σεμινάρια για το coaching των υπάλληλων που κάναμε πριν από πέντε έξι χρόνια. Στο ξόδεμα σε συμβούλους και διαβουλους…  Τώρα είμαστε σαν συνένοχοι σε ενδοοικογενειακό βιασμό. Ομερτα. Δεν μιλάμε, δε ρωτάμε, δεν απορούμε, δε θυμώνουμε. Ούτε εμείς αυτούς, ούτε αυτοί εμάς. Περιμένουμε.
Βγήκα στον διάδρομο και θαύμαζα τα άδεια γραφεία. Στα νοητικά κενά της εργασίας μου προσπαθούσα να εμπνευστώ ένα αλγόριθμο που θα σύνδεε τα γραφεία αυτά με τα κλειστά καταστήματα. Ματαιοπονούσα. Κάποιο σεμινάριο για οικονομολόγους θα κάλυπτε και αυτό το αντικείμενο. Έβαλα στοίχημα με τον εαυτό μου ότι πάλι κοστολόγηση και ρευστότητα θα ήταν τα θέματα στη συζήτηση. Ποσά πράγματα είχαμε κάνει από την προηγούμενη συνάντηση, τι άλλαξε μέσα μας, έξω μας, λίγο πιο έξω, έως το άπειρο και ακόμη παραπέρα… Δεν ένιωθα καμία διάθεση να συμμετάσχω. Έπρεπε να βρω ένα τρόπο να κάτσω σε μια γωνιά και να προσποιηθώ ότι άκουγα, χωρίς κανείς να με ρωτήσει το οτιδήποτε. Όταν κρατάς σημειώσεις φαίνεται καλυτέρα. Όχι πολλές, όμως, μην νομίζουν ότι «φακελώνεις» κάποιον. Τόσες όσες χρειάζεται για να δημιουργείται η εντύπωση ότι συμμετέχεις. Οι υφιστάμενοι σου ζητούν να ακροβατείς στο κενό της ανεργίας, οι προϊστάμενοι στο άπειρο της έμπνευσης. Η κατάσταση είναι τόσο δύσκολη που εάν είχες τη λύση θα την μοσχοπουλούσες σε πλειστηριασμό, όχι για ένα κομμάτι ψωμί που κατάντησαν οι μισθοί.
Όπως και να το κοιτάξεις το πράγμα, η μονή λύση που έχει απομείνει είναι η παρθενογένεση. Να δημιουργήσεις θέσεις εργασίας από το πουθενά, λεφτά από το απολυτό μηδέν, πελάτες από το τίποτε. Το χειρότερο είναι ότι δεν έχεις έξι μέρες όπως ο Θεός, ούτε έξι ώρες δεν σου δίνουν. Από χθες έπρεπε να ήταν όλα έτοιμα, όπως έλεγε και ένα από τα προηγούμενα αφεντικά μου. Είναι ωραία αυτά τα ρητά. Τα θυμόμαστε και γελάμε, είτε θετικά, είτε ειρωνικά. Κανείς δεν ξέρει ποιο είναι το αποτέλεσμα που επιφέρουν. Εάν το πεις μια φορά στον κατάλληλο χρόνο θα είναι μάλλον θετικό. Δυστυχώς όμως οι άνθρωποι έχουν την τάση να επαναλαμβάνουν τη μέθοδο της στιγμιαίας επιτυχίας τους, προεξοφλώντας το αποτέλεσμα, και αυτό που κάποτε ήταν ένα λεκτικό κίνητρο καταντά η σημαία της ανικανότητας τους.
Χαιρέτησα την ιδιαιτέρα του διευθυντή και τι ρώτησα εάν το σακάκι της ήταν καινούργιο. Ήξερα ότι αυτό το κρεμ είχε φορεθεί κατά κόρο φέτος και όταν απάντησε αρνητικά της ανέφερα ότι όλα πάνω της είναι λαμπερά σαν καινούργια. Της έκλεισα το μάτι συνωμοτικά και ρώτησα ποιος είναι μέσα. Ήμουν σίγουρος ότι φορούσε τη ροζ φούστα της και τα κατάλληλα παπούτσια και τσάντα. Πάντα σαν ξανθό κουφετάκι, κάτι ανάμεσα σε Barbie και το παιδί που κάθε μάνα θα ήθελε. Από κάτω, όμως ήταν ένας διάβολος με καταγραφικό, διαφορετικά δε θα ήταν σε αυτή τη θέση. Εάν δεν την πειράξεις δεν θα τύχεις του ενδιαφέροντος της, εάν την πειράξεις πολύ ο μεγάλος από μέσα θα πειράξει εσένα αργά ή γρήγορα. Κάποτε τα ρούχα της τα αγόραζε η επιχείρηση, τώρα τα παίρνει η ίδια. Πέρασα στην αίθουσα. Είμαι ο πιο καινούργιος στην εταιρεία. Οι υπόλοιποι μου φαίνονται σαν τα απομεινάρια μιας αποτυχημένης ροκ μπάντας που είχε χρόνια να κάνει επιτυχία. Τα κενά εδώ και εκεί θύμιζαν αυτούς που αποχώρησαν. Κατά το παρελθόν σε αυτές τις περιστάσεις τα στελέχη περίμεναν τον γενικό διευθυντή. Τώρα ο γενικός ήταν ο πρώτος που βρισκόταν στην αίθουσα. Τα πάρε δώσε με τις τράπεζες ήταν σχεδόν αρχαία ιστορία. Τα είχαν αντικαταστήσει οι δικηγόροι. Με δαύτους οι συζητήσεις γίνονται ή πολύ πρωί ή νωρίς το απόγευμα. Έτσι στο ενδιάμεσο συνεδρίαση. Κατά τ’ αλλά τα καθημερινά τηλεφωνά είναι μόνο για διάδοση της κλάψας και της μιζέριας.
Ο διευθυντής εμπορικού ανέλυσε το πόσο καλά πηγαίνουμε σε σχέση με την αγορά, ότι χάνουμε σε τζίρο αλλά με μικρότερα ποσοστά από τους ανταγωνιστές μας και έτσι είχαμε οριακή αύξηση του ποσοστού μας στην αγορά, ότι σε συνεργασία με το λογιστήριο έπεσε το κόστος των πωλητών και μετά καταλήξαμε στις γνωστές ερωταπαντήσεις του ποιος ξέρει ποιον και ποιος κοιμάται με ποιον στην αγορά. Δεν ένιωθα κανένα ενδιαφέρον για αυτά. Το μόνο που σκεπτόμουν φτιάχνοντας ορνιθοσκαλίσματα στα χαρτιά μπροστά μου ήταν τον πατέρα μου. Είχε ένα μήνα που έφυγε. Σκεπτόμουν το διδακτορικό μου που δεν τέλειωσε, αντίθετα από εκείνον, θυμήθηκα την πρώτη μου δουλειά, που φυσικά πήγα χάρη στις γνωριμίες του και αφού είχε δουλέψει εκεί νωρίτερα. Έφυγα μετά από τέσσερα χρόνια, ενώ εκείνος έχει μείνει για πεντέμισι. Θυμήθηκα τον παππού και τη γιαγιά μου, που είχαν έρθει πρόσφυγες και τον πατέρα μου που τα κατάφερε όλα μονός του, όπως κάθε παιδί της κατοχής. Τις δυο έως τέσσερις δουλειές που έκανε ανά περίσταση για να μας σπουδάσει. Το μόνο που μπορούσα να αισθανθώ ήταν η ήττα της γενιάς μου. Από τη δίκη μας αφετηρία για να σταθούμε στη σύγκριση με τις δυο προηγούμενες έπρεπε να είχαμε καταφέρει πολλά περισσότερα και έτσι όπως καταντήσαμε τη χώρα είμαι σίγουρος ότι από τη κακή αφετηρία που θα παραδώσουμε στα παιδιά μας και αυτά αναλογικά θα καταφέρουν περισσότερα από εμάς.
Ακολούθησαν και άλλες αναφορές ανά τμήμα και έπειτα ο γενικός με κοίταξε σαν να μου ζητούσε να σπάσω την σιωπή μου. Παρατήρησα το πρόσωπο του μήπως και διακρίνω κάποια κρυφή πρόθεση και έπειτα το βλέμμα μου ταξιδέψε στο φως έξω από το παράθυρο, την άνοιξη που κονταροχτυπιόταν με το χειμώνα στη διαδοχή του θρόνου του ουρανού και το μόνο που ήθελα ήταν να πάω στο πάρκο με τα παιδιά μου. Δεν έχω να προσθέσω κάτι σε όσα ακουστήκαν, είπα νωχελικά και βαριεστημένα, και το δικό μας τμήμα, ενώ από μέσα μου περνούσε σε φωτεινή επιγραφή – λωρίδα ο τίτλος  «εποπτικός έλεγχος και εταιρική διακυβέρνηση και ISO και αδειοδότησεις και καταστατικά εταιρειών και λοιπές εργασίες», διαπιστώνει όσα ανέφεραν οι  συνάδελφοι. Παρακολούθησα την επικριτική του γκριμάτσα και πριν προλάβει κανείς να πάρει το λόγο πρόσθεσα ότι είμαστε μια επιχείρηση τριάντα χρονών και δυο γενεών. Όπως μαρτυρά και η μακροβιότητα μας δεν είναι πολλά αυτά που κάνουμε λάθος, δεν είναι πολλά αυτά που χρήζουν αλλαγής, όσο και εάν αλλάζουν οι καιροί. Όπου ήταν να προσαρμοστούμε προσαρμοστήκαμε, όπου ήταν να ανοιχτούμε ανοιχτήκαμε.  Οποιαδήποτε άλλη αλλαγή δεν είναι  θέμα λειτουργίας, αλλά εμπορικής έμπνευσης, προϊοντικής εκτέλεσης και προώθησης. Εχθρός μας είναι η συγκυρία και η απραξία, είτε δίκη μας, είτε κρατική, αλλά καθότι από τη δεύτερη δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε τίποτε, έχουμε μόνο την δίκη μας δράση. Η προσπάθεια μας θα κρίνει την επιβίωση. Ας ορίσουμε μια συνεδρίαση όπου ο καθένας θα φέρει ένα προϊόν προς συζήτηση και ένα πλάνο σχετικά με αυτό και βλέπουμε. Η εσωστρέφεια μόνο γκρίνια μπορεί να μας φέρει.
Μετά από μερικές ακόμη αμπελοφιλοσοφίες σαν τις δίκες μου, τέλειωσε η συνεδρίαση και ενώ πηγαίναμε προς τα γραφεία μας, στο διάδρομο με πλησίασε ο Νικακης των πωλήσεων και μου είπε να πηγαίνω με το μαλακό μην και του φάω τη θέση και ότι το λογύδριο αυτό έπρεπε να το είχε κάνει εκείνος. Τον καθησύχασα ότι δεν έχω ταλέντο πωλητή, ούτε Ferrari δεν μπορώ να πουλήσω και γύρισα στο γραφείο μου. Βρήκα τρεις φάκελους. Ο ένας είχε στατιστικά για την εθνική υπηρεσία, ο άλλος για την τράπεζα και ο ένας τρίτος ήταν ένα σχέδιο νόμου που θα ρύθμιζε κάτι που προφανώς είχε απορρυθμιστεί, αλλά σε μια πρώτη ανάγνωση δημιουργούσε περισσότερα ερωτήματα από αυτά που απαντούσε. Σκανάρισα το έγγραφο και παρέθεσα στην άκρη του pdf τις παρατηρήσεις μου. Το έστειλα στο νομικό τμήμα και απόρησα, όχι τόσο για τη προχειρότητα του σχεδίου, αλλά για το άγχος που έβγαζε η γραφή του. Ήταν φανερό ότι κάποιος είχε μπερδευτεί από το πολύ copy paste. Υπήρχαν φράσεις που δεν είχαν συντακτικό νόημα, όσο αυτό είναι εφικτό όταν γράφεις «η λέξη Μήτσος, στην παραγρ.5 του άρθρου 6, του Ν.2109/10 αντικαθίσταται από τη λέξη Γιάγκος. Καταράστηκα την ώρα και τη στιγμή που τα χρήματα για τη κρατική μηχανογράφηση πήγαν πιθανότατα για αφισοκόλληση και άλλες όμοιου τύπου επενδύσεις, συμπεριλαμβανόμενου της αποκατάστασης του εσωτερικού διαφόρων τσεπών, που δεν μπορεί να υπάρξει ένα ηλεκτρονικό μητρώο εταιρειών όπου αυτές να αναρτούν τα οικονομικά τους στοιχεία και έπειτα να έχουν εκεί πρόσβαση κρατικοί οργανισμοί και πιστωτικά ιδρύματα κατόπιν άδειας της κάθε εταιρείας. Τώρα έπρεπε για άλλη μια φορά να αποδώσω την ερμηνεία του ισολογισμού που ζητά η κάθε υπηρεσία. Μια για την Εθνική Στατιστική και μια για την τράπεζα. Τι τους κάνουν τους υπάλληλους εκεί παραμένει απόρροια μου, όπως και γιατί δεν μπορούν να βρουν  τον ισολογισμό μας και να συμπληρώσουν μονοί τους τα στατιστικά τους και πρέπει εμείς να κάνουμε τη χαμαλοδουλειά για πάρτη τους.
Πάνω που έλεγα να αρχίσω το θεάρεστο έργο της στατιστικής μπούκαρε στο γραφείο μου ο Πλευριδης, προϊστάμενος του λογιστηρίου. Το έσωσες σήμερα μου είπε. Πάνω που νόμιζα ότι θα το ‘τρωγες το κεφάλι σου από τη βαρεμάρα που ανέβλυζες, έβαλες το γκολ της σαγήνης. Έχω ένα κορμί σαν χέλι, απάντησα, και χορεύω τσιφτετέλι. Με τον Γιάννη είχαμε γίνει φίλοι, έτσι και αλλιώς το ξενυχτούσαμε εδώ μέσα αρκετές φορές, είχαμε πολλά πάρε δώσε και οι πίτσο-μπύρες έδιναν και έπαιρναν τα απογεύματα του Απριλίου και του Μάιου που η δουλειά μας κρατούσε μέχρι αργά. Πως τα βλέπεις ξαναρώτησε, τι προϊόν θα φέρεις στη συζήτηση, γιατί πίστευε ότι κάτι θα είχα στο μυαλό μου. Παραξενεύτηκε όταν του είπα ότι δεν είχα ιδέα, δεν πίστευε ότι όσα είπα ήταν απλώς μια υπεκφυγή. Δεν είναι του χαρακτήρα μου, αλλά πραγματικά δεν έχω καμία άμεσα πραγματοποιήσιμη ιδέα, παρ’ ότι ξέρω ότι μόνο εκεί  είναι η λύση. Αυτή τη στιγμή, συνέχισα, το πιο φθηνό πράγμα σε αυτή τη χώρα είναι οι άνθρωποι. Εάν προκύψει μια δουλειά που χρειάζεσαι άτομα για να την κανείς σου βγαίνει πάμφθηνα. Το θέμα είναι ότι δεν υπάρχουν δουλειές για άτομα, υπάρχουν μόνο επενδύσεις σε εξοπλισμούς που μειώνουν την ανθρωπινή παρέμβαση. ΟΙ ιδέες που έχω χρειάζονται ευρύτερα σχήματα που να εμπερικλείουν καμία φορά και κρατικούς οργανισμούς η ΔΕΚΟ. Δηλαδή μια εταιρεία taxi - courier εντός πόλης αυθημερόν με οχήματα μεικτής χρήσης ατόμων και μικροδεμάτων που θα είναι ηλεκτροκίνητα, όπου θα συμμετέχουν εταιρεία εναλλακτικών πηγών ενεργείας, εταιρεία ραδιοταξί, εταιρεία logistics, εταιρεία λογισμικού και εταιρεία κατασκευής οχημάτων.
Επίσης έχω και άλλη επενδυτική ιδέα. Οι πόλεις μας χρειάζονται πράσινο, τα κτίρια χρειάζονται ενεργειακές παρεμβάσεις και έχουμε πολλούς ανέργους. Θα μπορούσαμε να φτιάξουμε ένα επενδυτικό πρόγραμμα όπου θα δημιουργηθούν συνεταιρισμοί ανά συνοικία που θα εκμεταλλεύονται γεωργικά ταρατσοκήπους, που θα τους καλλιεργούν άνεργοι από κάθε συνοικία και θα έχουν θέση πώλησης των εμπορευμάτων τους μόνο στη λαϊκή αγορά της περιοχής τους. Προϊόντα όπως φράουλες, μυρωδικά, ότι θέλει ο καθένας ή ότι αποφασίζει κάποιο αρμόδιο γραφείο της Νομαρχίας της κάθε περιοχής. Έτσι θα είχαμε μετατροπή ανέργων σε επιχειρηματίες, εξοικονόμηση ενεργείας από τα κτίρια και μείωση καυσαερίων, καθώς τα προϊόντα θα διανύουν μικρότερες αποστάσεις με ταυτόχρονη αύξηση του πράσινου. Αυτά είναι όνειρα θερινής νυκτός σε αυτή τη χώρα, ανταπάντησε. Στο χωριό μου έχει ανεπτυγμένη κτηνοτροφία. Τους πρότεινα σε ένα συμβούλιο, που έτυχε να βρίσκομαι εκεί, να ενωθούν οι κτηνοτρόφοι σε ένα συνεταιρισμό όπου θα κάνουν τα εκτροφεία τους επισκέψιμα, όπως έχουν γίνει οι αμπελώνες, που θα συνεργαστούν και θα διευρύνουν και το αγροτουριστικό κομμάτι, αργότερα, με τους γεωργούς, που θα συνδυάσουν τις καλλιέργειες με τις ανάγκες και σε ζωοτροφές και έπειτα να δέσουν το όλο πράγμα με το λαογραφικό μουσείο που έχουμε, με τις τοπικές γιορτές και σίγα σίγα με άλλες εκδηλώσεις που θα πρόσθεταν και να φέρνουν κόσμο στο χωριό και να έχουν δουλειές όλο τον χρόνο. Ξέρεις τι μου απάντησαν, εκτός από ότι αυτά δεν γίνονται, μια φορά τρεις από τους κτηνοτρόφους είπαν να κάνουν κοινές αγορές ζωοτρόφων και ο ένας πήγε και χτύπησε την τιμή μετά πίσω από την πλάτη των άλλων δυο…
Εάν πεις σε όλους αυτούς για τη Βερόνα και την εκμετάλλευση των Ρωμαίο και Ιουλιετας φτιάχνοντας ένα μπαλκόνι που αναπαριστά τον μύθο θα σε κοιτούν σα χαζό. Εάν τους πεις ότι το να έρχεται το άγιο φως το Πάσχα με τιμές αρχηγού του κράτους δεν είναι παράδοση, αλλά εφεύρεση των τελευταίων ετών από τουριστικό γραφείο που συνεργαζόταν με τη Μητρόπολη θα σε αποκαλέσουν άσχετο. Δεν μπορούν να φτιάξουν ένα νοηματικό πακέτο για τον τόπο τους το οποίο μετά να μπορούν να το εμπορευτούν. Το θέμα είναι να βρεις τι χρειάζεται ο άλλος, είτε σε είδος, είτε σε πεποίθηση, να το πακετάρεις, να το αγοράσει. Δες τους πολιτικούς μας, δες ποσο ατσαλα χρησιμοποιουν το πολιτικό μάρκετινγκ, δες πόσο έξω είναι από την αγορά τους, πόσο απομακρυσμένοι είναι, ενώ συγχρόνως έχουν πνιγεί μέσα στην ιδία τους την αυλή και τις απαιτήσεις της. Αυτοί είναι οι πιο σπουδαγμένοι μας, οι καλύτεροι μας … Συμφωνώ μου είπε, μόνο που αυτοί δεν ρισκάρουν με τα χρήματα τους, δεν ρισκάρουν με τις ζωές τους, δεν ρίσκαραν μέχρι πρόσφατα ούτε καν με την υστεροφημία τους. Είχαν συμπεριφορά ιερατείου. Εκπορευόταν από την αιωνιότητα, διαμέσου της αιωνιότητας... Για αυτό η κρίση μας ήταν απαραίτητη, απάντησα, για να πετάξουμε τη μούχλα από πάνω μας και να αναζωογονηθούμε πνευματικά. Αλλά μέχρι στιγμής το μόνο που βλέπουμε είναι αντίσταση στις επιβεβλημένες αλλαγές. Είναι και η τριβή της διαπάλης των συμφερόντων που θέλουν να εξασφαλίσουν θέση στο σκηνικό, συμφώνησε διαφωνώντας. Μας διέκοψε το τηλέφωνο, είχε έρθει ένα δέμα για μένα, αλλά ο κλητήρας της εταιρείας έλλειπε με αναρρωτική άδεια. Επομένως ή θα πήγαινα να το παραλάβω από το ταχυδρομείο ή θα περίμενα από εβδομάδα να γυρίσει ο υπάλληλος.
Άντε σε αφήνω μου είπε και βγήκε τόσο γρήγορα όσο είχε μπει στο γραφείο. Είχε αναπτυχτεί ένας φόβος γύρω από τα τηλέφωνα. Δεν περίμενες να ακούσεις και καμία καλή είδηση. Στην αρχή, όταν κουδούνιζε κάποιο στα γραφεία των υπάλληλων, μόνο που δεν φώναζαν πυροτεχνουργό να το σηκώσει. Κάθε τηλέφωνο διέκοπτε οποιαδήποτε άλλη ενεργεία και περιμέναμε να δούμε το πρόσωπο του αλλού, σαν συγγενείς έξω από την εντατική που περιμένουν τον συγγενή που μπήκε μέσα, να τον δουν και να καταλάβουν.  Αποφάσισα να πάω με τα πόδια έως το ταχυδρομείο. Δεν ήταν κοντά, δεν ήταν μακριά. Είχε και ένα παρκάκι ενδιάμεσα. Εντάξει της απάντησα, μετά τη μεγάλη αυτή παύση, θα πάω να το πάρω  σήμερα, ευχαριστώ.  Στη διαδρομή για το ασανσέρ με βρήκε ο Προκοπίου, υπεύθυνος διαφήμισης και ΜΜΕ και καλημεριστήκαμε. Ήμασταν προφανώς στον αντίποδα σαν χαρακτήρες. Δεν μου είχε κάνει, ούτε του είχα κάνει τίποτε. Αλλά είναι ο άνθρωπος που στα λόγια μπορεί να φτιάξει τον κόσμο. Σου περιγράφει πως κόβει τα νυχιά του και νομίζεις ότι μπροστά σου εξελίσσεται υπερπαραγωγή του Χόλλυγουντ. Τελικά στους διάδρομους συναντάς μόνο τους μεγαλοκαρχαρίες σε αυτή την εταιρεία. Οι υπάλληλοι λουφάζουν στα γραφεία μέχρι να σχολάσουν και πηγαίνουν ή στη τουαλέτα ή στις εκτυπώσεις και τα φωτοτυπικά. Άκουσες, με ρώτησε, για τη μεταφορά της Πρωτομαγιάς, την πήγαν την τρίτη ήμερα του Πάσχα. Αυτοί είναι ακόμη στην εποχή των δημοσίων υπάλληλων. Μα οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν έχουν πλέον λεφτά. Ότι αγορά έχουμε την κινούν πλέον οι ιδιωτικοί που έχουν απομείνει. Αυτοί θα πάρουν δώρο Πάσχα. Άσχετα από το γεγονός ότι είναι χαζό πράγμα η μεταφορά επετείων, τουλάχιστον βάλτε τη δεκαπέντε μέρες μετά το Πάσχα, να κινηθεί η αγορά δυο σαββατοκύριακα. Μάλλον το έκαναν για να μην σπαταλάμε βενζίνη του είπα πειράζοντας τον. Τώρα, όμως, πρέπει να τρέξω να αναπρογραμματίσω τα διαφημιστικά μας πακέτα μου απάντησε και χώθηκε στο γραφείο του να κλείσει τα ραντεβού που χρειαζόταν για αυτό.
Εάν η κρίση κατάφερε τέτοια πραγματιστική μεταμόρφωση στον Προκοπίου πρέπει να είμαστε σε καλό δρόμο, σκέφτηκα. Κατέβηκα στο ισόγειο και χαιρέτησα το θυρωρό. Μου φαινόταν αναχρονισμός, αλλά τώρα μου φτιάχνει τη διάθεση μόνο και μόνο που τον βλέπω να διατηρεί τη θέση του. Πήγα στο πλησιέστερο φούρνο, πηρά μερικά κουλούρια και από μια καφετερία που ξέρω ότι δίνει και σε πλαστικό ποτήρι, πηρά ένα καφέ. Έστριψα προς το ταχυδρομείο και δυο τετράγωνα μετά σταμάτησα στο πάρκο. Ήταν μικρό, αλλά καταπράσινο. Ίσως επειδή ήταν αφρόντιστο. Ίσως επειδή είχε μόνο δυο παγκάκια. Κάθισα δίπλα σε έναν άστεγο. Είδα ότι τα παπούτσια του κάποτε ήταν ακριβά. Απολάμβανε τον Ήλιο, είχε ανοίξει τα χέρια για να τον χτύπα κατάστηθα. Μάλλον αποτίναζε τη βραδινή υγρασία. Άνοιξα και ‘γώ με τη σειρά μου τα χέρια μου, έκλεισα τα μάτια μου και το τηλέφωνο, για να διώξω τα σκοτάδια των σκέψεων μου και το έριξα στη φωτοσύνθεση. Ανάμεσα στους ήχους της πόλης μπορούσες να ακούσεις και τα  πούλια. Το πάρκο αυτό είχε ένα παράξενο χαρακτηριστικό. Περίοικοι είχαν παπαγάλους που τους απελευθέρωναν το πρωί και ερχόταν εδώ. Για κάποιο λόγο αυτό ήταν το στέκι τους. Ένας μικρός παράδεισος. Όταν το μυαλό μου καθάρισε, ξανάνοιξα τα μάτια μου και είδα τη δυσπιστία του διπλανού μου. Έβγαλα ένα κουλούρι για μένα και προσπάθησα να του δώσω τα υπόλοιπα. Δεν κινήθηκε, μόνο με κοιτούσε παράξενα. Τον ρώτησα εάν είχε κάποιο ποτήρι. Μου πρότεινε ένα πλαστικό και του έχυσα τον μισό καφέ μέσα. Πήρε τη σακούλα και με ευχαρίστησε. Μιχάλης του είπα. Γρήγορης απάντησε. Τι σε φέρνει στα μέρη μας, ρώτησε. Τυχαία. Η μοίρα του είπα, η μοίρα μας φέρνει και μας παίρνει. Σήμερα φαινόμαστε παράταιροι και αύριο φαινόμαστε ίδιοι. Α φίλε μου, ένας χαρτογιακάς με συνείδηση. Είναι τιμή μας να σε έχουμε ανάμεσα μας. Με εξέπληξε ο χαρακτηρισμός. Δεν μπορούσα να καταλάβω την ηλικία του. Τι δουλειά έκανες τον ρώτησα. Φιλόλογος μου είπε. Ιδιαιτέρα, μεταφράσεις, τέτοια πράγματα.
Δε ρώτησα περισσότερα, υποπτευόμουν διαζύγια, τζόγο, κάποιο προσωπικό βίτσιο θα τον έριξε στον δρόμο… Μην το ψάχνεις, πρόσθεσε. Δεν πρόκειται να το κάνω, απάντησα. Αναλογίστηκα ότι σε αυτή τη κοινωνία σου γνωρίζουν τα πάντα για την επιτυχία και τίποτα για την αποτυχία. Για αυτή ότι μαθαίνεις το πληρώνεις μονός σου. Εκεί ξεχωρίζουν οι άνθρωποι, στο πως ανεβαίνουν και στο πως πέφτουν. Στην αξιοπρέπεια. Τελευταία, όμως η κατάσταση είναι μπερδεμένη, γιατί οι αποτυχημένοι αναμειγνύονται με τους δυστυχισμένους, με αυτούς που το χέρι της μοίρας τους έριξε από την πορεία τους. Από μια άποψη χαίρεσαι όταν συναντάς αποτυχημένο, σαν ένα χαιρέκακο αίσθημα εκδίκησης για τους δυστυχισμένους να παίρνει το πάνω χέρι. Ψυχανάλυση του πάρκου. Σαν το κουτσομπολιό του καφενείου.  Του ανέφερα μια ευγενική περίληψη όσων σκεπτόμουν. Πρέπει να ακούς τα αισθήματα μέσα σου, έλεγε ο πατέρας μου, πρέπει να ακούς και τη λογική σου και ύστερα να αποφασίζεις με βάση την εμπειρία σου. Από τη μια είναι το ζωικό ένστικτο και από την άλλη ο επιστήμονας. Από τη μια τα αισθήματα, από την άλλη τα επιχειρήματα. Από την μια οι ορέξεις, από την άλλη οι επιφυλάξεις. Δεν υπάρχει λάθος, δεν υπάρχει σωστό εκείνη τη στιγμή. Αυτοί οι χαρακτηρισμοί είναι για μετά το αποτέλεσμα, όταν είμαστε πολλοί μαζί και συγκρινόμαστε. Κάθε απόφαση είναι και ένα μικρό ή μεγάλο ρίσκο και παίρνεται στην απόλυτη μοναξιά.
Από μια μεριά έχεις δίκιο είπε. Από την άλλη… Υπάρχει η παράδοση, υπάρχουν τα βιβλία, υπάρχουν γονείς και οικογένειες, υπάρχουν σχολεία. Όταν αυτά λειτουργούν ελαφρώνουν το βάρος των αποφάσεων. Παλιά υπήρχαν και οι ιδεολογίες. Τις κατηγόρησαν, ίσως και δικαία, και έπειτα τις λοιδόρησαν. Αλλά όταν χάνεται η ιδεολογία μένει το ανθρώπινο κτήνος, μένει ο αρχέγονος κυνηγός. Τώρα μας άφησαν μονούς με τον καπιταλισμό. Αυτός είναι ένας παράξενος ιός. Παίρνει το λίγο του φτωχού και το κάνει πολύ. Μια ασπρόμαυρη τηλεόραση γίνεται έγχρωμη. Συγχρόνως ο πλούσιος γίνεται πλουσιότερος και μάλιστα ταχύτερα από τον φτωχό. Μέχρι σήμερα όλοι ήταν ευτυχισμένοι.  Όσο το ρεγουλάριζαν το πράγμα έβαινε ανεκτά. Τώρα που χάθηκε ο έλεγχος…  Αυτό είναι το παραλήρημα του ιού. Τώρα το παιχνιδάκι χάλασε και οι κυνηγοί βγήκαν να πάρουν το μερτικό τους, ήρθε ο πυρετός, ήρθε η εφίδρωση.. Έφεραν το παιχνίδι στα μέτρα τους. Κατακερμάτισαν τον πολιτικό λόγο σε τηλεοράσεις, ιντερνέτ, μη κυβερνητικές οργανώσεις, τοπικές επιτροπές και αλλά τινά, ώστε να νομίζει κανείς ότι παράγεται έργο χωρίς να λερώνει τα χέρια του με τα κόμματα. Ότι η βρώμα είναι εκεί και αυτός είναι καθαρός. Εάν θέλεις αλλαγή πρέπει να αλλάξεις την πολιτική. Όταν οι αυταπάτες του παρελθόντος κατέπεσαν οι άνθρωποι έμειναν με το εμπόριο και έγιναν κυνικοί, είπε. Πίστεψαν ότι έπρεπε να υπάρχει αποτέλεσμα και έφτιαξαν την ρεαλιστική πολιτική. Όλα κρίνονται πια εκ του αποτελέσματος. Τα νούμερα.
Το θέμα είναι ότι σε αυτό το ρεαλιστικό πλαίσιο, κανείς δεν έχει να αντιτάξει μία εφαρμόσιμη αντιπρόταση, είπα. Κανείς δεν κομίζει κάτι καινούργιο. Ούτε και πρόκειται, με διέκοψε. Το κυνήγι του αποτελέσματος μας κάνει συντηρητικούς, πηγαίνουμε στα σίγουρα. Το νέο θέλει κόπο και θυσίες, ρίσκα και μόχθο. Εσύ θέλεις να μείνεις σπίτι να δεις τηλεόραση. Να πληρώσεις το δάνειο, να μπορείς να πας σε εστιατόριο την οικογένεια σου… Τέλειωσε ο καφές. Χαιρέτησα και έφυγα, έχω ένα πακέτο να πάρω του είπα, τα ξανάλεμε.

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Ανέκδοτο


Λόγω της παγκόσμιας μείωσης του ζωικού κεφαλαίου επιβλήθηκε τριετές  μνημόνιο μη κατανάλωσης κρέατος στους Ζουλού, όπου τοποτηρητές σταλθήκαν ο Γερμανός, ο Ιταλός και ο Έλληνας. Ο Γερμανός τους ανέλαβε τον πρώτο χρόνο και επέβαλε να τρώνε μόνο πατάτες. Εγκατέστησε επιχειρήσεις που εκμεταλλευόταν τις ντόπιες πρώτες ύλες και περίμενε σαν τον οινοπαραγωγό το χρόνο να περάσει, πετώντας φελλούς σε ένα τρύπιο βαρέλι. Οι Ζουλού ξέχασαν τι θα πει τουαλέτα. Έβλεπαν θάμνο και δάκρυζαν. Τον επόμενο χρόνο ανέλαβε ο Ιταλός. Αυτός τους μπούκωσε στα μακαρόνια. Πάστα το πρωί, πάστα το μεσημέρι και πάστα το βραδύ. Οι προβλεπόμενες συνοδευτικές σάλτσες παραδόξως κατέληγαν στη μαύρη αγορά.  Μόνο που τη πρωτοχρονιά που θα παρέδιδε στον Έλληνα αποφάσισε να ταΐσει στους Ζουλού το παραδοσιακό πιάτο της πατρίδας του, φακές. Έγινε μεγάλος χαμός. Η χώρα μετατράπηκε σε μια μεγάλη χαβούζα. Η δυσοσμία ήταν ανεπανάληπτη, η αξία της γης έπεσε κατακόρυφα, οι  επενδύσεις εξαφανίστηκαν, οι ξένοι αποχωρούσαν μαζικά, δεν υπήρχε πλέον γόνιμη γη, μόνο μικρές λωρίδες αυτής. Κατά συνεπεία στη χώρα ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στους κοντούς και τους ψηλούς για τον έλεγχο της λίγης γης που είχε απομείνει. Ο Έλληνας όταν ανέλαβε στο λόγο του ανέφερε ότι παραλαμβάνει χάος, αλλά μέσα του πιστεύει ότι θα μπορέσουν σύντομα μαζί να χτισθούν νέους Παρθενώνες. Έφερε κάτι συγγενείς και φίλους  από τη πατρίδα και τους μοίρασε τα πόστα. Έφτιαξε φορολογικό μηχανισμό, γιατί όταν το έχεις το πράγμα, δε κρύβεται… Επέβαλε φόρους ανακινώντας ότι όλα αυτά γίνονται για τα παιδία μας ρε γαμωτο. Έτσι οι κοντοί έπαψαν να υψώνουν το βλέμμα στους ψηλούς και αυτοί αντίστοιχα να το κατεβάζουν. Ο καθένας κοιτούσε τη πάρτη του. Για τα παιδιά τους ρε γαμωτο… Κατέστρωσε ο Έλληνας επενδυτικό σχέδιο. Να εκτραπεί παρακείμενος ποταμός προκειμένου να καθαρίσει η χώρα του Αυγεία-Ζουλού και να αρδεύονται τα χωράφια που θα δημιουργούταν. Μοίρασε τις εργολαβίες στον Γερμανό και τον Ιταλό και πήρε δάνεια από διεθνείς οργανισμούς  στο όνομα των Ζουλού προκειμένου να ξεκινήσουν οι εργασίες. Σύντομα άρχισε να φαίνεται ο καπνός από τις φήμες ότι τα έργα σταμάτησαν γιατί δεν υπήρχαν επαρκή κεφάλαια, ότι είχαν υπερκοστολογηθεί εκ των υστέρων, ότι είχαν γίνει καταχρηστικές προσθήκες, ότι είχαν σταματήσει στην εύπορη περιοχή των ξένων κατοικιών, δηλαδή του Έλληνα, Του Γερμανού και του Ιταλού, όπου είχαν γίνει πισίνες και σιντριβάνια, βίλες με τεράστια μπαλκόνια με λευκά κολωνάκια, γκαζόν και χώρο ψυχαγωγίας των παιδιών τους. Η ιστορία θα αποδείκνυε ότι αυτοί ήταν οι Παρθενώνες… Ενοχλημένος ο Έλληνας και πριν η κατάσταση ξεφύγει έφτιαξε σώμα αστυνομίας με τους ψηλούς, αυξάνοντας συγχρόνως το φόρο στους κοντούς. Αιτιολογία ότι οι στολές των ψηλών ήθελαν περισσότερο ύφασμα. Οι τροϊκανοι έβλεπαν ότι το πράγμα δεν έβγαινε και σύναψαν νέα δάνεια, επίσης έφταιξαν ένα νέο μνημόνιο με τους γηγενείς. Μόνο που στη βιάση τους να γυρίσουν στα τραπέζια και στις πισίνες τους ξέχασαν τον αρχικό σκοπό της έλευσης τους και παρέλειψαν την κατανάλωση κρέατος από την επικαιροποιηση της σύμβασης. Τότε ένας γέρος σαμάνος, ο μάγος της φυλής ενός ακριτικού και ανυπότακτου χωριού τρελών Ζουλού, θυμήθηκε την τοπική παράδοση της ανθρωποφαγίας. Ξεσήκωσε το χωριό του και σίγα σίγα και τα παρακείμενα, και έτσι μετά από λίγο, αυτό που ήταν ένα ρυάκι μέσα στα σκατα, έγινε ένας χείμαρρος που τα παρέσερνε μαζί του και κινούσε απειλητικά προς τη περιοχή των ξένων. Αυτοί προσεταιριζόμενοι τους ντόπιους καναλάρχες, με τους οποίους είχαν έτσι και αλλιώς δοσοληψίες με τα δημόσια έργα, έβαζαν συνεχεία εκπομπές υπέρ της μεσογειακής διατροφής και διαφημίσεις για τα αναψυκτικά, τα ταχυφαγια και για τα γυμναστήρια, εκπομπές για ανθρωπινά δικαιώματα, για τα δικαιώματα της γυναίκας και διαφημίσεις για κρέμες νύχτες και για προφυλακτικά…  Το κύμα δεν μπορούσε, όμως να ανακοπεί, διότι όσο και να έβλεπαν οι ιθαγενείς τηλεόραση, δεν είχαν πρακτική πρόσβαση στη κατανάλωση. Απεναντίας τα ανθρωποφάγα ένστικτα φούντωναν εκατέρωθεν και η κόντρα οδηγούταν στα άκρα. ΟΙ ξένοι έφεραν και άλλους ξένους, ΜΚΟ με  αντιπροσώπους του παγκοσμίου συλλόγου για τη διαφύλαξη της ροζ καμηλοπάρδαλης, άλλης για το μπλε μυρμήγκι της Αφρικής, για τη πάταξη της σεξουαλικής ανορεξίας στην υποσαχαρια Αφρική, για τον εμβολιασμό της αντιλόπης… Τότε οι Ζουλού αποκαμωμένοι από τόση δυτικοπρεπη λογοδιάρροια, έψαξαν πάλι το σαμάνο να τον ρωτήσουν τι να κάνουν. Αυτός ανέβηκε στο βράχο όπου είχαν γίνει και τα γυρίσματα του βασιλιά των λιονταριών και απευθυνόμενος στους πιστούς του είπε: όταν τα έχεις κάνει σκατα μην περιμένεις να σε σώσει ο κωλος…