Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

Διαφημίσεις

Βλέπω τηλεόραση – βλέπω την κοινωνία. Ένα παράθυρο στη ψυχή του κάθε Έλληνα. Στην επιχειρηματικότητα στην χώρα, στην οικονομική της κατάσταση, στην αισθητική της, στις σχέσεις των ανθρώπων. Πουθενά δεν φαίνεται αυτό καλυτέρα από τις διαφημίσεις. Θυμάστε τότε που κατακλυζόμασταν από διαφημίσεις για σερβιέτες; Θα πίστευε κανείς ότι είχε βρει τη χώρα των Αμαζόνων. Αργότερα βροχή και καταιγίδα αυτές των αυτοκίνητων. Θα δημιουργούταν στον ξενόφερτο επισκέπτη η εντύπωση ότι η χώρα αυτή είχε τη μισή παράγωγη αυτοκίνητων παγκοσμίως. Να το SIHTIR 1.4 turbo με 200 έξαλλα άλογα για τον οικογενειάρχη που πάει αέρα, χάρη και στην ανοικτή ηλιοροφη. Δώρο με 0% προκαταβολή και έως 90 δόσεις με επιτόκιο δώσε και μένα μπάρμπα.
Τώρα, κοιτώντας τηλεόραση, θα ξεκινήσει κάποιος έρευνα για το εάν οι Έλληνες ανέπτυξαν πλατυαυτία, δηλαδή γενετική τροποποίηση του σχήματος του αυτιού από τη συνεχή πίεση κάποιου τηλέφωνου στην εξωτερική επιφάνεια του. Η προώθηση τηλεπικοινωνιακών παροχών είναι συνεχής. Οι Έλληνες πρέπει να χρησιμοποιούν την ανάσα σαν δικαιολογία για την ομιλία. Και να σου τα SMS σε πακέτο που κάνουν κάθε ντελιβερα και courier πράσινο από τη ζήλια, να τα GB για internet. Από εδώ εξηγείτε, περάν πάσης αμφιβολίας η εξάπλωση των καταστημάτων περιποίησης νυχιών. Έχουν φθαρεί οθόνες, έχουν σβήσει και βυθιστεί ανεπανόρθωτα πλήκτρα.
Η άλλη όψη είναι η γεροντική άνοια. Ο τύπος δεν θυμάμαι. Ή δείχνουν ξεχαρβαλωμένα γερόντια, τρία τέσσερα εγκεφαλικά και είκοσι χάπια στην καθισιά (τα ονειρευόταν αυτά τα πάρτι με χάπια όταν το έπαιζαν χίπηδες στην εποχή τους) ή δείχνουν αμνήμονες νέους, δεν ξέρουμε που είμαστε, τι κάνουμε, τόσο cool και high, τόσο άνετοι, τόσο μα τόσο… Εάν το έβαζαν στην διαφήμιση, δεν θα μπορούσαν να το παίξουν. Άλλοτε μεθυσμένοι, άλλοτε βαριεστημένοι. Πάντα, μα πάντα, παρακμιακοί. Σαν να το έσκασαν από κόμικς για την πόρνη την καινωνία. Πείτε ότι είναι αλήθεια, ότι υπάρχει κάποιος με αυτό το διανοητικό επίπεδο, που δεν θυμάται που έστρωσε και όταν ξύπνα βρίσκει που κοιμάται. Ε, δε το αφήνουν αδέσποτο να κόβει βόλτες το ζαβό. Του βάζουν χαλινάρι…
Θυμάστε τα καμάκια. Είχε και αφιέρωμα πρόσφατα. Τότε που έτριβαν το καβάλο του παντελονιού τους και το φούσκωναν μπροστά το παντελόνι σαν ξάρτι πλοίου έτοιμο να βγει από το λιμάνι. Αξέχαστα χρόνια. Τώρα έχουμε παραλλαγή της μοδος με τα smartphone. Βλέπει το έτερο φύλλο την τσέπη να φουσκώνει και δεν νοιάζεται για λεφτά, δεν ενδιαφέρεται για τα καλυπτόμενα προσόντα. Μονό το μωρό να είναι on-line συνεχώς. Όσο πιο μεγάλη η «παντόφλα», τόσο πιο social είναι το μικρό… Τι φετίχ η κοινωνικοποίηση. Μας το θέτουν social και εννοούν μαζικά. Και σαν μικροί χάνοι, όλα τα στοματάκια ανοιχτά να ανακράζουν smartphone.
Κάπου ανάμεσα έχει ειδήσεις και σήριαλ. Λατρεύω τις έτοιμες φράσεις των ειδήσεων. Το απόγειο είναι το δελτίο καιρού, όπου το καλούπωμα έχει πέσει και στις κινήσεις. Σαν γκέισες, μια χάρη μπροστά στον χάρτη, τον ίδιο και απαράλλακτο. Έτσι σου έρχεται να κανείς πόλεμο να αλλάξουν τα σύνορα και ας χάσεις. Καλά που είναι στον καιρό και τα σχέδια για βροχές και αέρηδες που εμφανίζονται πάνω του σαν την ακμή στην εφηβεία. Πάντως και το υπόλοιπο δελτίο είναι σαν του καιρού. Ξέρεις την πλοκή από την αρχή, τον χάρτη των απόψεων που θα ακουστούν, την γαρνιτούρα από τα εταιρικά και κοινωνικά νέα του καναλάρχη. Τους διαφωνούντες, την σάλτσα, το παιχνίδι των συναισθημάτων. Αργά, γρήγορα, αίμα, φόβος, κάθαρση, κακές ειδήσεις, μια καλή για ξεπέτα, σαν τελενοβελα. Ο Γιώργος δεν θέλει τον Βαγγέλη, ο Βαγγέλης δεν θέλει τον Αντώνη, ο Αντώνης ψάχνει την Φάνη, η Φάνη γλυκοκοιτάζει δεξιά, άλλα πάει στο μαγαζί αριστερά της, εκεί ο Γιάννης είναι επιφυλακτικός μαζί της και αυτή καταλήγει σε μια σύντομη περιπέτεια, ας πούμε ευρωεκλογές, με τη Θεοδώρα, που της είχε αδυναμία ο Αντώνης, άλλα τον είχε πικράνει που δεν την παντρεύτηκε, ακούγοντας τον μπαμπά της, που ήθελε για γαμπρό τον Γιώργο… Εάν κάποιος ακούσει για πολίτικη στις ειδήσεις παρακαλείτε να καλέσει τον μπόγια της περιοχής του που την ψάχνει.
Άντε πας τουαλέτα μια φορά, άντε δεύτερη, Λένε και οι οπαδοί τα αθλητικά, δηλαδή μονό ποδόσφαιρο με καρυκεύματα από τα άλλα σπορ και αφού καταστρατηγηθεί κάθε κανόνας του ΕΣΡ, το οποίο ασχολείται μονό με σεξουαλικά παράγωγα λέξεων, τόσο ώστε πρόεδρος του θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε θεούσα φιλόλογος, αρχίζει η ταινία ή το σήριαλ. Και να ο χείμαρρος των αναμνήσεων. Όταν οι Αμερικανοί παίζουν παιχνίδια όπου μαντεύεις από την περιγραφή της σκηνής ενός έργου το όνομα του, εμείς παίζουμε το να βλέπουμε το έργο και να θυμόμαστε τι κάναμε την πρώτη, τι τη δεύτερη και τι τη τρίτη φορά που είχε προβληθεί. Παππούδες, γιαγιάδες, κολλητοί που ξεκόλλησαν με τα χρόνια, όλοι κλωθογυρίζουν ανάμεσα μας. Στο σπίτι της γιαγιάς είχα δει τον Χριστό ξαναστρώνεται λέει ο ένας, στο Ρόδα τσόντα και κοπάνα είχαμε κάνει δέκα μαζί κοπάνα και το είδαμε στο τάδε σινεμά ο άλλος.
Από τα σήριαλ το μονό που μπορείς να καταλάβεις είναι ότι μας αρέσουν ως λαός οι μπελάδες. Ένας δεν αγάπησε κάποιον που να μην ήταν μπλεγμένος με άλλον τρίτο. Δηλαδή τα μπακουρια δεν έχουν τύχη σε αυτή τη χώρα; Και αυτοί που είναι ζευγαρωμένοι, πως; Μήπως έτσι εξηγούνται οι μετανάστες; Κάποιοι πρέπει να έχουν κισμέτ μυστήριο και κάποιοι να βγαίνουν με συναισθηματικές χειροπέδες, να είναι ζευγαρωμένοι από τη κοιλιά της μάνας τους. Κοινωνιολόγοι σχίζουν πτυχία σαν τραγουδίστριες που σχίζουν τα ρούχα τους. Απάντηση δεν μπορεί να δοθεί. Η αγάπη είναι τυφλή, ο Έρωτας ατμός, οι γονείς εκδικητικοί, αυτοί δεν ερωτεύτηκαν ποτέ, μονό κερατώνοντας με νεότερο…

Διαφημίσεις και πάλι διαφημίσεις. Να σου το ζάπινγκ. Να σου το μανικιούρ.