Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

Aπόρροιες

Συσσωρεύονται απόρροιες μέσα μου σαν τα σκουπίδια στις χωματερές, δημιουργούν κύματα σαν του Ειρηνικού ωκεανού που σκάνε με υπόκωφο κρότο στον τοίχο της κοινωνικής αδιαφορίας που υπάρχει στην χωρά μου και υψώνεται σαν φράγμα υδροηλεκτρικού σταθμού σταματώντας την ροη της φυσιολογικής καθημερινότητας. Πλέον εκπνέεις και τα ερωτηματικά εμφανίζονται μέσα σε νεροφούσκες γύρω σου που φεύγουν ψηλά, αιωρούνται, σκάνε και σε πιτσιλάμε.
Όταν κάποιος απεργεί το κάνει για να σου καταδείξει πόσο χρήσιμη και απαραίτητη είναι η υπηρεσία που σου παρέχει, ώστε τοιουτοτρόπως να εκμαιεύσει το καλύτερο δυνατό από τις διαπραγματεύσεις που τελούνται. Εάν στις κινητοποιήσεις του συμπεριλαμβάνει την κατάληψη δημόσιου χώρου και την ομηρία των συμπολιτών του πως κοινωνεί την αδικία που κατά την γνώμη του υφίσταται; Μήπως το αίτημα του είναι κοινωνικά αδιάφορο; Μήπως οι υπηρεσίες του είναι υπερεκτιμημένες από τον ίδιο; Μήπως δεν υφίσταται αδικία; Μήπως οι υπαίτιοι είναι στην δίκη του πλευρά;
Ο ουρανός είναι πάντα νεφελώδης σε αυτή την πρώην ηλιόλουστη χωρά. Πάντα έτοιμος για βροχή. Πως άλλαξε έτσι το κλίμα; Φταίνε οι φωτιές; Φταίει η μόλυνση; Φταίει ο τρόπος δόμησης; Οι άνθρωποι φταίνε; Εάν τους δεις όλους μαζί φταίνε. Μεμονωμένα όχι; Σύννεφα κινούνται τρελά πάνω από το κεφάλι μου. Τρέχουν και ελίσσονται σαν αυτοκίνητα σε μποτιλιάρισμα. Αστράφτει σαν να κορνάρουν σε κάποια διασταύρωση, επιτίθενται με μανία το ένα στο άλλο και η βροχή έρχεται να βάλει ένα τέρμα σε αυτό το χάος. Οι άνθρωποι εξαφανίζονται καθώς οι σταγόνες πέφτουν και πλημμυρίζουν τα πάντα. Ο δημόσιος χώρος μένοντας κενός αποδίδεται στον κανένα, σε αυτόν που φταίει πάντα, στο άγνωστο τρίτο δαιμονοποιημένο πρόσωπο που τρώει τις σάρκες αυτής της χωράς. Ίσως για αυτό να ξεσκίζουμε το δημόσιο χώρο σε κάθε ευκαιρία; Μήπως είναι ο άγνωστος που μας κατατρέχει; Γιατί το ατομικό μας βάλλεται τόσο πολύ από το δημόσιο; Γιατί είμαστε τόσο ανασφαλείς; Γιατί είμαστε τόσο καχύποπτοι; Για να σε αγαπήσουν δεν πρέπει να αγαπήσεις; Η αγάπη δεν ενέχει την ανιδιοτέλεια; Γιατί είμαστε τόσο ιδιοτελείς; Γιατί είμαστε υλικά κορεσμένοι και πνευματικά πεινασμένοι;
Ένα παιδί είχε μείνει μονό του μέσα στην βροχή και έσκαβε ένα λάκκο, όπως κάνουν συνήθως στην παράλια. Έπεφτε το νερό και έριχνε τα χώματα μέσα και έκλεινε το λάκκο. Εκείνο ξανά έσκαβε και ξανάκλεινε από τα νερά και ξανά και ξανά. Ένα παιδί που πιθανότατα την επομένη μέρα θα ήταν κρυωμένο, που δεν θα μπορούσε να παίξει για λίγο. Ένας φαύλος κύκλος ενεργειών που έχουν αρνητικό αποτέλεσμα. Ο πολίτης που δεν σέβεται το κράτος που δεν τον σέβεται, που με τη σειρά του υποπτεύεται τον πολίτη που δεν εμπιστεύεται το κράτος, που είναι η αρχή και που το τέλος; Κουβάρι πράξεων που μεμονωμένα ίσως και να δικαιώνουν τους ενεργούντες, αλλά ιδωμένες σαν σύνολο είναι ένα γαϊτανάκι που απλώς περιστρεφόμενο σηκώνει σκόνη. Σκόνη που κάθεται πάνω στην βροχή, δημιουργώντας λάσπη που σκεπάζει τα κοινά. Ομαδικό λασπόλουτρο, οπού διαγωνιζόμαστε για τον τίτλο του πιο καθαρού.
Από μια άκρη βγήκε ένας ψήλος, αθλητικός, καλοντυμένος, νεαρός κύριος. Ατένισε μια από τις λακκούβες. Καθρεφτίστηκε στα βρομόνερα και μένοντας ικανοποιημένος στράφηκε στους υπόλοιπους συμπολίτες του, που σιγά σιγά έβγαιναν και αυτοί στον δρόμο, και αφού αυτοαποκαλέστηκε ως ο πιο καθαρός, τους είπε «Θέλω». Όταν αυτοί προσπάθησαν να τον αντικρούσουν είπε «Ναι αλλά». Όταν θέλησαν να πουν τις δίκες τους θέσεις είπε «Εγώ». Όταν πήγαν να απομακρυνθούν είπε «Θα». Το παιδί άφησε την λακκούβα και τον πλησίασε. Του ζήτησε χαρτομάντιλο και αυτός του έδωσε μεταξένιο μαντήλι, του ζήτησε φαγητό και του έδωσε μια χρυσή λίρα να φάει ότι και όσο θέλει. Του ζήτησε βιβλία και του έδωσε για παιχνίδι την λακκούβα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου