Το πλατάνι ήταν το καταφύγιο τους από τον καυτό ήλιο. Κάτω από την δροσερή σκιά του δυο εργαζόμενοι σε άδεια, παιδικοί φίλοι, διπλανοί στο σχολείο, με παραπλήσια ενδιαφέροντα που είχαν καιρό να ιδωθούν. Πλησιάζει η γυναίκα του Λάμπρου και τους αφήνει δυο ποτήρια και ένα μπουκάλι ρακί, καθώς και μεζεδάκια. Σηκώνεται ο Γιώργος και πηγαίνει μαζί της μέσα στο σπίτι. Γυρίζει με λίγα παγάκια. Ο Λάμπρος είχε ήδη γεμίσει τα ποτήρια και προτείνει το ένα στον φίλο του. Τα τσούγκρισαν και ευχήθηκαν καλό καλοκαίρι ο ένας στον άλλο. Λίγα μέτρα πιο εκεί κατηφόριζε η πλάγια. Ανάμεσα από τις κορυφές των δένδρων φαινόταν η θάλασσα. Ακουγόταν η βοή των λουόμενων σε ανάμνηση της δικής τους επίσκεψης στην ακτή. «Τι γίνεται θα παντρευτείτε με την Κατερίνα;» ρώτησε ο Λάμπρος. «Θα απαντήσω με ένα παράδειγμα. Την τωρινή δουλειά δεν φαινόταν να την παντρεύομαι και όμως το έκανα. Όποτε δεν θέλω να πω τίποτε για την Κατερίνα. Μέχρι στιγμής όλα είναι μια χαρά» απάντησε εκείνος σιβυλλικά. «Ο παραλληλισμός αυτός υπονοεί ότι η σχέση είναι ρουτίνα όπως η δουλειά ή ότι βλέπεις τον γάμο σαν δουλεία;» αναρωτήθηκε ο Λάμπρος. «Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Απλώς εννοώ ότι ουδέν μονιμότερο του προσωρινού. Από την άλλη ουδέν προσωρινότερο του μόνιμου. Δεν έχω αποφασίσει ακόμη. Πιστεύω ότι χάρηκε που ήρθαμε μαζί σας στις διακοπές για να μου δείξει ότι ο γάμος δεν είναι βλαβερός για την υγειά» αποκρίθηκε ο Γιώργος.
«Δεν γνώριζα ότι σε αυτό οφείλεται η δημοτικότητα μας» παρατήρησε ξαφνιασμένος ο Λάμπρος. «Σε αυτό και στο ρακί που υποσχέθηκες να φέρεις μαζί σου και αυτή την φορά δεν ξέχασες» επισήμανε ο Γιώργος και ρώτησε περνώντας στην αντεπίθεση «Πως πηγαίνει ο ενγαμος βίος;» «Όπως όλες οι σχέσεις ακολουθεί την γνωστή διαδικασία. Εν άρχει ει η αμηχανία της συνυπάρξεως, δεύτερον έπεται ο μήνας του μέλιτος, έτερον εκάτερον ακολουθούν αι τρίβαι και εσχάτως επέρχεται η συζυγική αρμονία με την αποκατάσταση μιας οιασδήποτε ισορροπίας ή της πλήρους διαλύσεως του συνοικεσίου» απήγγειλε ως παριστάμενος δικαστηρίου ο Λάμπρος για να διευκρινίσει «στην περίπτωση μας, όμως, η διάρκεια της προγαμιαίας σχέσης συνετέλεσε ώστε το μόνο που αλλάξαμε να είναι οι βέρες». «Καταπληκτική αγόρευση κύριε Συνήγορε. Αλήθεια αυτός είναι ο ρόλος που αναλαμβάνεις συνήθως;» αναρωτήθηκε ο Γιώργος προτείνοντας το ποτήρι του για μια ακόμη πρόποση. «Στην υγειά μας Γιωργάκη» είπε, «Συνήθως πίνω λιγότερο ρακί στο δικαστήριο. Δεν καλλιεργούμε τον μύθο του ροκ εν ρολ εκεί.», για να επισημάνει επίσης, «Εμείς κλείνουμε ένα μήνα, εσύ πως κατάφερες να ξεκολλήσεις;» «Δεν γινόταν διαφορετικά, αρχίσαμε να κλείνουμε τώρα που φεύγουν διακοπές και οι πελάτες μας. Παραδώσαμε τα τελευταία προγράμματα και όπου φύγει φύγει» επισήμανε ο Γιώργος.
«Αν δεν μπορείς να τους νικήσεις στις προθεσμίες ακολούθησε τους. Φαντάζομαι τι ποιότητα διέκρινε τις τελευταίες δουλειές σας.» τον πείραξε ο Λάμπρος. Η απάντηση ήρθε σαν έτοιμη από καιρό. «Η όλη κατάσταση στο λογισμικό είναι ως εξής. Φτιάχνουμε γίγαντες με χάρτινα ποδιά. Σαν να κατασκευάζεις ένα ουρανοξύστη σε θεμέλια μιας παράγκας. Ξεκινάς με ένα δεδομένο σκοπό και προσθέτεις συνεχώς δυνατότητες, οι οποίες φυσικά από πίσω θέλουν την υποστήριξη τους. Μετά από λίγο είσαι τόσο βαρύς και πολύπλοκος που δεν ξέρεις από πού να ξεκινήσεις και που να καταλήξεις για θεραπεία. Κατεδαφίζεις τον ουρανοξύστη, βελτιώνεις λίγο τα θεμέλια της παράγκας και συνεχίζεις όπως και πριν.» ανάλυσε ο Γιώργος την κατάσταση στον δικηγόρο φίλο του, που είχε σαν ασχολία τα κομπιούτερ, αλλά πάντα στο επίπεδο του απλού χρηστή. Συνέχισε μετά από ένα ακόμη τσούγκρισμα ποτηριών, που ήρθε σαν συνέπεια των μεγάλων αληθειών που ξεστομίσθηκαν, «Πάρε για παράδειγμα τις μεγάλες εταιρείες του λογισμικού. Ουσιαστικά το τελικό τεστ γίνεται από τους χρηστές. Λάθη επί λαθών σε μια προσπάθεια να ικανοποιηθούν όλοι. Να φανταστείς τρέχω σελίδες επί σελίδων προγράμματα στο σπίτι, όπου εργάζομαι κάποιες ώρες. Έπειτα αρχίζω την συγγραφή του κειμένου παρουσίασης αυτών των προγραμμάτων και εκεί κολλά το κομπιούτερ. Στο κείμενο και όχι στο πρόγραμμα. Το φαντάζεσαι. Περνώ το κείμενο σε δισκέτα και το πηγαίνω στο γραφείο σε υποδιεστερο σε δυνατότητες κομπιούτερ και τρέχει κανονικά. Τρελαίνεσαι ή όχι; Πλέον για να βρεις λύση σε τέτοια προβλήματα βασίζεσαι στην δεισιδαιμονία.»
«Η γνώση είναι εξουσία. Ισχύει και εδώ το αιγυπτιακό ιερατείο. Η γνώση μένει κρυφή για να διατηρείται η εξουσία. Όσους μηχανογράφους και αν αλλάξαμε στο γραφείο αυτή την αντιμετώπιση είχαμε.» είπε προσθέτοντας την δική του οπτική γωνία ο Λάμπρος, «Μας αντιμετώπιζαν έξω από τα πλαίσια της κοινής λογικής. Αν τυχόν είχες κάποιες παραπάνω γνώσεις περνούσες στο επίπεδο του ημιμαθή, ο οποίος είναι, η αλήθεια , ενοχλητικότερος. Σαν τους μάγους με τα δώρα προσέφεραν τα ιάματα τους και έφευγαν για να έχουμε μετά από λίγο ή τα ίδια ή κάτι χειρότερο. Ευτυχώς που υπάρχουν τώρα τα προβληματικά εμπορικά πακέτα και είμαστε όλοι στο ίδιο σημείο. Έχουμε κάποιον να βρίζουμε.»
«Ύστερα από την δική μου εμπειρία, αν κατορθώσεις να κανείς κάτι να δουλέψει, μην το αλλάζεις μόνο και μόνο για την αλλαγή.» σχολίασε ο Γιώργος, « Εκτός αυτού είναι και αντιεπιστημονικό, διότι συνήθως παρατηρούμε τα μερικά και διατυπώνουμε τα γενικά. Πορεία που ακολουθείτε αντιστρόφως στην ανάπτυξη των υπολογιστών.» Αντιπρότεινε τότε ο Λάμπρος ότι «Οι άλλες επιστήμες δεν τα έχουν πάει πολύ καλύτερα. Από ερασιτεχνικό ενδιαφέρον γνωρίζω ότι η φυσική, η βιολογία και η σύγχρονη ψυχολογία είναι αυτή την στιγμή οι μπροστάρηδες σε θεωρητικό επίπεδο τη γνώσης. Παρ’ όλα αυτά το σημείο που βρίσκονται και οι τρεις είναι το εξής, ότι γνωρίζουμε τα πράγματα μέχρι ένα σημείο, πέρα από το οποίο δεν διαφαίνεται τρόπος να παρεισφρήσουμε. Θα πρέπει να αποδεχτούμε το άγνωστο σαν συστατικό της φύσης, σα το χέρι του θεού στην καθημερινότητα μας. Στην ψυχολογία, φέρει ειπείν, ο άνθρωπος μοιάζει με ένα κρεμμύδι, όπου κάθε φύλλο είναι και μια επίκτητη προσωπικότητα. Αν το ξεφλουδίσεις τελείως στο κέντρο δεν βρίσκεις τίποτε. Αυτό που είμαστε λοιπόν δεν είναι άλλο από την ισορροπία που βρίσκονται οι προσωπικότητες αυτές. Αναγνωρίζω στον εαυτό μου, λόγω του επαγγέλματος μου, να συνυπάρχουν ο κερατάς και ο κερατωμένος, ο εγκληματίας και ο αστυνόμος, ο βιαστής και ο βιασμένος, ο ενάγων και ο εναγόμενος. Όσο και αν βλέπεις την κάθε υπόθεση σαν μια ακόμη δουλειά, σε ακολουθεί κάτι από την αύρα της.»
«Ελπίζω να μην ξυπνήσεις δολοφόνος κατά εξακολουθησιν αύριο.» ευχήθηκε ο Γιώργος και συνεχίζοντας στον δικό του μονόλογο «Πολλές από τις επίκτητες προσωπικότητες είναι θέματα μόδας. Όλα τα φύλλα ενός κρεμμυδιού δεν είναι τόσο σφιχτά αγκαλιασμένα γύρω από το τίποτε. Το πρόβλημα προκύπτει με αυτές που οφείλονται σε γενικευμένες παρεξηγήσεις, όπως το προσωπείο του άνδρα ιππότη. Κατά τον μεσαίωνα η εξουσία πήγαζε από την ιδιοκτησία της γης στην οποία, όμως είχε δικαίωμα ως άμεσος κληρονόμος ο πρωτότοκος. Αυτή η κατάσταση άφηνε με τίτλο τιμής, αλλά χωρίς ουσιαστική δύναμη πολύ κόσμο. Όλοι αυτοί έγιναν ιππότες, μια εφεύρεση της εποχής, ώστε τεκνά χωρίς γη να επιδοθούν σε ανεύρεση δικιά τους ιδιοκτησίας. Οι ιππότες ήταν οι τυχοδιώκτες της εποχής. Τους έδιωξαν με εύσχημο τρόπο από το σπίτι τους και αυτοί για να κερδίσουν τα προς το ζην λεηλατούσαν εκτός του φέουδου από όπου προερχόταν και μονομαχούσαν ο ένας με τον άλλο. Μια ωραία πρωία, αφού ο αριθμός τους είχε πολλαπλασιαστεί και αποτελούσαν κοινωνικό πρόβλημα, ο πάπας τους στέλνει στις σταυροφορίες. Έτσι και γη θα αποκτούσαν αυτοί για να συνοδεύουν τους τίτλους τους και πλούτη ο πάπας. Η εσφαλμένη εικόνα έρχεται σε εμάς γιατί στο πρώιμο στάδιο της δυτικής λογοτεχνίας οι αυλικοί που γνώριζαν γράμματα έφτιαχναν ποιήματα ή ιστορίες που υμνούσαν τους άθλους των ιπποτών. Αυτό γινόταν, όμως, με μόνο σκοπό να εξυμνούν τον άρχοντα που τους φιλοξενούσε και τους έδινε τα προς το ζην, ο οποίος ήταν αμόρφωτος, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι της εποχής. Παρεμπιπτόντως αποκοίμιζαν τον λαό ωραιοποιώντας τους άρχοντες του, αναδεικνύοντας ένα ευγενικό πρόσωπο για αυτούς. Ο ιππότης που ζει τον ερωτά του χωρίς να μπορεί να τον εκδηλώσει δεν ήταν παρά μια παγίδα για τον απλό λαό που τον απέτρεπε από το να μιλήσει για τα προβλήματα του.»
Ο Λάμπρος πήγε στο σπίτι ανανέωσε τα παγάκια και τα μεζεδάκια και είπε όπως ερχόταν «Ωραία όλη αυτή η φιλολογία, αλλά που μας οδηγεί». Ο Γιώργος ύψωσε το ποτήρι του σε πρόποση και απευθυνόμενος σε τόνο εμπιστευτικό στον φίλο του ψέλλισε «Η Κατερίνα με θεωρεί τον ιππότη της. Για να πετύχω στον ρόλο θα πρέπει μια μέρα να ορμήσω στο σπίτι της, να σπάσω την πόρτα, να σφάξω τους δικούς της, να την βιάσω, να την σέρνω μαζί μου κακοποιώντας την στα τυχοδιωκτικά ταξίδια μου και να την πουλήσω σε σκλαβοπάζαρο μόλις πιάσει καλή τιμή.»
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου