Ένας μαραθωνοδρόμος με μόνο σκοπό την δόξα ιδροκοπούσε σε δρόμους ευθείς και βαρετούς, κάνοντας την καθημερινή του προπόνηση. Αναζητούσε με πόθο διαδρομές με καμπύλες, στροφές, ανηφόρες, κατηφόρες, όμορφη φύση να δει, να μυρίσει. Η περιοχή που έμενε ήταν ως επί το πλείστον πεδινή και δεν παρείχε τροφή στις ορέξεις του με την επάρκεια που αναζητούσε. Κατά βάθος ήταν αχόρταγος. Ήθελε όλο και μεγαλύτερη ποικιλία διαδρόμων, ήθελε να τρέχει μαραθώνιο σαν σπριντερ, ήθελε να είναι σπριντερ και να αντέχει σαν μαραθωνοδρόμος. Ήθελε να είναι ο καλύτερος, να τρέξει στους περισσότερους αγώνες, να έχει τις περισσότερες νίκες. Είχε έναν ανταγωνιστή τον οποίο θεωρούσε κατώτερο του, αν όχι σε μυϊκή δύναμη, τουλάχιστον σε δεξιοτεχνία. Αυτός ξανθός μυστακοφόρος, ενώ εκείνος μελαχρινός. Σαν σωματοτυπος έμοιαζαν. Η κόντρα τους είχε περάσει και σε εξωαγωνιστικα επίπεδα. Οι προπονήσεις τους πολλές φορές συνέπιπταν. Κατά την διάρκεια τους είχαν φιλικές σχέσεις, καθώς ήξεραν ότι ο ανταγωνισμός βελτιώνει τα είδη. Χρειαζόταν ο ένας τον άλλο, η άμιλλα, η αντιπαλότητα. Πειραζόταν συνεχεία μεταξύ τους και μαζί πείραζαν όλους τους υπόλοιπους. Έκαναν επίδειξη κατά εξακολουθησιν, οποίον έβρισκαν του ανέφεραν τα τελευταία κατορθώματα τους, τις αξεπέραστες επιδόσεις τους, τα νέα ρεκόρ που κατέκτησαν.
Έτρεχε μόνος, ο δεινός αντίπαλος του δεν ήταν σήμερα εκεί. Η σκέψη του ταξίδευε στο χωριό του, εκεί που οι δρόμοι ήταν φιδίσιοι, καθότι βουνίσιοι, όπου το τοπίο ήταν αξεπέραστο. Δυστυχώς οι γηπεδικες εγκαταστάσεις δεν ήταν αντίστοιχες. Αν ήθελε να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες του έπρεπε να φύγει από εκεί. Άκουγε στο καφενείο του χωριού του άλλους παλιούς αθλητές και κατάλαβε ότι όσοι έμειναν εκεί είχαν νίκες μόνο σε μικρούς τοπικούς αγώνες. Τα ρεκόρ που είχαν σπάσει ήταν σαν την ψαριά κάποιου που προσπαθεί με κοντή πετονιά από την παράλια. Οι άλλοι που είχαν κατεβεί στην πόλη ήταν σαν να ξανοίχτηκαν με βάρκα, βρήκαν μεγαλύτερες ευκαιρίες και έκλεβαν την παράσταση στο χωριό, τώρα που είχαν αποτραβηχτεί. Κατάλαβε αμέσως το δρόμο που θα έπρεπε να ακολουθήσει. Έκανε όση περισσότερη προπόνηση μπορούσε μόνος του και περίμενε την κατάλληλη ευκαιρία για να φύγει. Δύσκολα θα προέβλεπε κανείς τη λαμπρή καριέρα που θα εξελισσόταν τα επόμενα χρόνια, αλλά ακόμη πιο δύσκολα θα αμφισβητούσε την θέληση του για επιτυχία. Σωρεία θυσιών και ένα ασίγαστο πάθος, άπειρες ώρες δουλειάς και χρόνια σπουδής της τεχνικής των αντίπαλων, αντιγραφής, όπου χρειαζόταν, τον είχαν φέρει στο τωρινό του επίπεδο.
Ο δρόμος ήταν ο σύντροφος της ζωής του. Κοιτούσε κάθε πιθανή διαδρομή με πεινασμένη μάτια, με τον καημό κάποιου που έχει στερηθεί τον έρωτα και ψάχνει να τον ξαναβρεί. Αναζητούσε συνεχώς νέα μονοπάτια. Ήταν παντρεμένος αλλά η οικογένεια του ήξερε πλέον ότι ερχόταν δεύτερη στις προτεραιότητες του. Κάθε πρωταθλητής είναι ένας μεγάλος εγωιστής και αυτός ήθελε να γίνει ο μεγαλύτερος όλων. Με την απερισκεψία ενός έφηβου ξεχυνόταν σαν σε περιπέτεια σε κάθε δρόμο που προσφερόταν για προπόνηση. Βροχή, χιόνι, ομίχλη, αυτοκίνητα, αντίπαλοι, τίποτε δεν αποσπούσε την προσήλωση του από το στόχο. Να γράφει στην ιστορία. Χάρη στην επιδειξιμανία είχε περάσει στον θρύλο χωρίς καν να ακουμπήσει τον μύθο. Είχε πια φτάσει στο απόγειο της δόξας, και όμως δεν παρατούσε την προσπάθεια, ζούσε για τον επόμενο αγώνα.
Με αυτές τις σκέψεις δεν μπορούσε να προπονηθεί όπως ήθελε. Έτρεχε αμήχανα, χωρίς την απαραίτητη συγκέντρωση, δεν μπορούσε να φέρει τον εαυτό του στο όριο. Αυτό τον νευρίασε. Σταμάτησε για να αυτοσυγκεντρωθεί. Αποφάσισε να λάβει την τελευταία μίση ώρα σαν προθέρμανση και να την προσθέσει στο τέλος της σημερινής του προσπάθειας. Ξαφνικά είδε έναν μικρό χωματόδρομο που δεν είχε δοκιμάσει ποτέ γιατί τον έκρυβαν τα κλαδιά των δέντρων και μερικοί θάμνοι. Φαινόταν να ανηφόριζε. Τον κοίταξε γεμάτος απορία και με μια διεστραμμένη λαχταρά. Δεν χόρταινε την προοπτική να τον γευτεί. Οι σφυγμοί του είχαν ανέβει σαν να βρισκόταν στην εκκίνηση ολυμπιάδας. Κοίταξε γύρω του σαν να ήθελε να κρατήσει μυστική την ανακάλυψη του, μέχρι βέβαια να βρεθεί στην κατάλληλη ομήγυρη για να αρχίσει την εξιστόρηση της κατάκτησης της. Ήθελε να κρατήσει κρυφό το γεγονός από την οικογένεια του, που άλλη μια φορά θα τον περίμενε. Από τον κύριο ανταγωνιστή του. Από ότι και να κρυβόταν έκανε βιαστικά το πρώτο βήμα, χώθηκε πίσω από τα κλαδιά και τον είδε σε όλο του το μεγαλείο. Είχε πολλές καμπές και ήταν ελαφρά ανηφορικός αλλά όχι πιο δύσκολος από ότι απαιτούσε το πρόγραμμα της προετοιμασίας του. Ο πόθος του άρχισε να μετατρέπετε σε κόμπο στον λαιμό του. Τώρα είχαν ιδρώσει και οι παλάμες του. Άρχισε σε χαλαρό ρυθμό να ανηφορίζει προσπαθώντας να νιώσει τους σφυγμούς του. Έβλεπε τα ίδια του τα πόδια πως ακουμπούσαν στο χώμα, που ήταν κοκκινωπό και σχετικά μαλακό. Έμοιαζε με νοτισμένο χωρίς όμως να έχει βρέξει. Ήταν ότι ακριβώς έψαχνε, είχε τα κατάλληλα παπούτσια. Τα πόδια διασκέλιζαν με ρυθμό το δρόμο, με σταθερές κινήσεις γεμάτες από την σιγουριά ενός επιδέξιου δρομέα. Η απόλαυση του όμορφου δρόμου σε συνειρμό και της δικής του ηδονικής αυτοεπιβεβαιωσης τον πλημμύριζαν ευφορία. Είχε διαστείλει τις αισθήσεις του, γευόταν το άρωμα που του πρόσφερε η φύση. Άρχισε να απομακρύνει το βλέμμα του από τα πόδια του και να κοιτά όσο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής μπορούσε.
Η οπτασία αυτή διέγειρε ακόμη περισσότερο την φαντασία του. Η ικανοποίηση της αυτοσυνειδητοποιησης της ικανότητας του ενίσχυε την ευδαιμονία του, με συνέπεια να αυξάνεται η ικανότητα του. Τώρα πια έμοιαζε σαν να βρισκόταν σε έναν βρόχο ενίσχυσης, όπου κάθε βήμα τον έφερνε και ένα σκαλοπάτι πιο πάνω στην σκάλα της απόλαυσης. Το επόμενο τον εκτόξευε ακόμη ψηλότερα. Δεν είχε ξανανιώσει έτσι. Σίγουρα όταν ικανοποιείς την διψά σου αισθάνεσαι ατελείωτη ευχαρίστηση, αλλά εδώ τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλοϊκά. Είχε ερωτευτεί αυτό το δρόμο. Η οργασμικη παρόρμηση να μην σταματήσει τον οδηγούσε σε όλο και πιο γρήγορο ρυθμό. Για μια στιγμή φοβήθηκε ότι θα σταματούσε να χτυπά η καρδιά του, ότι δεν θα άντεχε τόση ευτυχία. Δεν υπήρχε περίπτωση να κουράστηκε σωματικά. Πήρε μια βαθιά ανάσα αποφάσισε ότι έπρεπε να κάνει αυτήν την ανεπανάληπτη στιγμή να διαρκέσει όσο γινόταν περισσότερο. Ήταν ο καλύτερος και δικαιούταν κάθε στιγμή ηδονής που ένιωθε. Μια αιώνια στιγμή. Απέρριψε τους φόβους για το πως θα αισθανόταν με την έλλειψη όσων είχε μόλις νιώσει. Ξεδίπλωσε και την τελευταία πτυχή του ταλέντου του. Ένιωσε φτερά στα ποδιά του, που τον εξέπληξε πόσο γρήγορα κινούταν τώρα. Είχε την αίσθηση ότι θα έσπαγε κάθε ρεκόρ. Έτρεχε έναν ανηφορικό φιδίσιο δρόμο σαν με μια ανάσα, σε μεγάλη απόσταση με μεγάλη ταχύτητα και ένιωθε τα όνειρα του να πραγματοποιούνται και να καταστρέφονται συγχρόνως. Κάθε ρεκόρ είναι απλώς το κύκνειο άσμα μιας επιθυμίας και η γέννηση της επόμενης. Έτσι είναι φτιαγμένοι οι πρωταθλητές. Στο τέλος του δρόμου γύρισε και κοίταξε την φιλόξενη αγκαλιά της φύσης, χαμογέλασε, ήξερε ότι την δεύτερη φορά δεν θα ήταν το ίδιο, αλλά ήταν περισσότερο ευτυχισμένος από δυσαρεστημένος, ήταν καλύτερα να γνωρίσει έστω και μια φορά την διαδρομή αυτή παρά καθόλου.
Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου