Τετάρτη 11 Ιουνίου 2014

Η πολίτικη και η αγάπη

Τέλειωσαν οι εκλογές και από τα διλήμματα μιας δημοκρατίας που δεν εκβιάζεται περάσαμε στα αναμασήματα μιας κατάντιας που δεν καταλαγιάζει. Έχουν χάσει όλοι εκτός από τους πρώην γραφικούς. Πράγμα που απομακρύνει ακόμη περισσότερο όσους μετριοπαθείς έχουν απομείνει σε αυτή την χώρα. Σήμερα έχω άδεια από την δουλειά και έκανα το λάθος να ανοίξω τηλεόραση το πρωί. Σκεπτομουν αφού έχουν σκοτώσει τον αγαπημένο μου ραδιοφωνικό σταθμό τι χειρότερο μπορεί να μου συμβεί; Μην υπολογίζεται ποτέ χωρίς τον ξενοδόχο. Εάν δεν είχαν προλάβει να καταστρέψουν το σύστημα υγείας θα έψαχνα μετά τα πρώτα πέντε λεπτά για οφθαλμίατρο.
Πλήθος κόσμου που προσπαθεί να γράψει στο γυαλί, σαν την μπόγια πετάμενη στον καμβά αδούλευτη και με έντονη φωτεινότητα για να σου τραβήξει την προσοχή. Μονό που εάν μαζέψεις τόσα πολλά χρώματα ακόμη και το ουράνιο τόξο ζαλίζεται και πάει να κρυφτεί. Δημοσιογράφοι με δίκη τους ατζέντα, καλεσμένοι με παραπλεύρους μονόλογους, σκηνοθέτες αναπνευστοί που κοπιάρουν Σέρτζιο Λεόνε και δεκάδες παραθυρόφυλλα για τον δημοκρατικό διαμοιρασμό της τηλεοψίας που έχουν σαν αποτέλεσμα να αναρωτιέσαι ποσά εγκεφαλικά χρειάζονται για να φτάσεις στο σημείο να τα παρακολουθήσεις ανενόχλητος; Ποιον ενδιαφέρει αυτό το προϊόν και πως είναι δυνατόν οι παραγωγοί του να είναι ευχαριστημένοι; Εμφανώς και η δουλειά είναι συνυφασμένη με την επιβίωση, άλλα τόσα χρόνια πολιτισμού να πάνε στράφι; Να μην κομίζεις τίποτε, ούτε καν το μηδέν, μονό να αφαιρείς κομμάτια, όπως οι επιβιώσαντες των πολέμων έβγαζαν οικοδομικά υλικά από ναούς και μνημεία; Για ένα πιάτο φαΐ; Σήμερα; Οι βάρβαροι δεν είναι πλέον προ των πυλών. Τις έχουν διαβεί και αποκτηνωνόμαστε ομαδικά και τηλεόπληκτα. Για το δικό τους πιάτο φαΐ. Μετά τις καμπάνιες κατά του καπνίσματος και του πάχους θα πρέπει να στραφούμε και κατά των πολιτιστικών λιπαρών.
Πήρα το κινητό ανά χείρας και έψαξα κρησφύγετο κάτω από τα ακουστικά. Ένα από τα αγαπημένα μου Τελώνια ο Μονκ συνεπικουρούμενος από τον παμμέγιστο Κολτρεϊν σκούπιζαν την ηχορύπανση. Έφτιαξα καφέ μέσα σε ένα ποτήρι που έχω για το αυτοκίνητο, πήρα την φωτογραφική μηχανή και έφυγα με τα πόδια για την παραλία. Ίσως να φταίει η ηλικία, άλλα κοιτώ με προσμονή είτε στους πολύ παλιούς, είτε στους πολύ νέους. Εάν οι τελευταίοι είναι η ελπίδα, οι πρότεροι είναι κατασταλαγμένοι και κυρίως καταμετρημένοι. Αυτόματα το μυαλό μου πήγε στον γηραιότερο που σεβόμουν περισσότερο. Λίγο πριν τις εκλογές είχα πάει σπίτι του να τον δω. Όποτε ένιωθα έπαρση και αισθανόμουν απολυτά ικανοποιημένος με τον εαυτό μου πήγαινα εκεί να μου πει δυο κουβέντες να έρθω στα ίσια μου. Είχα μαζί μου είτε κονιάκ, είτε κρασί Σάμος. Κανείς από τους δυο δεν έπρεπε να πίνει και για αυτό είχαμε βυθιστεί στην συνένοχη. Ο γιος του είναι γιατρός και όταν τον επισκέπτεται ψάχνει τα ντουλάπια. Φεύγοντας εξαφανίζω τα ίχνη μιας που είμαι εντελώς ανεξέλεγκτος. Το αυτοκίνητο μου σε άλλους μοιάζει τρώγλη, σε άλλους φοιτητική γκαρσονιέρα. Είναι η τέλεια αντίθεση με το σπίτι μου. Από μικρός το είχα. Σπίτι στην τσίτα, αμάξι χάλια. Αντίθετα από τους πόλλους, δεν μου αρέσουν τα καινούργια παπούτσια. Είναι εντελώς κρύα, βιομηχανικά. Θέλω να έχουν επάνω ιστορία, γρατσουνιές, πατήματα, φαγωμένα κορδόνια. Το ίδιο και με το αυτοκίνητο. Δεν την αντέχω την εικόνα του κουτιού.
Έφτασα μετά από μια βράβευση. Η αλήθεια είναι ότι είχαν απολύσει όλους τους παλιούς και βρέθηκα με καλή στήλη. Το ότι δεν μας διαβάζει σχεδόν κανείς δεν λήφθηκε υπόψη. Έπρεπε να δοθεί ένα βραβείο από τον Πρόεδρο του Εμποροβιομηχανικού  Συλλόγου στον κουμπάρο του που είναι ιδιοκτήτης της εφημερίδας. Έτσι ένας μέτριος δημοσιογράφος βρέθηκε στο πάλκο να ευχαριστεί όσους τον στήριξαν και τον επέλεξαν. Ένας γλοιώδης τύπος που παρουσίαζε την τελετή μου ευχήθηκε να μετακομίσω σε αθηναϊκό φύλλο. Προσπάθησα να εξαργυρώσω άμεσα την επιτυχία μου με άλλο τρόπο, όταν η ξανθιά γλάστρα της παρουσίασης μου έδωσε το βραβείο και με φίλησε. Τίποτε, και αυτή σε κάποιον κουμπάρο ήταν ταγμένη. Καμία επιτυχία δεν ξεπέρνα τη φορολογική δήλωση του αλλού.
Από αυτά τα ευτράπελα ξεκινήσαμε την συζήτηση, την πορεία μου από τα ρεπορτάζ των τοπικών κατηγοριών ποδόσφαιρου, στο αστυνομικό δελτίο, στον καιρό και στον κακό καιρό της δήθεν ειδησιογραφίας. Πιο πολύ περνώ την ώρα μου στο ιντερνέτ, μετά παίρνω καμία είδηση από αθηναϊκή εφημερίδα, καμία από το ΑΠΕ και τέλος χάρη στην υποστελέχωση στέλνω και τις ερωτήσεις στους μέλλοντες τοπικούς συνεντευξιαζόμενους μας, το τελικό κείμενο για την έγκριση τους, κανονίζω ποτέ θα πάει ο φωτογράφος και άλλες τέτοιες λεπτομέρειες που προάγουν το επάγγελμα μας. Στην εφημερίδα έχει μείνει μονό ένας κανονικός δημοσιογράφος ο όποιος ασχολείται με έρευνα, άλλα είναι ΚΚΕ ο δύσμοιρος και έτσι δεν πρόκειται να δει βραβείο ποτέ. Εσύ έφυγες νωρίς παππού του είπα, δεν θα άντεχες τέτοιο βραβείο στο ράφι σου. Γιατί εσύ στο αμάξι δεν θα το αφήσεις μαζί με το άδειο μπουκάλι κρασί φεύγοντας, απάντησε. Θα το πάω για πλύσιμο όταν τελεύσουμε αυτό το μπουκάλι, όποτε θα αφήσω το βραβείο για φιλοδώρημα σε αυτόν που θα καθαρίσει το αυτοκίνητο. Δεν γράφει και όνομα, όποτε δεν θα έχει πρόβλημα. Θα είναι ο καλύτερος δημοσιογράφος της πόλης για ένα έτος.
Το κρασί άδειαζε πιο γρήγορα από όσο επιθυμούσα να πάω το αυτοκίνητο για το μπανακι του και έτσι κάποια στιγμή γύρισα την συζήτηση στις εκλογές. Ξαφνικά ξεστόμισε εκείνες τις ρήσεις του που με έκαναν να νιώθω ότι πρέπει να ξαναγυρίσω στις τοπικές αλάνες να βλέπω τους εκκολαπτόμενους Κούδες και Χατζηπαναγηδες με τις τοπικές προεδραρες που ξεφουρνίζουν τον έναν Αστραχάν πίσω από τον άλλο. Όταν ξεκίνα κάποιος την πολίτικη, μου είπε, έχει συνήθως ένα όραμα, έρχεται σε επαφή με κόσμο, συνδιαλέγεται, προσαρμόζεται και προσαρμόζει. Σιγά, με τον καιρό από το να ακούει να του ζητούν συνεχεία χάρες γίνεται σαν τον γονέα που έχει σπίτι ένα αχάριστο έφηβο, που έχει μονό ανάγκες και του μιλεί μονό όταν είναι να πάρει χαρτζιλίκι. Έτσι κόβονται οι γέφυρες, ο διάλογος, γιατί εδώ δεν υπάρχει αυτό που είναι το φανερό όπλο της οικογενείας, η αγάπη, εδώ είναι το συναμφότερο και μόλις του πατήσεις τον κάλο του άλλου χάνεται και το συν, χάνεται και το αμφότερο. Φταίνε και οι ψηφοφόροι όσο φταίνε και οι πολιτικοί. Το ανταποδοτικό αλισβερίσι δεν γίνεται μονόπλευρα.
Το σίγουρο είναι ότι ο καθένας ανέχεται μονό τα δικά του παιδιά και τα ξένα σου σπάνε τα νεύρα μετά από λίγο, είπα. Περπάτησα μέχρι το παράθυρο, τράβηξα την κουρτίνα, κοίταξα το αυτοκίνητο, ήταν όντως βρώμικο. Δεν θα το γλύτωνα το πλύσιμο. Γέμισα τα ποτήρια, πήρα το άδειο μπουκάλι, πρόλαβα να πω ένα γυρίζω σύντομα και άφησα το αμάξι για πλύσιμο, πήγα με τα πόδια στην κοντινή κάβα. Όταν γύρισα το χαμόγελο του ήταν πιο σαρδόνιο από το σύνηθες. Σαν την συνένοχη, δεν υπάρχει του είπα. Η αμαρτία ανάγεται σε νέα ύψη μέσα από αυτή, σχεδόν εξαγνίζεται.
Όσα έλεγες ανταποκρίνονται στους καλούς της πολιτικής. Υπάρχουν όμως και οι κακοί της υπόθεσης, οι οπορτουνιστές, οι υστερόβουλοι, οι εγωπαθείς, οι μεγαλομανείς. Άλλα δεν μπορεί κάποιος να έχει μονό ελαττώματα. Έτσι και αυτοί έχουν ένα προσόν, ειδικά οι άντρες... Ξέρεις γιατί αυτοί ως πολιτικοί είναι καλύτεροι από τις γυναίκες τον ρώτησα και χάρη στο αρνητικό γνέψιμο της κεφαλής του συνέχισα. Γιατί οι άνδρες είναι καταναλωτές τσόντας. Ξέρουν ότι οι πελάτες φαινομενικά είναι ίδιοι, άλλα κατά βάθος έχει ο καθένας τα πάθη του. Άλλος θέλει τρίο, άλλος είναι ομοφυλόφιλος, άλλος θέλει παιδιά, άλλος σκυλιά... Επίσης ξέρει ότι όσο αποκρουστικό και να είναι το θέαμα, εάν το έχεις δεν χάνεσαι από πελάτης. Θα έρθεις και θα ξαναέρθεις. Γνωρίζουν ότι εάν σου δώσουν ελπίδα να ικανοποιήσεις το βίτσιο σου σε έχουν στο χέρι. Δηλαδή η πλεϊμεϊτ της χρονιάς πάει για πρόεδρος, ρώτησε. Όχι, αγαπητέ μου, είπα, για ψηφοθηρία πηγαίνει. Την μια την λεμέ σύνταξη, την άλλη παιδεία, σου ανοίγει ένα μπούστο να έχεις να βλέπεις στο μεσαίο φύλλο και στο υπόλοιπο τεύχος σου πετάμε τα νομοσχέδια κάτω από την πόρτα. Η τσόντα είναι έρωτας χωρίς αγάπη και η πολική ζωή χωρίς αγάπη.
Τώρα δεν απορώ γιατί πρωταγωνιστούσες στην τελετή, πρόσθεσε. Έχεις γίνει και εσύ κακός τελευταία, θυμωμένος, απορριπτικός και υπερόπτης συγχρόνως. Για αυτό σε βραβεύσαν, για το άλλοθι τους, για το κριτικό πνεύμα που διακατέχει ακόμη την εφημερίδα τους και γύρω γύρω σε τυλίγουν με διαφημίσεις. Απάντησα σαν τον ντετέκτιβ Μαρλόου κοιτώντας το πάτωμα να βρω την κατάντια μου, με τυλίγουν και με βραβεία, για το εμπορικό τους όφελος και για την κουμπαριά τους. Γιατί ανέχεσαι την γκρίνια μου; Από στοργή, από στοργή… είπε και με κοίταξε μέσα στα μάτια, γιατί δεν μπορείς να ξεφύγεις από τον έφηβο, τον εργένη και τον αναρχικό που υπήρξες στην ζωή σου. Έτσι διατηρείς το σπάνιο προσόν της αυθεντικότητας άσχετα από ότι κανείς. Δεν το βρίσκεις εύκολα αυτό και να είναι και συμπαθητικό σαν αποτέλεσμα. Κανείς δεν με έχει αποκαλέσει ανώριμο με πιο κολακευτικό τρόπο, απάντησα. Ακόμη και η μητέρα μου με έλεγε αχαΐρευτο. Αξίζει να πιούμε σε αυτό. Γέμισα τα μισοάδεια ποτήρια, έβγαλα από την σακούλα που είχα δίπλα μου πατατάκια, άλλα με σταμάτησε. Πήγε στην κουζίνα και έφερε ένα πιάτο με κομμένα φρούτα. Αφού σε βοηθώ να πιεις εσύ θα με βοηθήσεις με τα φρούτα, αλλιώς ο γιος μου θα γίνει έξαλλος.
Τι έχουμε διδαχτεί από την ιστορία της κρίσης μέχρι στιγμής, ρώτησε. Ότι πτώχευσε το τραπεζικό σύστημα στην δύση και ότι ενώ η Αμερική δρα ως ένα συντεταγμένο κράτος η Ευρώπη δεν μπορεί να το κάνει διότι δεν είναι κάτι τέτοιο και επομένως έχει πολλά εσωτερικά θέματα να λύσει πριν καν ασχοληθεί με την αναίρεση της λύσης, την οποία καμώνεται ότι ψάχνει ενώ ο καθένας τραβά τον κουβά με το γάλα κάτω από τα πόδια του, με συνέπεια μεγάλο μέρος από αυτό να χύνεται. Η Ευρώπη προσπαθεί να λύσει βασικά το θέμα της συνοχής, δηλαδή το ποσό και ποτέ θα αρμέγει ο καθένας και ποσά γελάδια θα φέρνει ο καθένας για άρμεγμα στον στάλο. Έτσι σε αυτό το γόνιμο πολιτικό έδαφος οι τραπεζίτες της Ευρώπης που πτωχεύσαν ζήτησαν από τον φορολογούμενο να πληρώσει την φούσκα των στοιχημάτων τους και για να κατεβαίνει το χάπι πιο εύκολα έβαλαν στο παιχνίδι τις ένοχες και το «διαιρώ και βασίλευε». Από την μια κατηγόρησαν τους λαούς του Νότου ότι τους βαρύνουν όλα τους τα στερεότυπα και από την άλλη κρατούν τους μισθούς του Βορρά στον πάτο για να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα τους και τους φορολογούν για να πληρώσουν τα νέα δάνεια στον Νότο, ή τουλάχιστον αυτή είναι η γενική ρητορεία τους, ενώ διοχετεύουν, επί της ουσίας, στο βόρειο τραπεζικό σύστημα, που ήταν κατά πολύ πιο χρεωκοπημένο, ρευστότητα από τον Νότο και καταδικάζοντας αυτόν σε μαρασμό. Δηλαδή εάν ήμουν ακόμη ποδοσφαιρικός ανταποκριτής θα έγραφα 2008 αμερικανική τραπεζική χρεωκοπία, 2009 ευρωπαϊκή τραπεζική χρεωκοπία, 2010 και έπειτα κρατική ευρωπαϊκή χρεωκοπία και μετανάστευση κεφαλαίων στον ευρωπαϊκό βορρά και επούλωση κεφαλαίων στον βορρά με διεύρυνση των πληγών στον νότο.
Αυτό το σχήμα είναι εύκολο και όχι μακριά από την πραγματικότητα απλώς μια πινελιά ιστορία να ρίξω μέσα, τουλάχιστον όπως την αντιλαμβάνομαι, παρενέβη και περίμενα πως θα μείνω και πάλι με το στόμα ανοιχτό να χάσκω. Όπως παραθέτεις τα γεγονότα έχεις μια γραμμική καταγραφή που δεν βοηθά να βρεις την λύση της εξόδου. Σαν να μας έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι και να περιμένουμε να περάσει ο πονοκέφαλος. Πράγμα που συμβαίνει και στις κυβερνήσεις του ευρωπαϊκού νότου. Θα ακουστώ σαν συνωμοσιολόγος άλλα το φυτίλι της κρίσης μπορεί να το έβαλε εξίσου ένας ιδιοκτήτης τράπεζας που δεν μπορούσε να βλέπει να υφιστάμενα στελέχη του άλλο στο Μπατεν Μπατεν, όσο και να το άναψε ένα αμερικανικό κεφαλαιοκρατικό κονκλάβιο που δρα αυτόνομα πέρα και πάνω από κυβερνήσεις. Όποιος και όπως και εάν το κατάφερε το έκανε από απληστία για να ξεφουσκώσει τα στοιχήματα που είχε στο κεφάλι του και να μην τα πληρώσει παίρνοντας τα χρήματα από τα κράτη που δανείζονται δίνοντας ίδιες εγγυήσεις. Στο ερώτημα γιατί κάποιος δανείζει ένα κράτος και τι κέρδος περιμένει είναι δύσκολο να το απαντήσουμε εάν εξαιρέσουμε την τοξική κερδοσκοπία.
Αυτό που θα ήθελα να εξετάσουμε καλύτερα είναι εάν είναι ηθικό να ξεχρεώσουμε το τοξικό μέρος των δάνειων μας, τοξικών όχι για την υγεία μας, άλλα από την πλευρά αυτής της δόλιας κερδοσκοπίας και επίσης πως και ποιος διαχειρίστηκε μιντιακά την κατάσταση μας και σε ποιο παγκόσμιο περιβάλλον έλαβαν όλα αυτά μέρος. Ας θυμηθούμε ότι μετά τον Β’ παγκόσμιο Πόλεμο στην Γερμανία εξελίσσονταν ακόμη πόλεμος, ο ψυχρός, που κύριο χαρακτηριστικό του ήταν η προπαγάνδα και η διαφθορά. Έτσι η γόνιμη κληρονομία του Γ’ Ράιχ εμπλουτίζεται από τις αυτοκρατορικές προπαγανδιστικές και επίτευξης διαφθοράς τακτικές  της Γαλλίας και της Αγγλίας μαζί με την κυνικές παρακινητικές αντίστοιχες τακτικές των Ηνωμένων Πολιτειών. Άρα ιστορικά στην Γερμανία διαμορφώνεται το τελειότερο υβρίδιο μηχανισμός προπαγάνδας και διαφθοράς. Απτό αποτέλεσμα ότι σε όλο τον κόσμο πιστεύουν ότι τα γερμανικά προϊόντα είναι τα καλύτερα. Τώρα πιο κοντά σε εμάς, πότε άρχισε ο νομισματικός πόλεμος εάν όχι μετά την εμφάνιση του ευρώ. Πότε βγήκαν τα σκάνδαλα των γερμανικών εταιρειών και γιατί αυτά ανιχνεύτηκαν καταρχήν στις Ηνωμένες Πολιτείες ή είναι απλή σύμπτωση ότι συνέπεσε με την πρόθεση μερικών χωρών να περάσουν τις αγορές πετρελαίου τους στο ευρώ;
Άρα, αυτό που πρωτίστως πρέπει ο Έλληνας Πρωθυπουργός να απαντήσει είναι ποια είναι η πραγματικότητα. Η αμερικανική, η γερμανική, η κάποια άλλη. Στον πόλεμο των νομισμάτων μπορεί να πάρει θέση και να ωφεληθεί. Το μονό δεδομένο που έχει στα χέρια του είναι ότι πτώχευσε, ότι δεν βγάζει καμία χρονιά χωρίς δανεισμό και ότι πρέπει να αλλάξει για να επιβιώσει. Πιστεύεις ότι τα τελευταία αυτά πέντε χρόνια υπήρξε ένας Έλληνας Πρωθυπουργός που αντιλήφθηκε την διεθνή κατάσταση, αντέδρασε στην διεθνή προπαγάνδα ενάντια στην χώρα μας, πέταξε την λάσπη πίσω σε όσους μας την έριχναν, πήρε τα κατάλληλα μέτρα στο εσωτερικό και διευθέτησε εκκρεμότητες και επανενεργοποίησε θεσμούς που ενώ υπάρχουν ατροφούν και για αυτό φτάσαμε ως εδώ; Όπως δηλώνει η αποχή από τις τελευταίες εκλογές είναι πολλοί αυτοί που πιστεύουν όχι μονό ότι δεν υπήρξε κανείς, άλλα ότι και από τους επερχόμενους δεν προβλέπεται τίποτε θετικό. Γιατί, όμως; Γιατί πολιτεύονται, γιατί τους ψηφίζουν και γιατί συνεχίζουν; Γιατί πιστεύουν ότι έκαναν το σωστό και γιατί δεν προβάλουν ποτέ αντίδραση σε όσα μας καταμαρτυρούν, σωστά ή εσφαλμένα;

Δεν ξέρω, είπα, και εγώ σπάω το κεφάλι μου να καταλάβω από την πλευρά του ψηφοφόρου εάν είναι ψεκασμός, εκλογική αυτοχειρία ή πολιτική ανωριμότητα και καιροσκοπισμός, άλλα δεν κατάφερα να βγάλω άκρη. Από την μεριά του πολιτικού, είπα είναι απλό, είναι ηλίου φαεινότερο για μια χώρα που έχει τόσους μετανάστες. Σχεδόν η πλειοψηφία των κυβερνόντων μας τα τελευταία χρόνια είναι απόφοιτοι ξένων πανεπιστήμιων ή κάτοχοι μεταπτυχιακών της εσπέριας. Όλοι αυτοί είναι πρώην μετανάστες, άτομα που έζησαν στα ξένα και λόγω καταγωγής και της εδώ κοινωνικής τους θέσης θέλησαν να γίνουν κοινωνικά αποδεκτοί και στις χώρες των σπουδών τους. Όλοι αυτοί αισθανόταν κάποια στιγμή μειονεκτικά για την Ελλάδα, όλοι αυτοί ιδανικοποιησαν το περιβάλλον στο οποίο σπούδασαν, έδωσαν εκεί τις μάχες τους για τους τίτλους και την ένταξη τους, για την ανέλιξη τους στην κοινωνία του τόπου μετοικεσίας. Για αυτό δεν αγαπούν αυτή την χώρα κατά βάθος και αισθάνονται την κακομοιριά του μετανάστη και το δέος απέναντι σε αυτούς που τους έδωσαν τα φώτα τους. Αυτοί φίλε μου κατά βάθος θέλουν ακόμη να είναι αρεστοί στους συμφοιτητές τους, να τους καλούν στα πάρτι, να παίρνουν μέρος στο κοινωνικό αλισβερίσι των πανεπιστημιακών, των πολιτικών και των μεγαλοβιομηχάνων που μοιάζουν με τους συμφοιτητές τους. Εκεί αισθάνονται ζωντανοί. Εδώ βλέπουν εκατό λιγδιάρηδες  την ημέρα που θέλουν να τους διευθετήσουν κάποιο αίτημα. Εκείνο τον σπυριάρη έφηβο, τον μόνιμα ανικανοποίητο με το χέρι ανοικτό που έχει συνεχεία απαιτήσεις και με τον οποίο δεν έχουν καμία στενή συγγένεια και ο μόνος τρόπος για να τον αντιμετωπίσουν είναι σαν συναλλαγή. Εάν σταματήσουμε να τους ζητάμε χάρες θα αρχίσουν οι χαρές σε αυτή την χώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου