Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Όνειρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Όνειρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

Βροχή

Ωραίες αυτές οι βροχές. Ειδικά εάν είσαι στάχυ. Το πρωί όμως είναι μόχθος να σηκωθείς από το κρεβάτι. Ούτε ο Λάζαρος, πάρα τη φωνή Κυρίου δε θα σηκωνόταν αυτοβούλως. Ενώ έχω παραγγέλλει ενδοφλέβια καφεΐνης, η οποία καθυστέρει σαν να χρειάζεται έγκριση από τον ΕΟΠΠΥ, σέρνομαι οδικώς μαζί με άλλα σαλιγκάρια να πάμε στις δουλειές μας... Όταν κοντεύω προς τα εκεί απορώ τι χρειάζεται ο αυτόματος πιλότος... Κάποια μετάλλαξη από ταχυδρομικό περιστέρι θα χω μέσα μου. Στου διαόλου τη μανά να με αφήσεις στη δουλειά θα καταλήξω; Σκέπτομαι να το κάνω και με δεμένα μάτια... Αυτή η δόλια η μανά έχει διεύθυνση; Έχω κάτι συστατικές επιστολές για κάποιους να της στείλω... Εάν δε χρειάζεσαι μέσο στο διάολο έχει πέσει και το τελευταίο οχυρό της κοινωνίας μας. Γιατί, για κάθε χριστιανική πράξη στον Ελληνικό επίγειο παράδεισο,  χρειάζεσαι όχι μόνο μέσο, άλλα παράμεσο, ενδιάμεσο και όλα τα συνθετικά που αυτή η γλώσσα μπορεί να μας χαρίσει. Καθότι των φρόνιμων τα παιδιά πριν πεινάσουν εξασφαλίζουν εκπτωτικά κουπόνια, καλού κακού μαθαίνουμε και τις τιμές που κυκλοφορούν στη πιάτσα για την αντιπολίτευση - αντίπραξη... Διότι η  δράση φέρνει αντίδραση. Οπότε κάλο είναι να τα χεις καλά και με τις δυο τους… Να θυμηθώ να ανάψω κανένα κερί στην εκκλησία.
Κρατώ κάποιο επίπεδο εγρήγορσης προς το τέλος της διαδρομής, προκειμένου να μην νιώσω τις δυο αυτές κακές πεθερές στο πετσί μου. Τη δράση και αντίδραση καλοί μου άνθρωποι. Έχω φτάσει σε οδικό φανάρι και παρατηρώ την μαντική ικανότητα των συνάνθρωπων μου, καθώς κάποια φώτα του έχουν εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο. Είμαστε γνήσιοι απόγονοι της Πυθίας. Ο κλάδος των λαμαριναδων και των ορθοπεδικών επικροτεί αυτή την έλλειψη φροντίδας των άρχων. Όλα για τα παιδιά μας αναφωνούν. Τα δικά μας παιδιά… Ωσαννά εν τοις δημόσιες μη δαπάνες. Απεταξαμην τον συντηρητή. Οι νεκροθάφτες αδιαφορούν. Αυτοί είναι το μέλλον. Το αναπόφευκτο. Ξεβάψω την φωνή της λογικής, χαμηλώνω την ένταση στο παραλήρημα και στρίβω αριστερά για να δω τον άνθρωπο που θέλει να τα παίξει όλα για όλα να έρχεται εκ των δεξιών μου με βαθύ σκούρο πορτοκαλί, σαν ξεβαμμένη ταμπέλα του Ερυθρού Σταυρού, και να στριβεί μπροστά μου και να χώνεται ανάμεσα μένα και στον μπροστινό μου σαν ανεπιθύμητος τρίτος, φρενάροντας  λίγα εκατοστά πριν χτυπήσει στο προπορευόμενο φορτηγό και αναγκάζοντας με να κάνω το ίδιο. Αδημονώντας, χειρονομεί, προσπαθεί να πάει αριστερά, πάρα το διαχωριστικό διάζωμα. Ύστερα βλέπω ότι στο ένα χέρι έχει κινητό, στο άλλο τσιγάρο. Κάποια ινδική θεότητα θα είναι, δε μπορεί…
Είκοσι μετρά στριμωγμένος σαν γύρος σε σφιχτοδεμένη πίτα, αυτός συνεχίζει να στριφογυρίζει αριστερά και δεξιά. Κανείς δεν του είπε ότι τον έκοψαν και εάν συνεχίσει έτσι θα κοπεί και το κεφάλι του. Όσο σκεπτόμουν ποσό κουφιοκέφαλος μπορεί να είναι, σαν παραποτισμένη πορτοκαλί κολοκύθα, άρχισαν και οι τύψεις. Αυτή η συνείδηση. Μη δει ευχαρίστηση. Λέω δεν μπορεί, μάλλον είναι διάνοια και προσπαθεί να αποδείξει ότι το φαινόμενο του τούνελ, όπου υποατομικά σωματίδια παίρνουν μέσα από την υλη ισχύει και στον μακρόκοσμο, όπου καγκουραμαξο με απλώστρα σποιλερ και οινοπνευματι ανοιχτομάτικα φανάρια και καψουροτραγουδο σε ένταση που χαροποιεί κάθε ωριλα μπορεί να περάσει μέσα από το φορτηγό ψυγείο που έχω μπροστά μου. Ύστερα λένε ότι οι καλύτεροι επιστήμονες έχουν εγκαταλείψει τη χώρα. Και γω τι βλέπω μπροστά μου; Αυτό με τις τύψεις συνείδησης πρέπει να το ελέγξω. Μήπως είναι κάποια στρεβλή θρησκοληψία… Καθρέφτη καθρεφτάκι μου γιατί να έχω συνείδηση; Γιατί σκέπτομαι; Και είμαι και σε ύπνωση… Εάν ξυπνήσω τι θα γένει;
Ο Αϊνστάιν βρίσκει επιτέλους τη χαραμάδα που έψαχνε και ξεχύνεται με τον Κιτ προς το μέλλον. Έλα που αυτό το μέλλον εξελίσσεται πολύ αργά. Το καραφτιαγμενο μοτέρ δεν μπορεί να στροφαρει από χαμηλά και μένει στο αντίθετο ρεύμα να ατενίζει τους πρωινούς πενταδάκτυλους χαιρετισμούς των αντίθετα διερχόμενων. Τον βλέπω που κουνιέται περά δώθε σαν μαϊμού με φαγούρα στα αχαμνά της και προσπαθεί να σανιδώσει εκείνη την παντόφλα που οι υπόλοιποι αποκαλούμε γκάζι. Η φάτσα του είναι σαν καμικάζι πριν την πρόσκρουση στον εχθρό, σκυμμένος μπροστά σαν τον καουμπόη πάνω στην άμαξα να βροντάει τα ηνία. Μήπως η χώρα έχει πολλούς βοηδοβοσκους και λίγα βόδια;
Το άγριο πουλάρι του αποφασίζει να χλιμιντρίσει και αρχίζει να τινάζει τα καπούλια του και όπως φτάνει στο τέλος της ευθείας αναρωτιέμαι τι θα αντικρίσω όταν στρίψω και ‘γω με τη σειρά μου. Το μονό που είδα ήταν το πανό της ταινίας LIVE ANOTHER DAY. Ακόμη και τώρα κάποιοι προτιμούν να ζουν με τα δανεικά της μοίρας τους, πάρα να στρώσουν την απόληξη της σπονδυλικής τους στήλης να δουλέψει πάνω σε κάτι χειροπιαστό. Είμαι ο τελευταίος που θα στραφεί ενάντια σε αυτούς που θέλουν να ζήσουν τα όνειρα τους. Ειδικά μια μέρα σαν αυτή που ο λήθαργος είναι συνεχώς πλάι μου και το κρεβάτι, που τόσο μου λείπει, μακριά. Άλλα όταν καθιστάς το όνειρο κοινόχρηστο βάζοντας μας έστω και ως κομπάρσους μέσα, μήπως μας θέτεις σε κίνδυνο να ζήσουμε και τους εφιάλτες σου; Μήπως έχουμε πολλά βόδια και λίγους βοηδοβοσκους;
Δεν βρίσκω απαντήσεις. Μόνο ερωτήσεις. Χρειάζομαι τον μαγικό καθρέφτη να μου πει. Τόσοι και τόσοι πιστέψαμε ότι ήταν η τηλεόραση. Μια εικόνα χίλιες λέξεις. Από τη στιγμή που έβγαλαν σε αυτή τα παράθυρα γεμίσαμε εκατομμύρια λέξεις μέσα σε εικόνες. Τέτοια διαστροφή ήταν επόμενο να φέρει την καταστροφή. Όταν δεν κατανοείς το εργαλείο σου πως θες να δεις προκοπή; Και πέσαμε στο ιντερνέτ και τα social media να ανταλλάσουμε ερωτήσεις και να δίνουμε τις οποίες απαντήσεις. Κάτι καλές, σαν εγώ το θέλω εμπριμέ. Τι λες καλή μου πάρε το ριγέ. Εάν η ζωή είναι του καθενός, εάν η αλήθεια είναι a la carte, υποκειμενική, εάν δεν υπάρχουν βεβαιότητες, εάν, εάν, εάν… σαν τραπουλόχαρτα με αιχμαλωτίζουν οι ερωτήσεις. Μια μικρή Άλικη που συρρικνώνεται στον κόσμο των άλλων. Μονή στην τρυπά που έχω βυθιστεί κάποια στιγμή το παίρνω απόφαση, δεν ψάχνω τον λαγό, δεν ψάχνω το ελιξίριο που θα μου δώσει ανάστημα. Ο κόσμος έχει γεμίσει ταλαντούχες πριμαντόνες που κατηγορούν τον σκηνοθέτη. Τόσοι παικταράδες σε μια ομάδα και μπάλα μηδέν.

Με σταμάτησε η τροχαία να δει εάν πλήρωσα τέλη, ασφάλειες, ΚΤΕΟ… Δώσαμε, δώσαμε σκεπτόμουν από μέσα μου. Με άφησαν παρκαρισμένο στη μια λωρίδα και έπρεπε να διασχίσω τον δρόμο διπλής κατεύθυνσης να πάω απέναντι στο περιπολικό με τα χαρτιά μου. Όλα στο πλαίσιο της οδικής ασφάλειας. Τίποτε δεν σταματούσε το όραμα μου. Χείμαρρος. Χαρτιά αυτοί, σαν μερακλής χασισοπότης στη νταγκλα μου εγώ. Όταν ο κόσμος μου πέφτει στενός γίνομαι ο μέγας αρχιτέκτων, γίνομαι ένας μικρός Θεός, κτίζω τα δικά μου μετρά και σταθμά. Και σε όποιον αρέσει. Έχει όνειρα και παρακεί και ίσως σε καλύτερη τιμή. Άντε μάγκες και άργησα. Με πιάνεται μια άλλη φορά. Σήμερα είμαι φευγάτος.

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009

Τα όνειρα της ζωής…

Με τον αδερφό μου είχαμε κόψει τις σχέσεις μας από την εποχή της διαμάχης μας για τα κληρονομικά. Είχε ανακατευθεί και η νύφη μου, και το πράγμα πήγε κατά διάολου. Ζούσα μόνος πολλά χρόνια. Σχέσεις με γυναίκες περιστασιακές και αραιές. Απολάμβανα την μοναξιά μου. Δυστυχώς ήρθε μια εποχή που άρχισαν να αναπαύονται τα στενά μου οικογενειακά πρόσωπα. Συγχρόνως πιεζόμουν πολύ και στην δουλειά. Ήμουν γύρω στα σαράντα την εποχή εκείνη. Το πέπλο της μοναξιάς ήταν αραχνοΰφαντο από τις καλύτερες ερωτήσεις σχετικά με το νόημα της ζωής, του θανάτου, του πρότερου βίου, των πιθανοτήτων, των αποφάσεων. Τρωγόμουν με τα ρούχα μου, ώσπου παρουσιάσθηκε ένας φίλος μου και σε μια τελευταία και απέλπιδα προσπάθεια, όπως μου είπε, με παρέσυρε σε έξοδο μετά γυναικείας συνοδείας. Η κατάληξη ήταν γάμος. Δεν ξέρω γιατί παντρεύτηκα, γιατί τώρα, γιατί μαζί της. Τουλάχιστον ξέρω ότι δεν ήταν φρούτο του πάθους. Ένιωθα σαν να μοιράστηκα το πικρό ποτήρι της μοναξιάς, με τον αυθορμητισμό του προμελετημένου εγκλήματος, με κάποιον που το μόνο που ζήτησε από μένα ήταν λίγη κατανόηση και αλληλοεμπιστοσύνη.
Την πρόδωσα από την πρόταση του γάμου μας. Δεν έχασα λεπτό. Στο απόγειο του εγωκεντρισμού μου και προς θεραπεία των ενοχλητικών σκέψεων που με βασάνιζαν παντρεύτηκα το πρώτο σφουγγάρι που θα απορροφούσε από γύρω μου όλα αυτά τα λιμνάζοντα ύδατα μέσα στα οποία είχα βαλτώσει. Αμέσως μετά την πρώτη νύχτα του γάμου είχα νέες επισκέψεις στα ξενύχτια μου. Τις τύψεις. Πως μπόρεσα να ξεφορτώσω μια αδυναμία μου εκμεταλλευόμενος αυτήν ενός αλλού. Από τότε πάσχιζα συνεχώς να την κάνω ευτυχισμένη. Μετά από τόσα χρόνια μοναχικού βίου δεν είχα την ικανότητα να αφουγκράζομαι τις ανάγκες του αλλού. Είχα το ελάττωμα να μην ρωτώ, γιατί με την σειρά μου δεν ήθελα κανείς να μαθαίνει τις δικές μου. Ο γάμος μας έμοιαζε σαν βάρκα που διασώθηκε από ναυάγιο με έναν κούφο και έναν μουγκό.
Έφτασα σε ηλικία συνταξιοδότησης. Είχα κάνει τα χαρτιά μου και περίμενα. Ήταν χαρούμενη και λυπημένη συγχρόνως. Την τρόμαζε ο χρόνος που θα μοιραζόμασταν από εδώ και στο εξής. Δεν ταιριάζαμε απόλυτα, αλλά ανεχόμασταν ο ένας τον άλλο με απαράμιλλη κατανόηση. Περιμέναμε το εφάπαξ για να πραγματοποιήσουμε ένα από τα ταξίδια που τόσο ονειρευόμουν και ποτέ δεν καταφέραμε να πραγματοποιήσουμε. Εκείνη μισούμε τα ταξίδια, καθότι αλλεργική στα πάντα. Παρόλα αυτά αποδέχτηκε να έρθει μαζί μου, όπου και αν αποφάσιζα να πάμε. Είχα γυρίσει όλα τα ταξιδιωτικά γραφεία. Μου φαινόταν σαν το τελευταίο μου ταξίδι, έπρεπε λοιπόν να είναι μεγάλο, άρα άλλη ήπειρο. Να γίνει σε σχετικά θερμά κλίματα, αλλά όχι πολυσύχναστα τουριστικά. Να μην υπάρχει άμεση συνάφεια με τον ευρωπαϊκό ή δυτικό πολιτισμό. Δεν ήθελε πολύωρο ταξίδι. Συμβιβαστήκαμε με το Κάιρο. Σε μια εβδομάδα έπαιρνα τα λεφτά, τα εισιτήρια, εκείνη, το αεροπλάνο, το Κάιρο … Το ονειρευόμουν πλέον κάθε βράδυ και ξυπνούσα με ένα χαμόγελο να δω μήπως ήμασταν ήδη εκεί. Ένα βράδυ ξύπνησα, αλλά ένιωσα ένα πόνο στο στήθος, η αναπνοή μου κοβόταν, ξανά και ξανά. Ύστερα σκοτάδι.
Πετάγομαι, κοιτάζω γύρω μου, τσιμπιέμαι, πονάω, άρα ζω και υποφέρω ακόμη. Ευτυχώς είμαι σπίτι. Σηκώνομαι κοιτάζω αν οι άλλοι είναι εντάξει. Πηγαίνω στην κουζίνα, πίνω ένα ποτήρι νερό. Πηγαίνω στην τουαλέτα για την ανάγκη μου, ρίχνω λίγο νερό στο κεφάλι μου. Είχα γίνει μούσκεμα στον ιδρώτα. Γυρίζω στην κουζίνα. Ανοίγω μια μπύρα και πάω στην τηλεόραση. Είχε μια τσόντα. Άκου εκεί παντρεμένος. Τι βλέπει κανείς στα όνειρα. Μεγάλε, τεράστιε, πω ρε τι της κάνει.